Ανδρέας Κοσιάρης
Φορολογικά δεδομένα που βρέθηκαν στην κατοχή της ProPublica, φανερώνουν πως οι πιο πλούσιοι Αμερικανοί — δισεκατομμυριούχοι όπως ο Τζεφ Μπέζος, ο Έλον Μασκ, ο Γουόρεν Μπάφετ και άλλοι — πληρώνουν ελάχιστο φόρο εισοδήματος σε... σύγκριση με τις τεράστιες περιουσίες τους. Για κάποιες χρονιές μάλιστα, δεν πλήρωσαν απολύτως τίποτα.
Τα δεδομένα αυτά, όπως αναφέρει ο δημοσιογραφικός οργανισμός σε εκτενές άρθρο, «διαλύουν τον ακρογωνιαίο μύθο του Αμερικανικού φορολογικού συστήματος: ότι όλοι πληρώνουν το δίκαιο μερίδιό τους και οι πλουσιότεροι Αμερικανοί πληρώνουν περισσότερα. Τα στοιχεία του IRS [της αμερικανικής Φορολογικής Αρχής] δείχνουν ότι οι πλουσιότεροι μπορούν — εντελώς νόμιμα — να πληρώνουν φόρο εισοδήματος που είναι μονάχα ένα μικρό κλάσμα των εκατοντάδων εκατομμυρίων, ή και δισεκατομμυρίων, αύξησης της περιουσίας τους κάθε έτος».
Για παράδειγμα, ο Τζεφ Μπέζος δεν πλήρωσε ούτε σεντ σε ομοσπονδιακό φόρο εισοδήματος το 2007 και το 2011. Το ίδιο κατάφερε και ο Έλον Μασκ το 2018. Το ίδιο επίτευγμα κατάφερε τα τελευταία χρόνια ο Μάικλ Μπλούμπεργκ, ενώ ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Καρλ Άικαν το πέτυχε δύο φορές και ο Τζορτζ Σόρος επί τρία συνεχή χρόνια.
Όπως αναφέρει η ProPublica, τα τελευταία χρόνια το μέσο αμερικανικό νοικοκυριό είχε έσοδα 70.000 δολάρια και πλήρωσε ομοσπονδιακό φόρο της τάξης του 14% πάνω σε αυτά. Οι δημοσιογράφοι της ProPublica συνέκριναν τα φορολογικά δεδομένα για τους 25 πλουσιότερους Αμερικανούς, με την εκτίμηση του Forbes για το πόσο αυξήθηκε η περιουσία τους το ίδιο διάστημα.
Σύμφωνα με αυτήν την ανάλυση, η περιουσία των 25 αυτών ανθρώπων αυξήθηκε κατά 401 δισ. δολάρια στο διάστημα μεταξύ του 2014 και του 2018. Στο ίδιο αυτό διάστημα, πλήρωσαν συνολικά 13,6 δισ. δολάρια σε φόρους εισοδήματος. Το ποσό μπορεί να φαίνεται μεγάλο, αλλά μεταφράζεται σε πραγματικό φορολογικό συντελεστή της τάξης του 3,4%.
Η αύξηση περιουσίας, το δηλωμένο εισόδημα, οι συνολικοί φόροι και ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής τεσσάρων από τους πλουσιότερους Αμερικανούς για την περίοδο 2014-2018. Πηγή: ProPublica
Κανείς από τους 25 πλουσιότερους Αμερικανούς δεν απέφυγε τους φόρους του όσο ο Γουόρεν Μπάφετ. Στο διάστημα 2014-2018, η περιουσία του αυξήθηκε κατά 24,3 δισ. δολάρια. Στο ίδιο διάστημα, πλήρωσε μόλις 23,7 εκατ. δολάρια σε φόρους, ποσοστό της τάξης του 0,1%, δηλαδή λιγότερα από 10 σεντ για κάθε 100 δολάρια που προσέθεσε στην περιουσία του.
Τέτοιου είδους φοροαποφυγή είναι απολύτως νόμιμη υπό το αμερικανικό φορολογικό σύστημα. Πώς όμως γίνεται;
Οι περισσότεροι από τους Αμερικανούς CEO λαμβάνουν μονάχα μία συμβολική αμοιβή από τις εταιρείες τους. Ο Τζεφ Μπέζος λαμβάνει περίπου 80.000 δολάρια ανά έτος από την Amazon, ενώ άλλοι δισεκατομμυριούχοι έχουν επιδοθεί σε ένα «παιχνίδι χαμηλών μισθών». Πρώτος το είχε κάνει ο Στιβ Τζομπς, που λάμβανε μισθό ενός δολαρίου όταν επέστρεψε στην Apple τη δεκαετία του 1990. Πιο πρόσφατα, παρόμοια χαμηλή μισθολογία έχουν ο Ζούκερμπεργκ της Facebook, ο Λάρι Έλισον της Oracle και ο Λάρι Πέιτζ της Google.
Μπορεί μια τέτοια πρακτική να φαίνεται μεγαλόψυχη, όμως το μισθολογικό εισόδημα υπόκειται σε μεγαλύτερη φορολογία. Για το 2018, οι 25 πλουσιότεροι Αμερικανοί δήλωσαν 158 εκατ. δολάρια σε μισθούς, μόλις το 1,1% του δηλωμένου εισοδήματός τους για εκείνη τη χρονιά. Το υπόλοιπο δηλωμένο τους εισόδημα προήλθε από μερίσματα, πωλήσεις μετοχών, ομολόγων και άλλων επενδύσεων, που φορολογούνται με χαμηλότερο συντελεστή.
Ακόμα κι αυτή όμως, δεν είναι η πλήρης εικόνα. Το μεγαλύτερο κομμάτι της αύξησης των περιουσιών τους, είναι «στα χαρτιά» δηλαδή σε μετοχές. Αυτή η μετοχική περιουσία, γνωστή ως «μη πραγματοποιηθέντα κέρδη» δεν φορολογείται, παρά μόνο όταν τα κέρδη αυτά «πραγματοποιηθούν», δηλαδή όταν οι μετοχές πουληθούν.
Όταν λοιπόν οι CEO πληρώνονται σε μετοχές, αντί για μετρητά, δεν οφείλουν καθόλου φόρο για αυτήν τους την «αμοιβή», μέχρι να πουλήσουν αυτές τις μετοχές, οπότε θα οφείλουν φόρο 20% πάνω στο ποσό πώλησης. Όμως δεν χρειάζεται να πουλήσουν τις μετοχές τους για να αποκτήσουν εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια από αυτές.
Αντίθετα, τις χρησιμοποιούν ως εγγύηση για να λάβουν δάνεια, τα οποία όχι μόνο δεν φορολογούνται, αλλά έχουν και μονοψήφιους τόκους, που συμφέρουν περισσότερο από τον διψήφιο φόρο που θα πλήρωναν σε περίπτωση πώλησης των μετοχών. Οι τόκοι αυτοί μάλιστα, μπορούν να δηλωθούν ως έξοδα, κι έτσι να αντισταθμίσουν οποιαδήποτε χρήματα δεν γίνεται να μη δηλωθούν ως εισόδημα.
Ένα παράδειγμα αυτής της πρακτικής είναι ο Έλον Μασκ. Όπως αναφέρει η ProPublica, το περασμένο έτος η Τέσλα ανακοίνωσε πως ο Μασκ είχε προσφέρει ως ενέχυρο περίπου 92 εκατ. μετοχές της εταιρείας, αξίας 57,7 δισ. δολαρίων τον Μάιο του 2021, για προσωπικά δάνειά του. Οι φορολογικές του δηλώσεις, αντίθετα, δείχνουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα. Πλήρωσε 68.000 δολάρια το 2015, 65.000 το 2017 και καθόλου φόρο εισοδήματος το 2018. Μεταξύ του 2014 και του 2018, ο πραγματικός φορολογικός του συντελεστής ήταν 3,27%.
Οι νόμιμες αυτές φοροαποφυγές είναι γνωστές και εφαρμόσιμες στην Αμερική από τουλάχιστον τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Όμως τα πραγματικά δεδομένα, οι αριθμοί και τα ποσά, δεν ήταν γνωστά μέχρι σήμερα στο ευρύ κοινό.
Οι φορολογικές προτάσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν, αν και θα αυξήσουν τους φόρους σε μεγάλα εισοδήματα και τον εταιρικό φόρο, δεν πρόκειται να ακουμπήσουν τις περιουσίες των πλουσιότερων Αμερικανών. Αντίθετα, προτάσεις όπως του Μπέρνι Σάντερς και της Ελίζαμπεθ Γουώρεν, θα φορολογούσαν (έστω ελάχιστα) την περιουσία των δισεκατομμυριούχων, ενώ ο γερουσιαστής του Όρεγκον, Ρον Γουάιντεν, έχει προτείνει φορολόγηση των «μη πραγματοποιηθέντων κερδών» — όλες τους προτάσεις που θα έκαναν πραγματική διαφορά στα δημόσια οικονομικά, αλλά που η υιοθέτησή τους είναι εξαιρετικά αμφίβολη.
Η ανάλυση της ProPublica κλείνει με τα λόγια του Γουόρεν Μπάφετ, του δισεκατομμυριούχου που πρόσκειται στους Δημοκρατικούς και μιλά συχνά για τη σημασία της αύξησης της φορολογίας στην τάξη του, αλλά ταυτόχρονα εκμεταλλεύεται όλα τα «παραθυράκια» που του δίνει ο νόμος για να αποφύγει τη φορολογία.
O Μπάφετ, λοιπόν, είχε πει το 2011 τα εξής αληθινά: «Τα τελευταία 20 χρόνια διεξάγεται ένας ταξικός πόλεμος, και η τάξη μου τον κέρδισε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου