Στο τριήμερο της συζήτησης για το εργασιακό νομοσχέδιο στη Βουλή, όπως και στους δύο μήνες συντήρησης του θέματος στην επικαιρότητα με τις επιλεκτικές διαρροές του υπουργού Εργασίας, η κυβέρνηση προσπάθησε να προβληθεί ως εκφραστής ενός γενναίου, νέου κόσμου, ως φορέας νομοθετικής καινοτομίας και αποφασιστικών αλλαγών στο εργατικό δίκαιο, που το προσαρμόζουν στις συνθήκες της ψηφιακής εποχής.
Με την επιθετική προπαγάνδα της παρουσίασε το συνονθύλευμα διατάξεων του νομοσχεδίου που ψήφισε μόνη της ως άλμα στο μέλλον. Στον αντίποδα, κατηγόρησε την αντιπολίτευση, τα συνδικάτα, τους απεργούς ως εκφραστές του παρηκμασμένου «εργατοπατερισμού», ως εκπροσώπους του παλιού, μακρινούς αντίλαλους ξεπερασμένων ιδεών και κεκτημένων.
Προσπάθησε επίσης η κυβέρνηση Μητσοτάκη να ρίξει γέφυρες συνεννόησης με την κοινή γνώμη, να προκαλέσει τον γνώριμο κοινωνικό αυτοματισμό της επιβάρυνσης του συνόλου από τους «επαγγελματίες συνδικαλιστές», επικαλούμενη είτε τους υποψηφίους των πανελλαδικών, είτε τους επιβάτες των μέσων μεταφοράς και της ακτοπλοΐας. Το «κάζο» που επεφύλαξαν οι τελευταίοι στα ρεπορτάζ των πρόθυμων καναλιών, παίρνοντας το μέρος των απεργών, δεν πτόησε την κυβέρνηση.
Σε γενικές γραμμές, το αντεργατικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε χθες αποτελεί την κορωνίδα της κυβερνητικής επιχείρησης μετωνυμίας και ευφημισμών. Ή, για να το πούμε πολύ απλά, μετατροπής του ψεύδους σε αλήθεια και του κρέατος σε ψάρι.
Ας τελειώνουμε με αυτή την επιχείρηση παραπλάνησης: αυτό που με φανατισμό νεοφώτιστου νεοφιλελεύθερου της δεκαετίας του ’80 υπερασπίστηκαν χθες ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εργασίας και άλλα κυβερνητικά στελέχη είναι η ρεβάνς της Δεξιάς και της τάξης που εκπροσωπεί για τις κατακτήσεις της μεταπολίτευσης. Είναι το μίσος στα συνδικάτα, η απέχθεια για τη συλλογική οργάνωση και αντίδραση των εργαζομένων, η νοσταλγία του αληθινού «εργατοπατερισμού» που η συντηρητική παράταξη, μαζί με τους εργοδότες φίλους της, για δεκαετίες εξέθρεψε.
Και είναι η οπισθοδρόμηση του κόσμου της εργασίας στις ανελέητες συνθήκες του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, όταν τίποτε δεν ήταν δεδομένο, ούτε το ωράριο, ούτε ο μισθός, ούτε οι υπόλοιποι όροι εργασίας. Ολα ήταν υπόθεση της ατομικής διαπραγμάτευσης του φοβισμένου και ανυπεράσπιστου εργαζόμενου με τον ισχυρό και ανεξέλεγκτο εργοδότη.
Το νέο που ευαγγελίζεται η αμετανόητη Ν.Δ είναι τουλάχιστον δύο αιώνων. Το παρήγορο είναι ότι ελάχιστοι μπαίνουν στην αναχρονιστική χρονοκάψουλα της κυβέρνησης, έστω και αν ο φόβος ή η απογοήτευση τους εμποδίζουν να το εκφράσουν.
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου