Έχει σημασία να αντιληφθούμε όσο καθαρότερα είναι δυνατόν τη «στιγμή» που βρισκόμαστε, και τις βασικές τάσεις που προκύπτουν από αυτήν. Επειδή, μέσα σε ένα νοσηρό και τοξικό πολιτικά περιβάλλον και με ανοικτή μια προεκλογική περίοδο, πολλά μπορούν να παραμορφωθούν – ή να μην είναι καθαρή η εικόνα του τι ακριβώς συμβαίνει. Διότι μπορεί η σήψη και η διαπλοκή να είναι εμφανέστατες, αλλά υπάρχουν πιο βαθιές και πιο μεγάλες δυνάμεις που επενεργούν, χρησιμοποιώντας φθορές, κρίσεις, ακόμα και τη λαϊκή δυσφορία. Αλλά και επειδή αυτό που ονομάζουν «Κανένας», δηλαδή η βαθιά ανυποληψία απέναντι στο πολιτικό σύστημα, δεν μπορεί –παρά την επιμονή και τη διάρκεια που έχει– να ξεπεράσει μια ορισμένη φάση αδυναμίας, να αποκτήσει μια υπόσταση, ή να τροφοδοτήσει ένα ανεξάρτητο και ακηδεμόνευτο πολιτικό ρεύμα.
Η «στιγμή» είναι ιδιαίτερη
Όλοι ξεκινούν από τις επιδόσεις, τα προβλήματα, την αλαζονεία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Από τα τραντάγματα που υπάρχουν λόγω των συγκρούσεων ανάμεσα σε μερίδες των ελλήνων ολιγαρχών, και των σχέσεων που έχουν με το πολιτικό σύστημα. Τώρα μάλιστα η «αντιπολιτευτική» στάση του ομίλου Μαρινάκη, που στήριξε με το αζημίωτο την κυβέρνηση Μητσοτάκη για 5 χρόνια, θεωρήθηκε ως το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο πρωθυπουργός. Επίσης, όλοι εκτιμούν πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει πέσει θύμα της ίδιας της αλαζονείας της και της αίσθησης παντοδυναμίας, αφού δεν έχει κάποιον αντίπαλο. Μάλιστα φαίνεται ότι είχε υπερεκτιμηθεί το 41% και η απόσταση από άλλα κόμματα, και είχε θεωρηθεί ως στοιχείο πως ο Μητσοτάκης μπορεί να κυβερνήσει για άλλες δύο τετραετίες. Ήδη ο Μητσοτάκης έχει αναγκαστεί να «θυσιάσει» στενούς συνεργάτες του, όπως τον ανεψιό του Δημητριάδη για τις υποκλοπές, και τώρα δύο υπουργούς, τους Παπασταύρου και Μπρατάκο. Χθες θυσίαζε την Μισέλ Ασημακοπούλου και τον υπεύθυνο Απόδημου Ελληνισμού για τη διαρροή προσωπικών δεδομένων για την επιστολική ψήφο, συγκαλύπτοντας όμως την κα Κεραμέως, που έχει γερό δόντι κυρίως στην Πρεσβεία…
Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ διαφόρων φατριών συνυπάρχει με μια μεγάλης έκτασης απονομιμοποίηση ολόκληρου του πολιτικού συστήματος από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας: αυτό δεν μπορεί να αγνοηθεί, αλλά συγχρόνως καθιστά πιο δύσκολη την όποια συστημική διαχείρισηΑυτές οι ερμηνείες αποφεύγουν πάντως να δουν ορισμένους πιο καθοριστικούς παράγοντες, που επενεργούν ή και διαμορφώνουν συνθήκες οι οποίες δεν μπορούν να ξεπεραστούν με οποιαδήποτε πολιτική τρίπλα, με υπεκφυγές, με πολιτικές θυσίες συνεργατών. Ένας κρίσιμος παράγοντας είναι ο γεωπολιτικός και –συνυφασμένος με αυτόν– οι επιλογές που κάνει το πολιτικό σύστημα της χώρας και οι ελληνικές ελίτ. Αυτά δεν αφορούν μόνο τον προσανατολισμό που ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση π.χ. στα γεωπολιτικά ζητήματα (ΝΑΤΟ, Ουκρανία, Ισραήλ, εχθρότητα προς Ρωσία), όπου άλλωστε δεν συναντά καμία σοβαρή διαφοροποίηση από τα υπόλοιπα συστημικά κόμματα. Αφορούν και τις δεσμεύσεις που παίρνονται απέναντι σε ΗΠΑ και Ε.Ε. για τη στάση στα ελληνοτουρκικά, στα σχέδια περί των Δυτικών Βαλκανίων, ή τη συμμετοχή σε πολεμικές εκστρατείες στην Ερυθρά Θάλασσα. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια συντελέστηκε μια «αμερικανοποίηση» με διττή έννοια: ο παράγοντας Ευρώπη υποβαθμίστηκε ή και παραμερίστηκε, και ο παράγοντας ΝΑΤΟ και ΗΠΑ αύξησαν την επιρροή τους σε πολλούς τομείς στην Ελλάδα. Στη βάση αυτή, κι ενώ μια χρηματοδότηση γίνεται μέσω του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, πολλές επιλογές για ενέργεια, ψηφιοποίηση, εξοπλισμούς προσανατολίστηκαν προς τις ΗΠΑ. Η «πράσινη» μετάβαση καθυστέρησε ή επιβραδύνθηκε, προκαλώντας αντιδράσεις από Ε.Ε. μεριά. Οι καταδίκες από το ευρωκοινοβούλιο για την έλλειψη «κράτους δικαίου» στην Ελλάδα αντανακλούν αυτούς τους ανταγωνισμούς.
Η αμερικάνικη πλευρά όμως –και άλλοι συστημικοί κύκλοι– θα ήθελαν να λειτουργεί το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα πιο «ισορροπημένα», ώστε να απορροφούνται οι κραδασμοί που μια υπερσυγκεντρωτική μορφή διακυβέρνησης από ένα «σύστημα Μητσοτάκη» θα προκαλούσε. Γι’ αυτό το πολιτικό σκηνικό διαπερνιέται κι από σχεδιασμούς να δημιουργηθεί μια νέα κεντροαριστερή συσπείρωση, ικανή να αναβιώσει μια μορφή συστημικού δικομματισμού ή διπολισμού. Να θυμίσουμε πως 2 μήνες πριν τις εκλογές του Μαΐου 2023 ήταν έντονη η συζήτηση για κυβερνήσεις συνεργασίας. Το σενάριο αυτό δεν έχει εγκαταλειφθεί. Απλά μετατέθηκε χρονικά μετά τα εκλογικά αποτελέσματα και την καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ. Οι αποφάσεις που πρέπει να παρθούν –ιδιαίτερα αυτές που αφορούν ελληνοτουρκικά, Αιγαίο και Κυπριακό– δεν μπορούν να στηριχθούν απλά από μια κυβέρνηση. Παρά τις πρόβες που έγιναν σε διάφορα μέτωπα (επιστολική ψήφος, γάμος ομόφυλων ζευγαριών κ.λπ.), όπου υπήρξαν συγκλίσεις ανάμεσα σε κόμματα, η αλαζονική συμπεριφορά του Μαξίμου και οι ανάγκες αντιπολίτευσης των υπόλοιπων κομμάτων λόγω ευρωεκλογών οδηγούν σε μια ιδιόμορφη κατάσταση σε πολιτικό επίπεδο. Που κι αυτή όμως θέλει μια πιο βαθιά ερμηνεία.
Η κοινωνική δυσφορία και η ανυποληψία προς το πολιτικό σύστημα
Μετά τις εκλογές και τα πρώτα τραντάγματα, που έδειξαν με μεγαλύτερη οξύτητα τη διάλυση των υποδομών (καλοκαιρινές πυρκαγιές και πλημμύρες), και την τεράστια αύξηση των τιμών σε βασικά τρόφιμα (με παράλληλη κοροϊδία από την κυβέρνηση για αντιμετώπισή της ακρίβειας-αισχροκέρδειας), εκτιμήθηκε από τον κ. Μητσοτάκη ότι ήρθε η στιγμή της επιτάχυνσης του «εκσυγχρονισμού». Ένα μπαράζ από νομοσχέδια ήρθε στη Βουλή με κατεπείγοντα τρόπο, και άρχισαν να ψηφίζονται νόμοι του κράτους: εργασιακό, ασφαλιστικό, ιδιωτικά ΑΕΙ, γάμος ομόφυλων ζευγαριών. Στα δύο τελευταία υπήρξε μια διάσταση –σε διαφορετικό επίπεδο– με την κοινωνία, μικρότερη στο θέμα των ιδιωτικών ΑΕΙ, πολύ μεγαλύτερη για το ζήτημα του γάμου ομόφυλων ζευγαριών. Από κοντά ξεκίνησαν και οι κινητοποιήσεις των αγροτών που θορύβησαν την κυβέρνηση, γιατί οι αγρότες επηρέαζαν την ύπαιθρο, και τα χωριά ήταν στο πλάι τους. Ήδη είχαν φθάσει τα μηνύματα για ταχύτατες απώλειες στην εκλογική βάση της Ν.Δ.
Όμως το κυριότερο στοιχείο –που είχε υποτιμηθεί εντελώς από το Μαξίμου– ήταν το πώς λειτούργησε μέσα σε αυτό το κλίμα το βαθύ και ενεργό «ρήγμα των Τεμπών». Ένα βαθύ αίτημα για δικαιοσύνη συνάντησε μια θρασύτατη προσπάθεια συγκάλυψης, ενώ παράλληλα η δράση του συλλόγου γονέων που έχασαν τα παιδιά τους στο έγκλημα των Τεμπών έφερε στην επιφάνεια αποκαλυπτικά στοιχεία. Σιγά-σιγά το ζήτημα των Τεμπών μετατράπηκε στον πιο μεγάλο πονοκέφαλο της κυβέρνησης, διότι μέσα στην ελληνική κοινωνία είχε γίνει φανερό ότι υπήρχε συγκάλυψη του εγκλήματος, και ύβρις απέναντι στα θύματα. Είναι πολλαπλές οι δηλώσεις πολλών παραγόντων της Ν.Δ. (βουλευτών, πολιτευτών, υπουργών) που έρχονται σε ευθεία διάσταση και σύγκρουση με την κοινωνία, με το αίτημα να πληρώσουν όσοι ευθύνονται και την ανάγκη για δικαιοσύνη. Τα Τέμπη αποδεικνύονται σαν μια βραδυφλεγής βόμβα που απειλεί ολόκληρο το Μαξίμου, και κάνει σκόνη την εκτίμηση του Αμερικανού συμβούλου επικοινωνίας του Μητσοτάκη ότι τα δυστυχήματα ξεχνιούνται σε 4-5 βδομάδες. Στην επέτειο του τραγικού δυστυχήματος-εγκλήματος ξανά ολόκληρη η Ελλάδα διαδήλωσε, απαιτώντας δικαιοσύνη και τιμωρία των ενόχων, ανατινάσσοντας όλα τα στοιχεία της συγκάλυψης και του μπαζώματος. Οι 1.400.000 υπογραφές που μαζεύτηκαν μέσα σε σύντομο διάστημα θορύβησαν το Μαξίμου, και έδειξαν ότι υπάρχει μια μεγάλη διεργασία εντός της κοινωνίας την οποία δεν θέλουν να δουν –ή πολλές φορές δεν υπολογίζουν– όσοι κυβερνούν.
Αυτή η κοινωνική διαθεσιμότητα δεν αντιμετωπίζει απλά την αλαζονεία μιας κυβέρνησης, αλλά την εχθρότητα και τον κυνισμό ενός ολόκληρου πολιτικού συστήματος. Η αναξιοπιστία του πολιτικού συστήματος και όλων των θεσμών του φαίνονται πιο ανάγλυφα. Απογυμνώνεται και φαίνεται ότι δεν υπάρχει καμία συναίνεση, καμία στήριξή του από ευρύτατα στρώματα της κοινωνίας. Η κοινωνική διαθεσιμότητα γίνεται ενεργητικός παράγοντας και βαθαίνει πολλές αντιθέσεις οδηγώντας σε αδιέξοδα, αλλά και σε ανάγκη να καούν ορισμένα πρόσωπα ώστε να διασωθούν οι πιο υψηλά ιστάμενοι και πραγματικοί υπεύθυνοι. Γίνεται μια ανεξάρτητη, σε μεγάλο βαθμό, μεταβλητή.
Καθόλου παράξενο λοιπόν που οι διάφοροι λογαριασμοί ανάμεσα σε ολιγάρχες, σε κομματικούς μηχανισμούς και σε κυβέρνηση περιστρέφονται γύρω από τα Τέμπη, ή ακόμα επιχειρούν να τα χρησιμοποιήσουν σαν μοχλό εξελίξεων. Για παράδειγμα ο όμιλος Μαρινάκη μέσω του Βήματος έριξε μερικές κανονιές χρησιμοποιώντας το θέμα των Τεμπών. Ακόμα και όλα τα άλλα κόμματα, που δεν έκαναν τίποτα ουσιαστικό για ένα χρόνο –συγκρινόμενα με αυτά, ο σύλλογος γονέων των θυμάτων έκανε τιτάνιο έργο και έφερε πολλά στοιχεία στην επιφάνεια– άρχισαν να καταγγέλλουν την κυβέρνηση για συγκάλυψη, σκεπτόμενα πάντοτε τις εκλογές και τα ποσοστά τους.
Η «δουλειά» μας είναι, πρώτον, να κατανοήσουμε ότι η κοινωνική διαθεσιμότητα παίζει έναν ρόλο. Δεύτερον, να συναισθανθούμε τη «στιγμή» και τον πραγματικό συσχετισμό δύναμης. Τρίτον, να κατανοήσουμε πως η κοινωνική διαθεσιμότητα πρέπει να ωριμάσει και να πολιτικοποιηθεί…
Η «στιγμή» και η «δουλειά» τους
Βρισκόμαστε αντικειμενικά σε έναν προθάλαμο που οδηγεί σε μια σημαντική αναδιαμόρφωση του πολιτικού τοπίου, για όλους τους λόγους που προαναφέραμε. Δεν πρόκειται απλά για μια υπόθεση ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ διαφόρων φατριών. Αυτή συνυπάρχει με μια μεγάλης έκτασης απονομιμοποίηση ολόκληρου του πολιτικού συστήματος από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Το γεγονός δεν μπορεί να αγνοηθεί, αλλά συγχρόνως καθιστά πιο δύσκολη την όποια συστημική διαχείριση. Επειδή μια συστημική διαχείριση θα υπάρξει, αλλά αυτό θα γίνει με κόστος, με δοκιμές, με τυχοδιωκτισμούς, με κάψιμο ορισμένων προσώπων και, γιατί όχι, μέσω διαφόρων προβοκατσιών. Επί της ουσίας, ο κόσμος του μεταπρατισμού και της υποτέλειας –όχι από μόνος του, αλλά με την «προστασία» του– θα ψάξει να βρει την κατάλληλη φόρμουλα ώστε να η κρίση να μην ξεπεράσει κάποια όρια. Ώστε να λειτουργήσει σε πιο ήπια επίπεδα –αν γίνεται– μέσω κάποιας μορφής κυβερνήσεων συνεργασίας, ή κάποιου λιγότερο μονοπωλιακού σχήματος δικομματισμού ή διπολισμού, και πάντως έχοντας εξουδετερώσει κάθε μορφή κοινωνικής διαθεσιμότητας και πολιτικοποίησης. Το μόνο που επιτρέπεται είναι η προσαρμογή και η ανάθεση προς τα υπάρχοντα κόμματα του πολιτικού συστήματος…
Άρα η «δουλειά» τους είναι η διατήρηση, η διαιώνιση και αναπαραγωγή ενός μεταπρατικού συστήματος το οποίο θα προσαρμοστεί στα περιθώρια που θα του επιτραπούν από την πορεία της «συλλογικής Δύσης», και των σχέσεών της με την Τουρκία. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια θα γίνει το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών ανάμεσα σε διάφορες μερίδες-φατρίες των ελίτ στη χώρα μας. Χωρίς φυσικά να νοιάζονται, ή να περνά από το μυαλό τους μια άλλη πορεία της χώρας μέσα στο ταραγμένο γεωπολιτικά περιβάλλον.
Η «δουλειά» μας μέσα σε αυτό το περιβάλλον
Πρώτα απ’ όλα, να κατανοήσουμε ότι η κοινωνική διαθεσιμότητα παίζει ακόμα και σε αυτές τις συνθήκες έναν ρόλο. Δεύτερον, να κατανοήσουμε ή να συναισθανθούμε τη «στιγμή» στην οποία βρισκόμαστε και τον πραγματικό συσχετισμό δύναμης. Τρίτον, να κατανοήσουμε πως η κοινωνική διαθεσιμότητα πρέπει να ωριμάσει και να πολιτικοποιηθεί. Πιο καθαρά: να χειραφετηθεί πιο ριζικά από το πολιτικό σύστημα, να απορρίψει την «ανάθεση» ως λύση, ακόμα και να αποδεσμευτεί από τις «λύσεις» ευκολίας. Διότι δεν υπάρχουν τέτοιες λύσεις. Κυρίως, να μην παραιτηθεί από τη διεκδίκηση ενός ανεξάρτητου και αυτόνομου προς το πολιτικό σύστημα ρόλου.
Αν αυτή η κοινωνική διαθεσιμότητα έχει τις ρίζες της σε έναν υπαρκτό ριζοσπαστισμό στην κοινωνία, που κινείται ή υπάρχει σε χαμηλές πτήσεις προς το παρόν, είναι αναγκαίο να μπολιαστεί με ιδεολογικά στοιχεία τέτοια που να προάγουν μια πολιτικοποίησή του, που να κάνουν αναγκαία για την ίδια την ύπαρξή του μια Πολιτική η οποία να τον εκφράζει βαθιά και ουσιαστικά. Αναγκαία είναι και η επένδυση σε ένα σχέδιο που να συνδέει την υπόσταση της χώρας με όσα συμβαίνουν διεθνώς και γύρω μας, στη γειτονιά μας: ένα σχέδιο Εθνικής Κυριαρχίας που να υποστηρίζεται μαζικά και σε κάθε τομέα.
Απέχουμε από αυτό το σημείο, και για να το φθάσουμε πρέπει να διανυθεί μια μεγάλη απόσταση και να καλυφθούν πολλά κενά. Όπως λέει όμως και ο ποιητής, «Τίποτα αδύνατο στον κόσμο, φθάνει να τολμήσεις να ανέβεις στην κορυφή». Επομένως, αυτοί ας κάνουν τη «δουλειά» τους και εμείς να κάνουμε τη δική μας. Αλλά να την κάνουμε πραγματικά και με επίγνωση.
ΥΓ: Ξεχωρίζω μια φράση-ύβρι που ξεστόμισε ο κ. Φλωρίδης (ο οποίος παρίστανε για χρόνια τον προβληματισμένο σε διάφορους χώρους, μέχρι να γίνει υπουργός «Δικαιοσύνης» του Μητσοτάκη) κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τα Τέμπη. Είπε λοιπόν ξεδιάντροπα: «Όσοι μιλούν για μπαζώματα είναι για τα μπάζα». Μετά τα Τέμπη, η λέξη «μπάζωμα» παίρνει κι άλλες σημασίες. Στο τι μπαζώθηκε, πέρα από την αλήθεια και τα αποδεικτικά υλικά, υπάρχει και η ηθική διάσταση: ότι μαζί μπαζώθηκαν και ανθρώπινα μέλη και ανθρώπινο βιολογικό υλικό. Ο υπουργός «Δικαιοσύνης» Φλωρίδης θέλει να ρίξει στα «μπάζα» και ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Πόσο θα τους ανεχόμαστε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου