Γιάννης Μυλόπουλος
Oι ομιλίες του εκάστοτε πρωθυπουργού και του εκάστοτε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη ΔΕΘ κάθε Σεπτέμβρη και οι συνεντεύξεις τύπου που παραδοσιακά δίνουν στους δημοσιογράφους με απόσταση μιας βδομάδας οι δύο πολιτικοί αρχηγοί, προσφέρονται για συζητήσεις και πολιτικές αναλύσεις για τα προγράμματα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Προσφέρονται όμως και για συγκρίσεις, σχόλια και κριτική και για τους δύο, πρωθυπουργό και αρχηγό αντιπολίτευσης, καθώς είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία να τους δούμε να δοκιμάζονται κάτω από τις ίδιες ή έστω κάτω από αντίστοιχες συνθήκες.
Στην προκειμένη περίπτωση, την περίπτωση δηλαδή του Μητσοτάκη και του Τσίπρα, η πρόκληση της σύγκρισης είναι ακόμη μεγαλύτερη, καθώς η άρνηση του σημερινού πρωθυπουργού προεκλογικά να αντιπαρατεθεί στα ίσα, όπως λέμε, με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε ζωντανή τηλεοπτική αντιπαράθεση τύπου debate, μας στέρησε την ευκαιρία να τους δούμε μαζί.
Κι ακόμη, η συστηματική επιλογή του Μητσοτάκη να μην απευθύνεται στους πολίτες μέσα από ζωντανές συζητήσεις με δημοσιογράφους, αλλά μέσα από στημένα και βιντεοσκοπημένα διαγγέλματα, μας έχει στερήσει τη δυνατότητα να τον δούμε να δοκιμάζεται σε πραγματικό χρόνο και σε πραγματικές συνθήκες.
Η σύγκριση των δύο πολιτικών πάντως, σε κάθε περίπτωση, είναι μια άδικη σύγκριση.
Ο Αλέξης αδικείται γιατί ο Μητσοτάκης έχει τη διαρκή και ένθερμη υποστήριξη του συνόλου των ΜΜΕ, που δημιουργούν μια εντύπωση γι’ αυτόν μάλλον υπερβολική και πάντως αναντίστοιχη με την αλήθεια. Αν σκεφτεί κανείς ότι κατά καιρούς δημοσιογράφοι και ΜΜΕ προσπάθησαν να τον παρουσιάσουν σαν τον προφήτη Μωυσή που έσωσε τον περιώνυμο λαό του από την πανδημία και σαν τον Τσώρτσιλ που χάρισε τη νίκη στους Βρετανούς στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, γίνεται αντιληπτή η αγωνία με την οποία τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ προσπαθούν να τον παρουσιάσουν σαν κάτι που προφανώς δεν είναι.
Αδικείται λοιπόν ο Αλέξης Τσίπρας από αυτή την υπερβολική προβολή του Μητσοτάκη, καθώς ο ίδιος, από πολιτική άποψη, δεν έχει ούτε τον επικοινωνιακό μηχανισμό, ούτε τους επικοινωνιολόγους, ούτε τα ΜΜΕ, ούτε όμως και τα χρήματα που επενδύει ο πολιτικός του αντίπαλος στην προσωπική του προβολή. Αξίζει να τονιστεί ότι ο Τσίπρας δεν τα είχε όλα αυτά ούτε όταν ήταν πρωθυπουργός και μπορούσε να τα έχει, αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ο ίδιος από ιδεολογία και από συνειδητή πολιτική άποψη, ουδέποτε διανοήθηκαν να σπαταλήσουν δημόσιο χρήμα για την προβολή τους, προτιμώντας να εργάζονται σιωπηλά και να μιλούν γι’ αυτούς τα έργα τους.
Η επικοινωνία λοιπόν και η προπαγάνδα είναι ένας τομέας στον οποίο η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Μητσοτάκης υπερτερούν, σε αντίθεση με την αξιωματική αντιπολίτευση και τον Αλέξη Τσίπρα που βρίσκονται σε δυσμενή θέση.
Αυτή η διαφορά εξηγείται απόλυτα και από τις εκφρασμένες πεποιθήσεις των δύο πολιτικών αρχηγών.
Ο Μητσοτάκης έχει κατ’ επανάληψη και σε ανύποπτο χρόνο δηλώσει ότι αυτό που τον ενδιαφέρει κατά προτεραιότητα είναι η επικοινωνία, καθώς σημασία δεν έχει τι στ’ αλήθεια συμβαίνει, αλλά τι είναι αυτό που αντιλαμβάνεται ότι συμβαίνει ο κόσμος, που είναι και ο τελικός κριτής. Εξ ου και όλη αυτή η κυβερνητική προπαγάνδα που παρουσιάζει τα πράγματα ακριβώς όπως δεν είναι…
Ο Τσίπρας από την άλλη, το έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη και το είπε καθαρά και στην ομιλία του προχτές στη Θεσσαλονίκη. Κατηγόρησε την κυβέρνηση για υπερβολική ενασχόληση με τη δημιουργία εντυπώσεων και είπε ότι καιρός είναι να επαναφέρουμε την πολιτική στο προσκήνιο, περνώντας από την επικοινωνία και τη δημιουργία εντυπώσεων, στην επίλυση των προβλημάτων των πολιτών που έχουν συσσωρευτεί και τους κάνουν να δυσφορούν.
Όμως ουδέν κακόν αμιγές καλού. Αν στις εντυπώσεις, στην επικοινωνιακή προβολή και στην προπαγάνδα υπερτερεί ο Μητσοτάκης, υπάρχει και ένας τομέας στον οποίον υπερτερεί ο Αλέξης. Ο οποίος έχει ένα φυσικό χάρισμα επικοινωνίας που ο Μητσοτάκης δεν διαθέτει. Ο Αλέξης είναι απλός, φυσικός, ειλικρινής και άνετος με τον φακό και με τους δημοσιογράφους. Κι αυτό περνάει στον κόσμο και τον κάνει γοητευτικό και συμπαθή.
Αυτή του η ικανότητα προφανώς δεν είναι τυχαία. Πηγάζει από την αυτοπεποίθηση που αισθάνεται ως ιδιαίτερα ευφυής και ετοιμόλογος πολιτικός, αλλά και ως πάντοτε πολύ καλά ενημερωμένος και… διαβασμένος. Χαρίσματα που τον κάνουν να μπορεί να αντιπαρατεθεί ακόμη και στις πιο δύσκολες, απαιτητικές και εχθρικές
συνθήκες.
Σε αντίθεση με τον Μητσοτάκη, ο οποίος «δεν το έχει» το επικοινωνιακό. Γι’ αυτό και εμφανίζεται ζορισμένος, αμήχανος και νευρικός στις συνεντεύξεις και αναγκάζεται να διαβάζει ερωτήσεις και απαντήσεις σε σκονάκια. Με αποτέλεσμα να μη γίνεται ιδιαίτερα πειστικός.
Ο ένας έχει τα λεφτά και τα μέσα για να υποκαταστήσει το χάρισμα που του λείπει. Η ιδεολογία του άλλωστε, αυτή του νεοφιλελευθερισμού, στηρίζεται στο χρήμα και σε αυτά που κανείς μπορεί να αγοράσει με αυτό.
Ο άλλος πάλι έχει το χάρισμα, το οποίο τον κάνει γοητευτικό ακόμη και σε εχθρικό δημοσιογραφικό περιβάλλον. Και γι’ αυτό δεν χρειάζεται την επικοινωνιακή προβολή που χρησιμοποιεί ο πολιτικός του αντίπαλος. Η ιδεολογία του άλλωστε του επιβάλλει να δίνει σημασία στο περιεχόμενο της πολιτικής και όχι στο περιτύλιγμα της επικοινωνίας.
Όλα αυτά φάνηκαν ξεκάθαρα στις παρουσίες των δύο πολιτικών στη Θεσσαλονίκη.
Στην ερώτηση λοιπόν που απασχολεί στις μέρες μας, ποιος από τους δύο κέρδισε τις εντυπώσεις, η απάντηση είναι, εξαρτάται από το ποιες εντυπώσεις εννοούμε.
Αν αναφερόμαστε στην ικανότητα των πολιτικών αρχηγών να εμφανίζονται ακόμη και σαν πρωταγωνιστές σε γουέστερν προκειμένου να κερδίσουν τις εντυπώσεις, τότε ασφαλώς στη σύγκριση κέρδισε κατά κράτος ο Μητσοτάκης. Που κατάφερε με ένα άλογο και έναν κάου μπόι να κάνει τον κόσμο να ξεχάσει την αδυναμία του να διαβάζει τις απαντήσεις από μέσα. Ούτε ο Τζον Γουέιν και οι άλλοι πρωταγωνιστές των γουέστερν άλλωστε δεν είχαν ανάγκη να αντιμετωπίζουν σε πραγματικό χρόνο δημοσιογράφους και να απαντούν από στήθους σε δύσκολες ερωτήσεις…
Αν όμως η ερώτηση είναι ποιον από τους δύο θα εμπιστευόσασταν για πρωθυπουργό, τότε ασφαλώς τις εντυπώσεις τις κέρδισε ο Αλέξης. Ο οποίος μπορεί να μην είχε ακριβοπληρωμένους επικοινωνιολόγους και σκηνοθέτες ταινιών γουέστερν σπαγγέτι στην ομάδα του. Είχε όμως τις εξαιρετικά ευθύβολες και εύστοχες απαντήσεις που έδωσε σε όλους τους δημοσιογράφους, ανεξαιρέτως αν εκπροσωπούσαν φιλικά του μέσα.
Κι ακόμη, είχε και μια φαρμακερή ατάκα για το τέλος που έγινε viral, όπως λένε, στα κοινωνικά δίκτυα.
Η ανταπάντησή του στην ολοφάνερα στημένη αναφορά Μητσοτάκη σε γαλοπούλες που θα σφαγούν τα Χριστούγεννα, ήταν μια ευφυής παρομοίωση του πρωθυπουργικού γουέστερν με τους Ντάλτον και τον Ραν Ταν Πλαν, που έσπασε ταμεία.
Αποδεικνύντας στην πράξη ότι οι καλύτερες στιγμές είναι αυτές που σκηνοθετεί η ίδια η ζωή. Οι οποίες έχουν και ένα επιπλέον πλεονέκτημα: Δεν χρειάζεται να ξοδεύεις δημόσιο χρήμα για να στηθούν…
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου