Το παράπλευρον γραφείον βλέπει προς νεκροταφείον. Και εγώ περνώ τας ώρας, βλέποντας τας νεκροφόρας. Η κατάστασις εν γένει είναι λείαν τεταμένη. Βγαίνουν κι έκτακται ειδήσεις και ανησυχεί η Δύσις...
Το παράπλευρον γραφείον used to be κρεοπωλείον. Κατσικάκια, μοσχαράκια, ροζ ωραία γουρουνάκια, κρέμονταν ορθά ή πλάι, αναλόγως ποιος... κοιτάει. Η κατάστασις εν γένει ήτο τίγκα λιπωμένη. Κι έλεγαν οι δεσποινίδες, πώς θα κάψουν τις θερμίδες!
Τώρα, μόνο καφεδάκι, της παρηγοριάς φαρμάκι. Μα παράπονο δεν έχω, φέρνουνε και κονιακάκι. Είναι, βλέπεις, το γραφείον, φάτσα στο νεκροταφείον. Οταν ήταν μαγαζάκι, μόνο λίπια για σουβλάκι. Τώρα; Γίναμε αρχόντοι! Τι κι αν το τσούζουμε λιγάκι;
Στο παράπλευρο γραφείο, κάθομαι εις θρόνους δύο: εν θρονί για κάθε πόδι. Το ζερβό είναι κανόνι, τ’ άλλο, κάπως μαλακώνει. Φταίνε, μάλλον, αι συνθήκαι: από τον ραγιά στον Κούλη, κουνάμε μόνο το ζερβούλι. Τ’ άλλο είναι αφημένο, μπας κι αλλάξουμε το χούι.
Είπα «χούι» κι εθυμήθην: όπου βλέπω συγκεντρώσεις, θα κρατάω σημειώσεις! Είναι πού ’ναι και εν γένει η κατάστασις χαμένη, έγκωσα και στο γραφείον, θα υπάγω εις Σταδίον.
Οπως το ξέρουμε καλά από την Ιστορίαν, η Φύσις έκαμε παιδιά γεμάτα αμαρτίαν. Κάτι να μάθουν ήθελαν, κάτι και ν’ αποσώσουν, όλο ερωτήσεις έκαμαν, δε λέγαν να το βουλώσουν.
Και ψάχνουμε, πλέον, εμείς, χρόνια τώρα, τη λύση. Αφού το ξέρουμε καλά, τα ’χουν όλα διαλύσει. Από την Εύα στον Αδάμ και τώρα στον Κυριάκο, δεν έχει μείνει ψίχουλο, μήτε για τον Ντογιάκο (λέμε τώρα...).
Ποια λύσις μένει να βρεθεί, εκτός απ’ το «αμόλα»; Αμόλα, τρέχα, πάγαινε! Ο Μητσοτάρχας έρχεται με νύφες και μ’ αγγόνια...
Αν φύγει, έχει να βρεθεί ο αντικαταστάτης (μη νοιάζεσαι, είναι πολλοί). Σαν μείνει, όμως, θα φανεί αντιεπαναστάτης.
Ο ίδιος θέλει το λαό να είναι εν υπνώσει. Να μην πολυξαφνιάζεται, να ψάχνει παραδάκι, κάτι λιγάκι για να ζει, μα δίχως μυαλουδάκι.
Μα κι ο λαός, στην όπισθεν την έχει όλο την χείραν. Μην κάνει βήματα μπροστά - τρομάζει, αλαλιάζει! Ψάχνει τη σταθερότητα και κάπου να κουρνιάζει.
Πάντα σωτήρα ψάχναμε, σ’ Ανατολή και Δύση. Μόνοι δεν το αντέχαμε, να εύρουμε τη λύση. Γι’ αυτό και επιλέξαμε τον άνθρωπο-αισχύνη.
Δεν ξέρει, λέει, τίποτα. Και δεν ενημερώθη. Μήτε για τις υποκλοπές, μήτε για τη Μενδώνη. Ούτε για κάτι εκεί συρμούς, που κάτι μάλλον δεν είχαν. Ούτε και για τους Πάτσηδες, μήτε για τον Κωστάκη, ούτε για τρένα και ΟΣΕ, μήτε για το νεράκι, ούτε για τα μικρά παιδιά που ψάχνουν κάπου γιατρειά... Ιδιωτικά θέ’ να γενούν νερό, νοσοκομεία, σχολεία, Πανεπιστήμια - λες και νεκροταφεία;
Οχι, αυτά πληρώνονται, ήδη, σωρός τα μάτσα! Δεν είν’ σού λέει αυτή ζωή, μα σαν είναι να πεθάνεις, και θες στο χώμα να θαφτείς, καλό είναι να προκάνεις: χώρο θέ’ να βρεις αρκετό, να σε γλυκοχωρέσει και ένα πάκο χρήματα να σε καλοβολέψει.
Δεν είναι τόσο εύκολα - μήτε ζωή, μήτε φτυάρι. Γι’ αυτό κι εγώ αυτό θα πω: σαν ο λαός πολλά πονεί, δίχως σωτήρα να κινεί το πόδι όξω απ’ το θρονί, τότε οι λίγοι (ας είν’ πολλοί!) ας δώσουν μία στο θρονί, κανένας να μην ξεχαστεί, γιατί άλλη λύσις δεν θα ’ρθει.
Ο Μητσοτάρχας δεν μπορεί. Χειρότερα θα κάμει. Σαπέρα εις στας εξοχάς, στον καθαρό αέρα, ποδηλατάδα προσδοκά να κάμει όλας τας μέρας. Δεν του αρέσουν αυτουνού ευθύνες κι εξηγήσεις. Θέλει να μείνει αρχηγός, δίχως άλλες προσμίξεις. Χωρίς να λέει «τι» και «πώς», δίχως λόγο να δίνει. Χωρίς να φταίει αυτός ποτέ, αρκεί να παραμείνει.
... Τα πάντα θα κάνει για να παραμείνει. Εδώ είμαι κι εδώ είσαι (κάπου, στην πολύ πολύ αρχή, ήταν και ο μέγας Μποστ!) και να μού το θυμηθείς: το θέμα δεν είναι να μην ξαναπάρουν την εξουσία. Το θέμα είναι να τη χάσουν για πάντα.
Αλλιώς... ξέχνα μανούλα το παιδί, ξέχνα και το εγγόνι, θα πάρουν σβάρνα τον ντουνιά και ποιος θυμάται τον φονιά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου