Για μένα η χούντα ξεκίνησε και έληξε στο ίδιο μέρος. Στον έβδομο όροφο του ΚΑΤ. 1973, από τα επεισόδια στη Νομική Σχολή της Αθήνας
Την καλημέρα μου σε όλες τις απελπιστικά αγανακτισμένες υπάρξεις.
«Η θεία Ελένη είναι παλιά σαν την Αθήνα», αυτό θυμάμαι να το λέω από μικρή. Είχα πάντα την αίσθηση πως η θεία Ελένη κατοικούσε σ’ αυτή την πόλη πριν απ’ όλους μας. Ακόμα και πριν απ’ τις Καρυάτιδες. Ήμουν μετά πλήρους βεβαιότητος σίγουρη πως ήταν λεσβία, αν και ποτέ της δεν μας είχε πει κάτι τέτοιο. Φορούσε πάντα καρό σακάκια με ασορτί παντελόνια. Είχε κοντοκουρεμένα μαλλιά, παντελώς χεσμένους τους άντρες και έφτιαχνε το καλύτερο γλυκό κυδώνι σε ολόκληρη την χώρα.
Λίγο πριν την Χούντα οι γονείς της καταλάβανε πως η θεία Ελενίτσα ήταν ακροαριστερή, μπορεί να υποψιαστήκανε πως ήταν και λεσβία. Εν μια νυκτί λοιπόν αποφάσισαν να την παντρέψουνε στη ζούλα με έναν αξιωματικό. Πού να ‘φτανε το μυαλό των δόλιων, πως η θεία Ελενίτσα θα μετέτρεπε τον χουντικό αξιωματικό σε ένα από τα επίτιμα μέλη του ΚΚΕ, λίγο πριν τον χωρίσει νύχτα. Ο αξιωματικός πέθανε με τον καημό του έρωτά της.
Η θεία Ελενίτσα γεννήθηκε το 1948. Δεν επέτρεψε ποτέ στον εαυτό της να παρασυρθεί στη δίνη της αστικής μονοτονίας. Ήταν η μεγαλύτερη μπλοφατζού που είχα γνωρίσει. Στα χριστουγεννιάτικα τραπέζια όλοι απέφευγαν να παίξουν πόκερ μαζί της, γνωρίζοντας πως ήταν ικανή να τους πάρει μέχρι και τα βρακιά. Εκείνη ξεσπούσε ρίχνοντας τις στάχτες της στο πάτωμα κάθε φορά. Μάλιστα είχα παρατηρήσει πως ένα μικρό μειδίαμα συνόδευε αυτή της την πρακτική υπογραμμίζοντας το πόσο πολύ την απολάμβανε. Και μόνο η παρουσία της ήταν ικανή να αλλάξει έναν χώρο κατακλύζοντάς τον με μίαν αλλόκοτη οικειότητα, από κείνη έφεραν όλοι οι παλιοί αντιστασιακοί.
Όλοι φοβόντουσαν τη θεία Ελενίτσα και τα ξεσπάσματά της. Θυμάμαι έναν ακραίο τσακωμό που έλαβε χώρα μεταξύ της ίδιας και του κουνιάδου της του Γιώργη, ενός εθνικόφρονα παπατζή που ασχολιόταν με εισαγωγές-εξαγωγές, και βάσταγε απ’ το μεγαλύτερο τζάκι γερολαδάδων και χιτών της Ευβοίας. Τόλμησε ο Γιώργης να πει μπροστά στη θεία Ελενίτσα τη χούντα, επανάσταση. Όταν εκείνη αντέδρασε της είπε πως καλά θα κάνει να μείνει στην κουζίνα της όταν μιλάνε για πολιτική οι άντρες. Δέκα λεπτά αργότερα η θεία Ελενίτσα εξήλθε της κουζίνας κρατώντας έναν δίσκο δέκα μικρά πιατάκια απ’ το θρυλικό γλυκό κυδώνι. Ακούμπησε τον δίσκο στη μέση του τραπεζιού και αφού ο καθένας πήρε το πιάτο του είπε: «Όση ώρα βρισκόμουν μέσα, είχα χρόνο να σκεφτώ σοβαρά όσα μου είπε ο Γιώργης. Ίσως η θέση της γυναίκας να είναι στην κουζίνα τελικά. Απ’ τη δύναμη λοιπόν που μου δίνει η θέση μου έκανα το εξής: πήρα ένα ψαλιδάκι και έκοψα μια τουφίτσα απ’ τις μουνότριχές μου. Κάποιος τυχερός θα φάει το καλύτερο γλυκό κυδώνι σήμερα. Κατευθείαν απ’ το εφηβαίο μου. Καλό καταβόδιο, Γιώργη!».
Την είχα καλέσει στο σπίτι με τα κορίτσια γιατί κάθε 17 Νοέμβρη ανέβαινε απ’ το χωριό που πλέον έμενε, στην Αθήνα. Αντιλαμβανόταν την εν λόγω επέτειο περίπου σαν μνημόσυνο των νεανικών της ονείρων. Τα κορίτσια είχαν φτάσει πολύ πριν την συμφωνημένη ώρα για να με βοηθήσουν να ετοιμάσω το τραπέζι του πρωινού πριν την πορεία. Στις 8 το πρωί έφτασε η θεία Ελενίτσα. «Πες μας θεία για τότε. Τι θυμάσαι απ’ το Πολυτεχνείο;» την ρώτησε η Μαιρούλα με το που έκατσε στο τραπέζι.
«Τότε ήμουν 25 χρονών. Δούλευα νοσοκόμα στο ΚΑΤ. Τη βραδιά του Πολυτεχνείου βρέθηκα με μια παρέα στην οδό Στουρνάρη. Ήταν μαζεμένος πάρα πολύς κόσμος. Οι φοιτητές ζητούσανε φάρμακα, ζητούσανε βοήθεια. Καλούσανε τον ελληνικό λαό να αντισταθεί. Περίπου 04:00 το πρωί φύγαμε γιατί μας κυνηγούσαν οι μπάτσοι. Ήταν πάρα πολύς κόσμος, πατείς με πατώ σε. Είχαμε αφήσει το αυτοκίνητο ψηλά, πάνω στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Έξι η ώρα έπιανα βάρδια στο ΚΑΤ. Μαθαίνω πως είχαν συλλάβει δύο απ’ τις φίλες μου, που ήμασταν μαζί στην Στουρνάρη με τη δικαιολογία πως κουβαλούσαν επαναστατικό υλικό. Η μια είχε στην τσάντα της το «Άκου ανθρωπάκο» και η άλλη τις «Αρχές της πολιτικής φιλοσοφίας του Πλάτωνα». Το έμαθα από συντρόφους-συναδέλφους στο ΚΑΤ, όταν ανεβήκαμε στον 7ο όροφο του νοσοκομείου, στα μαγειριά. Εκεί είχαμε ανέβει όταν έγινε η δικτατορία και βλέπαμε απ’ την Κηφισιά τα τανκς που κατέβαιναν στην Αθήνα. Εκείνη την μέρα στο ίδιο μέρος λοιπόν ένας συνάδελφος μου είπε πως έχουνε φέρει δύο τραυματίες απ’ το Πολυτεχνείο. Ένας, δεν θυμάμαι τώρα το όνομά του αν είναι Γεωργόπουλος ή Γεωργουσόπουλος. Άμα δω τους νεκρούς, θα το θυμηθώ. Και μια κοπέλα. Δεν ήτανε φοιτητές απ’ ό,τι κατάλαβα, ήτανε όμως διαδηλωτές. Το αγόρι που ήτανε περίπου 20 με 21 χρονών, πέθανε. Ήτανε τραυματισμένος εδώ στον λαιμό, στον οισοφάγο, εκεί όλα του ήτανε διαλυμένα. Απ’ το Πολυτεχνείο το φέραν το παιδί, σφαίρα μας είπανε. Οι γονείς του, οι συγγενείς του, είπανε ότι ήτανε σφαίρα από ελεύθερο σκοπευτή. Το παιδί κατέληξε. Η κοπέλα μετά από λίγες μέρες έφυγε από την Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Για μένα η χούντα ξεκίνησε και έληξε στο ίδιο μέρος. Στον έβδομο όροφο του ΚΑΤ. Όσο για την γενιά μου; Καθόλου αδικημένη δεν είναι. Όπως στρώσαμε έτσι κοιμόμαστε. Γιατί τότε κορίτσια μου ο πόλεμος έπαιζε κάθε μέρα στο ραδιόφωνο και μεις επιλέγαμε να κλεινόμαστε στους σινεμάδες. Το ίδιο και σήμερα. Η δικιά σας γενιά την αποφεύγει την πραγματικότητα, προτιμά τα βιντεοπαιχνίδια, να την προσέχετε την αποβλάκωση».
Απ’ το αποβλακωμένο αθηναϊκό κέντρο
Για το Κοσμοδρόμιο
Η Γειτόνισσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου