Διον. Βραϊμάκης
Ο φίλος μου ο Λ. περπάτησε πολλά χιλιόμετρα στις δεκαετίες της ζωής του με ένα καλό πόδι και με ένα βασανισμένο από τα πάθη, και τα λάθη, άλλων χρόνων. Περπάτησα χωλαίνοντας, γέρνοντας στην περπατησιά του.
Δεν παραπονέθηκε ποτέ. Τα... έζησε όλα, όπως όλοι, όπως οι άλλοι που ουδέποτε τους ένιωσε «άλλους», αλλά απολύτως ίδιους. Όπως και οι άλλοι, όλοι εμείς, ο κόσμος του, και όσοι συναναστράφηκε, ουδέποτε τον νιώσαμε «άλλον».
Και βάδισε, και οδήγησε, και δούλεψε (σκληρά μάλιστα), και χόρεψε, και έκανε σχέσεις, και είχε παρέες, και ερωτεύτηκε, και τον ερωτεύτηκαν, και καλοπαντρεύτηκε, και μορφώθηκε, και ωραίο παιδί υπήρξε.
Η μεγάλη του δύναμη ήταν το κολύμπι. Στο νερό ένιωθε πλήρη απαλλαγή από το πρόβλημά του. Δεν χρειαζόταν να περπατάει! Ένας ελεύθερος άνθρωπος που έκανε ανεμπόδιστα όλες τις κινήσεις. Γι’ αυτό λατρεύει τη θάλασσα –πάθος! Είπαμε: έζησε και ζει μια κανονική ζωή, έστω και ελαφρώς (ή κάτι περισσότερο από ελαφρώς) χωλαίνουσα. Δεν άφησε αυτή τη ζωή να γέρνει σαν το σώμα του.
Ήταν από τα παιδιά μακρινών δεκαετιών που ως μια ηλικία μεγάλωσαν με έναν μηχανισμό στο πόδι, μια σιδερένια κατασκευή στήριξης στο περπάτημα. Ήταν σημαντικό και αυτό, γιατί η περιπέτεια είχε αρχίσει με ολική παράλυση και συνεχίστηκε με σταδιακή επάνοδο στην κίνηση των άκρων.
Δεν τον άκουσα ποτέ να βαρυγκωμάει, δεν έδειξε ποτέ πικραμένος, δεν αναρωτήθηκε ποτέ «γιατί;» σε εκείνον. Μόνο ένα «αν» είχε ψιθυρίσει κάποτε:
-Αν είχε βγει λίγο πριν το εμβόλιο…
Γιατί ο Λ., είχε υποφέρει στα βρεφικά του χρόνια από πολιομυελίτιδα που τσάκισε την αρτιμέλεια ολόκληρης γενιάς. Η σαρωτική αρρώστια νικήθηκε, τότε, από το εμβόλιο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου