Αρχίζει το Ευρωπαϊκό κύπελλο ποδοσφαίρου και το ερώτημα που τίθεται είναι: Πως μπορεί να δώσει, άραγε, χαρά σ’ έναν άνεργο νέο ή ένα φτωχό το ποδόσφαιρο σήμερα; Η απάντηση παραπέμπει στην ιστορία του αθλήματος. Γιατί το ποδόσφαιρο αποτέλεσε χαρακτηριστικό στοιχείο της εργατικής ταυτότητας και κουλτούρας· προνομιακός χώρος επιβεβαίωσης των συλλογικών ταυτοτήτων, των εθνικών νομιμοποιήσεων και διεκδικήσεων, των τοπικών και εθνικών ανταγωνισμών. Στο παιχνίδι αυτό αντανακλάται ο κοινωνικός ή ο εθνικός ανταγωνισμός αλλά και η αμφισβήτηση των κοινωνικών ιεραρχιών και των συσχετισμών δύναμης. Στην Αγγλία οι ποδοσφαιρικές ομάδες ήταν βασικό σημείο της εργατικής ταυτότητας. Οι σπουδαστές στο Τορίνο, μεταξύ αυτών και ο Ανιέλι, όταν ίδρυσαν τη Γιουβέντους είχαν ως έμβλημά της το σύνθημα «Σοβαρότητα, απλότητα, εγκράτεια», δίνοντας ουσιαστικά την εικόνα ενός βιομηχανικού σχεδίου, όπως εξάλλου ήταν και το «You ’ll never walk alone» της Λίβερπουλ. Οι σπουδαστές στην Βαρκελώνη θα ιδρύσουν την «Μπάρτσα» η οποία θα καταστεί η σημαία των εθνοτικών διεκδικήσεων των Καταλανών κ. ο. κ.
Ο Ελίας Κανέτι συγκλονίζεται από την ιαχή «γκοοοολ» που ακούγεται από το στάδιο Πράτερ της Βιέννης. Ο συλλογικός ναρκισσισμός διαμορφώνεται εδώ. Η ομάδα γίνεται ο ταυτοτικός συλλογικός καθρέφτης. Η «ομαδική αγάπη» καλλιεργείται εδώ, όπως και το «μίσος για τους εκτός ομάδας», τους αντιπ-άλλους. Η σχέση μεταξύ του συλλογικού ναρκισσισμού και της εχθρικότητας μεταξύ των αντίπαλων ομάδων οδηγείται από μια προκατειλημμένη αντίληψη για την ομάδα που δήθεν απειλείται συνεχώς. Ο συλλογικός ναρκισσισμός σχετίζεται με την υπερευαισθησία στην πρόκληση αλλά και την πεποίθηση ότι μόνο η εχθρική εκδίκηση είναι η επιθυμητή και ικανοποιητική απάντηση. Από εδώ εκκινεί ο «χουλιγκανισμός».
Τελικά, ποια είναι η λειτουργία του ποδοσφαίρου; Είναι ιδεολογία και λαϊκή θρησκεία; «όπιο του λαού»; Ή απλώς κατοπτρίζει την κοινωνία; Μπορούμε να ισχυρισθούμε, σήμερα, ότι το ποδόσφαιρο καταλαμβάνει το συμβολικό χώρο που εκκενώθηκε από τις μεγάλες θρησκείες; Ότι είναι η παραμυθία στον χαοτικό κόσμο μας; Κατά την άποψη του Κριστιάν Μπρομπερζέ το ποδόσφαιρο «δεν είναι ούτε όπιο του λαού ούτε νοσταλγία μήτε αρχαϊκή εξανάσταση μήτε ταξική πρακτική... (αλλά) είναι η πολεμική συνύπαρξη αντιθετικών οπτικών», ένα είδος οικουμενικής αναφοράς, ένα από τα σπάνια στοιχεία μιας αρσενικής κουλτούρας, η οποία διαπερνά τις διάφορες περιοχές, τα έθνη, τις γενιές και υπό μία έννοια αποτελεί τον καθρέφτη της κοινωνίας.
Άλλοι κάνουν τη διάκριση των δύο παραγόντων του παιγνιδιού, των ποδοσφαιριστών από τους θεατές, το παιχνίδι που παίζεται στο γήπεδο από το «δράμα» που λαμβάνει χώρα στις κερκίδες. «Οι αθλητές αγωνίζονται παίζοντας, ενώ οι θεατές αγωνίζονται στα σοβαρά» έλεγε ο Ουμπέρτο Έκο. Αλλά γιατί, άραγε, να παίρνουμε στα σοβαρά τη θέαση ενός παιγνιδιού; Γιατί το θέαμα μας διεγείρει. Μάλιστα, φωνάζοντας και χειρονομώντας ασκούμαστε σωματικά και ψυχικά, εκτονωνόμαστε, μόνο που αυτή η εκτόνωση δεν οδηγεί όπως στους αθλητές σε μια νέα σχέση με το σώμα μας, δηλαδή στον έλεγχο και στην αυτοσυγκράτηση, αλλά στη χειραγώγησή του, στην instrumentum regni. Η δική μας συμμετοχή στο παιγνίδι γίνεται στο... μιλητό, που τροφοδοτείται από τον Τύπο και την Τηλεόραση. Η αθλητική φλυαρία αυτού του είδους έχει όλα τα χαρακτηριστικά της πολιτικής συζήτησης και μερικές φορές είναι το υποκατάστατό της. Στις χρονικές περιόδους, μάλιστα, που η πολιτική απαξιώνεται, τότε η ποδοσφαιρική και γενικότερα η αθλητική φλυαρία γίνεται και η ίδια πολιτική συζήτηση.
Και τώρα τι; Τώρα και πάντα το ποδόσφαιρο θα εξακολουθεί να είναι η χαρά των φτωχών στις αλάνες ή στις φαβέλες, αλλά θα είναι και η δυστυχία άλλων ανθρώπων και μάλιστα μικρών παιδιών στην Ασία εκεί όπου κατασκευάζουν μπάλες και αθλητικά προϊόντα για ένα κομμάτι ψωμί. Θα είναι «όπιο του λαού» αλλά και κολυμπήθρα εμβάπτισης στην τεράστια ηδονή να χαίρεσαι μαζί και να αντιλαμβάνεσαι απτά την ανωτερότητα του Εμείς από το Εγώ. Ενός «Εμείς» συνήθως σάπιου, βίαιου, χουλιγκανικού. Αυτές οι αντιθέσεις υπάρχουν εξαιτίας της συνύπαρξης τόσο της αξίας χρήσης του ποδοσφαίρου της αλάνας(που πλέον έγινε 5χ5 επί πληρωμή) όσο και της ανταλλακτικής αξίας του ποδοσφαίρου-εμπόρευμα.
Στο βιβλίο «πως μας έκλεψαν το ποδόσφαιρο» οι δημοσιογράφοι Fancois Ruffin και Antoine Dumini μας μιλούν για το λαϊκό ποδόσφαιρο, τότε που δεν ήταν μία μεγάλη επιχείρηση και οι ποδοσφαιριστές δεν ήταν οι σύγχρονοι «μονομάχοι» στην αρένα. Γράφουν, λοιπόν, για τον Socrates(Βραζιλία), τον Carlos Caszely(Χιλή), τον Robbie Fowler(Βρετανία) και άλλους ποδοσφαιριστές που τάχθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπέρ των απόκληρων, υπέρ των αδικημένων. Ακόμα και σήμερα στη λατινική Αμερική είναι ζωντανή μία άλλη προσέγγιση του ποδοσφαίρου. Μιλώ για τον ποδοσφαιρικό σύλλογο της Αργεντινής που φέρει το όνομα Che Guevara FC, που αντιτίθεται στην εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου. Γι’ αυτό όσοι μιλούν για «αντιποδοσφαιρική ρητορεία» και «αριστερή ενοχή» δεν είναι παρά οι οπαδοί του ποδοσφαίρου της FIFA και των πολυεθνικών, αυτοί που αρκούνται, προκειμένου να «σκάσει ένα χαμόγελο το χειλάκι τους», σε μία… χειραγωγημένη χαρά!
Ο μετασχηματισμός του ποδοσφαίρου και γενικά του αθλητισμού σε μέσο εκμετάλλευσης, σε μέσο για τη συσσώρευση κερδών μέσα από τα μεγάλα γεγονότα, έχει ως συνέπεια οι λαοί να πληρώνουν ακριβά τη ζημιά(κατασκευή σταδίων, διαφθορά) με αύξηση φόρων, με αύξηση των εισιτηρίων στα μέσα μαζικής μεταφοράς, με περικοπές στην υγεία και την Παιδεία, με αλλαγές στις συντάξεις, τις εργασιακές σχέσεις κ.ά.. Γι’ αυτή την αδικία διαδηλώνουν οι Βραζιλιάνοι, οι Γάλλοι και κάποτε οι Έλληνες. Και ασφαλώς δεν φταίει το ποδόσφαιρο ή ο αθλητισμός γι’ αυτό, αλλά ο τρόπος που χρησιμοποιούνται από το πλανητικό κεφάλαιο. Το ίδιο ισχύει και με το νερό, το οποίο από δημόσιο αγαθό, από αξία χρήσης γίνεται εμπόρευμα, ανταλλακτική αξία. Το ίδιο θα συμβεί σε λίγο και με τον αέρα που αναπνέουμε.
Τι σχέση έχει το ποδόσφαιρο που παίζεται στις αλάνες με το ποδόσφαιρο που παίζεται στα γήπεδα της FIFA; Καμία. Το σημερινό ποδόσφαιρο δεν είναι καθόλου «αθώο», είναι ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟ, καθώς εκμεταλλεύεται μικρά παιδιά, εργαζόμενους, ολόκληρες χώρες προκειμένου να αποκομίσει κέρδη, πουλώντας χαρά, εκτόνωση, εφησυχασμό. Το ποδόσφαιρο, αυτό το ποδόσφαιρο, παραπέμπει σε μία κατασκευασμένη Αυτοκρατορία-Αγορά των Αισθήσεων όπου ο πρωταγωνιστής πεθαίνει από στραγγαλισμό, όπως στην ταινία του Ναγκίσα Όσιμα, γιατί η υπέρτατη ηδονή του είναι συνυφασμένη με το θάνατό του.
Πηγή:artinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου