20 χρόνια μετά τη γενοκτονία, το ONEMAN μίλησε με την Ελληνίδα που δουλεύει για την υπόθεση στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Τανζανίας.
Χούτου εξτρεμιστές ρίχνουν αμέσως την ευθύνη για τον θάνατο του προέδρου τους στην RPF (Rwandan Patriotic Front). Κυκλοφορούν στους δρόμους και ψάχνουν να βρούνε τους Τούτσι με μασέτες και όπλα στα χέρια. Τα ραδιόφωνα ήταν η μόνη δίοδος επικοινωνίας και είχαν καταληφθεί και αυτά από Χούτου.
"Μοιάζουν με ζώα. Οι Τούτσι είναι ανθρωποφάγες κατσαρίδες διψασμένες για αίμα. Οι Τούτσι πάντα ήταν κακοί. Πρέπει να πάρετε ξύλα, όπλα, γκλοπ και μασέτες και να προστατέψετε την χώρα μας από αυτούς. Η μόνη θεραπεία είναι ο ολοκληρωτικός αφανισμός τους. Σκοτώστε τους όλους. Καθαρίστε τους. Τα νεκροταφεία είναι άδεια ακόμα. Ποιος θα κάνει την καλή δουλειά και θα μας βοηθήσει να τα γεμίσουμε με Τούτσι;".
Αυτές οι φράσεις ακούγονταν στα ραδιόφωνα της χώρας μαζί με διευθύνσεις όπου έμεναν Τούτσι. Καθαρές εντολές εκτέλεσης.
Οι δύο φυλές συνυπάρχουν στην Ρουάντα από τον 14ο αιώνα. Παρότι οι Χούτου αποτελούσαν το 85% του πληθυσμού, οι πιο ψηλοί, με εξευγενισμένα χαρακτηριστικά προσώπου Τούτσι γρήγορα βρέθηκαν στην εξουσία. Στις προσωρινές εκλογές του 1963 κερδίζουν οι Χούτου και είναι η πρώτη φορά που βρίσκουν την πολιτική κάλυψη να εκφράσουν τις φυλετικές τους διαφορές και αποκόψουν τους Τούτσι από το πολιτικό σκηνικό.
Αυτοεξόριστοι Τούτσι στα σύνορα κάνουν συναντήσεις για να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο. Είναι η πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός Kayibandi τους αποκαλεί δημόσια inyenzi, δηλαδή κατσαρίδες. Υπάρχει μία δαιμονοποίηση των Τούτσι κατηγορώντας τους ότι συμμετέχουν σε επιθέσεις, με αποτέλεσμα βίαια αντίποινα από την μεριά των Χούτου.
Από το 1964 αρχίζει η αποκαθήλωση των Τούτσι από οποιοδήποτε δημόσια υπηρεσία, απαγορεύεται η εγγραφή τους στο εκπαιδευτικό σύστημα και γενικά είχαν υποβιβαστεί σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Το χάσμα μεταξύ των δύο φυλών γινόταν όλο και πιο μεγάλο με την επίσημη κυβερνητική λογοτεχνία να μιλά για φυλετική διαφοροποίηση με αποτέλεσμα να θεωρούνται αλλοδαποί και όχι ιθαγενείς.
(ο πρόεδρος Juvénal Habyarimana) |
Τον Μάρτιο του 1994 η κατάσταση ήταν έκρυθμη. Η Kangura, μία από τις ελάχιστες εφημερίδες της χώρας αφού οι κάτοικοί της ούτε να διαβάζουν γνωρίζουν αλλά ούτε έχουν την οικονομική δυνατότητα να την αγοράσουν, γράφει δύο μήνες πριν “Αφήστε ότι σιγοκαίει, να εκραγεί. Όταν συμβεί αυτό, θα χυθεί πολύ αίμα”. Τον Μάρτιο βγαίνει με τίτλο στο πρωτοσέλιδό της “Ο Habyarimana -πρόεδρος της Ρουάντα- θα πεθάνει τον Μάρτιο”. Μέσα στο άρθρο υπονοεί ότι Χούτου πληρωμένοι από τις κατσαρίδες (Τούτσι) θα σκοτώσουν τον πρόεδρο. Όμως ούτε οι Χούτου εξτρεμιστές ήταν ευχαριστημένοι αφού ο πρωθυπουργός είχε κάτσει στο ίδιο τραπέζι με την RPF στην Αρούσα και τελικά είχε συμφωνήσει.
Το επόμενο λεπτό μετά την πτώση του αεροπλάνου και τον θάνατο του προέδρου οι Χούτου βγαίνουν στους δρόμους, στήνουν μπλόκα και σκοτώνουν απροκάλυπτα όσων η ταυτότητα γράφει Τούτσι. Η προεδρική φρουρά σκοτώνει την πρωθυπουργό Agathe Uwilingiyimana επειδή είχε λάβει μέρος στις διαπραγματεύσεις ειρήνης. Ο στρατός σκοτώνει δέκα κυανόκρανους Βέλγους στρατιώτες και γίνεται ένα με τους εξτρεμιστές οι οποίοι με μασέτες αρχίζουν μαζικές δολοφονίες. Οι σφαγές εξαπλώνονται σε όλη την χώρα. Λίστες δολοφονίας άρχισαν να κυκλοφορούν. Δεν είχαν μέσα μόνο ονόματα Τούτσι αλλά και Χούτου που υποστήριζαν την ειρήνη.
Οι σφαγές συνεχίστηκαν για 100 μέρες. Οι υπολογισμοί μιλούν για 800.000 με 1.000.000 θανάτους. Η καλά οργανωμένη επαναστατική ομάδα RPF με αρχηγό τον Paul Kagame -σημερινό πρόεδρο της χώρας και με τη στήριξη του στρατού της Ουγκάντα, σταδιακά επανακατέλαβε τη Ρουάντα, και στις 4 Ιουλίου 1994 μπήκε στην πρωτεύουσα Κιγκάλι. Περίπου 2 εκατομμύρια Χούτου που φοβόντουσαν για αντίποινα διέφυγαν στο γειτονικό Κονγκό. Σήμερα, 20 χρόνια μετά, η κατάσταση δεν θυμίζει σε τίποτα την γενοκτονία.
Η Κατερίνα Χούσου τους τελευταίους μήνες ζει στην Τανζανία και ασχολείται με την υπόθεση της γενοκτονίας. “Με το που ολοκλήρωσα το μεταπτυχιακό μου πάνω στο δημόσιο διεθνές δίκαιο από τη νομική σχολή του Πανεπιστήμιου Fordham στη Νέα Υόρκη, έβαλα πλώρη για Αρούσα, Τανζανία, έδρα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τη Ρουάντα, ένα από τα δυο ad hoc -με ειδικό σκοπό- διεθνή ποινικά δικαστήρια που έχει ιδρύσει ο ΟΗΕ για την εκδίκαση εγκλημάτων γενοκτονίας, εγκλημάτων πολέμου, και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας (το άλλο είναι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία με έδρα τη Χάγη).
“Η Ρουάντα είναι πανέμορφη και έχει πολλά να προσφέρει σε κάθε επισκέπτη. Ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, ανακαινισμένα κτίρια, όμορφες πλατείες, ποικιλία εστιατορίων και ζωντανή νυχτερινή ζωή, υπέροχα σινικά τοπία, ορειβασία με γορίλες, και πάνω απ’ όλα, ασφάλεια”.
Η Κατερίνα Χούσου τους τελευταίους μήνες ζει στην Τανζανία και ασχολείται με την υπόθεση της γενοκτονίας. “Με το που ολοκλήρωσα το μεταπτυχιακό μου πάνω στο δημόσιο διεθνές δίκαιο από τη νομική σχολή του Πανεπιστήμιου Fordham στη Νέα Υόρκη, έβαλα πλώρη για Αρούσα, Τανζανία, έδρα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τη Ρουάντα, ένα από τα δυο ad hoc -με ειδικό σκοπό- διεθνή ποινικά δικαστήρια που έχει ιδρύσει ο ΟΗΕ για την εκδίκαση εγκλημάτων γενοκτονίας, εγκλημάτων πολέμου, και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας (το άλλο είναι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία με έδρα τη Χάγη).
Γνωρίζοντας ότι το Δικαστήριο είναι πλέον στο τελευταίο στάδιο της λειτουργίας του, με λίγες ακόμα δίκες που εκκρεμούν σε βαθμό έφεσης, αποφάσισα να δουλέψω ως ασκούμενη δικηγόρος στο Τμήμα Εφέσεων του Γραφείου του Εισαγγελέα. Μαζί με άλλους 12 νομικούς, όλοι από διαφορετικά μέρη του κόσμου, δουλεύουμε πυρετωδώς για την προετοιμασία για την τελευταία δίκη σε βαθμό έφεσης του δικαστήριο, για τη μεγαλύτερη υπόθεση που το δικαστήριο έχει εκδικάσει ποτέ. Nyiramasuhuko et al. ή αλλιώς υπόθεση Μπουτάρι, όπου όλοι οι 6 κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε πρώτο βαθμό για γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.”
Εκτός του ότι είδα όλα τα μέρη στα οποία οι 6 της υπόθεσης στην οποία δουλεύω διετέλεσαν τα εγκλήματα για τα οποία έχουν καταδικαστεί, αποφάσισα να επισκεφτώ και το Μουράμπι, ένα από τα μεγαλύτερα μνημεία γενοκτονίας καθώς εκεί, σε ένα ημιτελειωμένο τεχνικό σχολείο στην κορυφή του λόφου ζήτησαν καταφύγιο και εν συνεχεία δολοφονήθηκαν – μέσα σε μια μέρα - περί τους 60.000 Τούτσι. Μόνο 4 άτομα κατάφεραν να επιζήσουν, έχοντας κρυφτεί κάτω από πτώματα. Σήμερα, στο μνημείο αυτό μπορεί κανείς να δει ακόμα πτώματα που έχουν διατηρηθεί με χημικά και έχουν τοποθετηθεί στις αίθουσες του σχολείου, ανά κατηγορίες: μία αίθουσα με άντρες, μία με γυναίκες, μία με παιδιά”.
“Έχοντας περάσει τους τελευταίους 4 μήνες διαβάζοντας αδιάλειπτα για τη γενοκτονία, είναι δύσκολο να επιλέξω την πιο ανατριχιαστική ιστορία – είναι αμέτρητες και σε στοιχειώνουν για καιρό αφού τις διαβάσεις. Σίγουρα μία από τις πιο έντονες εμπειρίες μου ήταν η μέρα που επισκέφτηκα η ίδια το Μπουτάρι στη Ρουάντα.
Εκτός του ότι είδα όλα τα μέρη στα οποία οι 6 της υπόθεσης στην οποία δουλεύω διετέλεσαν τα εγκλήματα για τα οποία έχουν καταδικαστεί, αποφάσισα να επισκεφτώ και το Μουράμπι, ένα από τα μεγαλύτερα μνημεία γενοκτονίας καθώς εκεί, σε ένα ημιτελειωμένο τεχνικό σχολείο στην κορυφή του λόφου ζήτησαν καταφύγιο και εν συνεχεία δολοφονήθηκαν – μέσα σε μια μέρα - περί τους 60.000 Τούτσι. Μόνο 4 άτομα κατάφεραν να επιζήσουν, έχοντας κρυφτεί κάτω από πτώματα. Σήμερα, στο μνημείο αυτό μπορεί κανείς να δει ακόμα πτώματα που έχουν διατηρηθεί με χημικά και έχουν τοποθετηθεί στις αίθουσες του σχολείου, ανά κατηγορίες: μία αίθουσα με άντρες, μία με γυναίκες, μία με παιδιά”.
20 χρόνια μετά την γενοκτονία στην χώρα αποφεύγουν να μιλούν για εκείνα τα γεγονότα. “Ο ξεναγός ήταν ο πρώτος Ρουαντέζος που μου συστήθηκε επίσημα ως επιζώντας της γενοκτονίας. Επιζών όχι της περιοχής εκείνης, αλλά από τη Νιάνζα, όπου χιλιάδες Τούτσι δολοφονήθηκαν στην εκκλησία της περιοχής στην οποία είχαν αποζητήσει καταφύγιο. Εκείνος σώθηκε γιατί έκανε ακριβώς το αντίθετο. Επέζησε γιατί για δυο μήνες απέφυγε κάθε πολυσύχναστο μέρος με μεγάλο αριθμό Τούτσι.
Στη Ρουάντα του σήμερα σπάνια γίνεται δημοσίως αναφορά στη γενοκτονία και τον διαχωρισμό του πληθυσμού σε φυλετικές ομάδες - απαγορεύεται με νόμο άλλωστε, ώστε να προωθηθεί η εθνική συμφιλίωση. Ο κόσμος το αποδέχεται σιωπηρά, αλλά ειδικά η νεολαία σιγοβράζει που δεν μπορεί να συζητήσει και να εκφραστεί ανοιχτά για το τόσο άμεσο παρελθόν της χώρας τους”.
Καθ’ όλη την διάρκεια της γενοκτονίας και έπειτα όταν την εξουσία ανέλαβαν οι Τούτσι τεράστιες ευθύνες καταλογίζονται στα Ηνωμένα Έθνη που όχι μόνο δεν έστειλαν δυνάμεις καταστολής αλλά άφησαν όσους στρατιώτες είχαν ξεμείνει σχεδόν αβοήθητους.
“Ο ΟΗΕ και το Βέλγιο είχαν τάγματα στην Ρουάντα, αλλά δεν δόθηκε εντολή από το Συμβούλιο Ασφαλείας στην αποστολή του ΟΗΕ να βοηθήσουν ώστε να αποφευχθεί η γενοκτονία. Σε ότι αφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, που μόλις ένα χρόνο πριν είχαν αναμειχθεί στη μάχη του Μογκαντίσου στη Σομαλία, ήταν αποφασισμένοι να μην εμπλακούν σε άλλη αφρικανική ένοπλη διαμάχη. Οι Βέλγοι και οι δυνάμεις του ΟΗΕ αποχώρησαν από τη χώρα μετά το θάνατο 10 Βέλγων στρατιωτών”.
Η Madeleine Albright είχε δηλώσει ότι η κατάσταση ήταν ασαφής για το τι συνέβαινε στην Ρουάντα. Ο Philippe Gaillard, υπεύθυνος του Ερυθρού σταυρού στην περιοχή τότε έχει δηλώσει “Μην έρθει κανείς και μου πει ότι δεν ήξεραν. Όλοι ήξεραν. Όλοι κάθε μέρα μάθαιναν τι γινόταν στην Ρουάντα. Και κανένας δεν έκανε τίποτα”.
Μεγάλη κουβέντα γίνεται και για τους Γάλλους οι οποίοι κατηγορούνται ότι βοήθησαν τους Χούτου στην γενοκτονία. “Οι γαλλικές δυνάμεις που βρίσκονταν στη Ρουάντα, υποτίθεται για να διατηρούν την τάξη, είχαν συμμαχήσει με τους Χούτου. Σύμφωνα με τον ξεναγό στο Μουράμπι, οι Γάλλοι εγκατέλειψαν το πόστο τους μετά από δέκα περίπου μέρες παρουσίας, και λίγο μετά άρχισε η γενοκτονία, χωρίς καμία προσπάθεια από τη μεριά τους να τη σταματήσουν.
Λέγεται επίσης ότι Γάλλοι αφού έσκαψαν μαζικούς τάφους στον προαύλιο χώρο του σχολείου όπου τοποθετήθηκαν μερικές χιλιάδες από τα πτώματα, στη συνέχεια για να καλύψουν τις ενέργειές τους τοποθέτησαν από πάνω δοκάρια και φιλέ και έπαιζαν βόλεϊ”.
Μια γενοκτονία που όμοια της δεν ξαναείδε η ανθρωπότητα. Μέσα σε 3 μήνες υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν γύρω στους 800.000-1.000.000 ανθρώπους. Τέτοια αποτελεσματικότητα δεν είχε ούτε το προσχεδιασμένο πλάνο του εξόντωσης των Εβραίων από τον Χίτλερ, ούτε η βιαιότητα των Τούρκων απέναντι στους Αρμένιους, ούτε στην σφαγή της Σρεμπρένιτσα στην Βοσνία, ούτε οι οι παρόμοιες σφαγές που έγιναν σε Αφρικανικές χώρες.
Ο δήμαρχος που έδωσε εντολή να μπουν στην εκκλησία της πόλης Nyarubuye και σφαγιάστηκαν 7.000 Τούτσι και αντιφρονούντες Χούτου όλων των ηλικιών, δήλωσε πως τον είχε καταλάβει το κακό, ο διάβολος. Σίγουρα ήταν μια προσχεδιασμένη επιχείρηση εξαφάνισης των Τούτσι. Σίγουρα ήταν μια επιχείρηση που είχε την ανοχή των παγκόσμιων δυνάμεων. Σίγουρα ήταν μια στιγμή που ο άνθρωπος παύει να είναι άνθρωπος.
Ήταν η στιγμή που ούτε τα πρωτόγονα ένστικτα δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τις πράξεις. Πράξεις που όσο κι αν προσπαθείς μέσα στην ίδια την χώρα να τις αγνοείς παραμένουν ανεξίτηλες ακόμα κι αν έχει ανατείλει στην Ρουάντα καινούργια μέρα.
“Όσο κι αν έχει διαβάσει κανείς για τη γενοκτονία, αυτή η εμπειρία σε φέρνει αντιμέτωπο με την απάνθρωπη, αποτρόπαια πραγματικότητα του τι συνέβη σε αυτή τη χώρα, εισβάλει από όλες τις αισθήσεις του νου: βλέπεις, οσφραίνεσαι, αγγίζεις γενοκτονία”.
(όλες οι φωτογραφίες πλην της κεντρικής του Michael S. Williamson και εκείνης του προέδρου ανήκουν στην Κατερίνα Χούσου)
ΫΓ του blog:...ήταν μια γενοκτονία φρικιαστική αποτέλεσμα των αποικιοκρατών δυτικών δυνάμεων, κρατών κι ανθρώπων που σήμερα μας κουνά το δάχτυλο μιλώντας για ανθρώπινα δικαιώματα. Το μέγεθος της δεν το φαντάζεται ο ανθρώπινος νους ούτε φωτίστηκε ποτέ από τα Διεθνή Δυτικά ΜΜΕ. Μια από τις λιγοστές προσπάθειες η ταινία του Raoul Peck Sometimes in April (2005) με τον Idris Elba που έπαιξε τον Mandela to 2013, στον βασικό ρόλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου