... που δεν «θα περάσει κι αυτό»…
Να πω ότι λυπήθηκα; Ε, κάπως. Ότι παραξενεύτηκα; Ε όχι, δυστυχώς όχι. Είναι, βλέπετε, μερικά...χρόνια τώρα που ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ο πάλαι ποτέ αγαπημένος «Φατμέ» της εφηβείας μας (και όχι μόνον), ασπάστηκε την άποψη των «να κοιτάξουμε τι έκανε ο καθένας και φτάσαμε ως εδώ».
Σταμάτησα να εκπλήσσομαι όταν κάθε τόσο στις συνεντεύξεις του νομιμοποιούσε με μία, ηπιότερη βέβαια και… «πάντα μετρημένη», έκφραση το «όλοι μαζί τα φάγαμε». Όμως αυτό έκανε μονίμως πια με μία, άχρωμη, ταγμένη στην γενικευμένη ενοχοποίηση που εξαφανίζει τους ενόχους στο πλήθος, πολιτική άποψη, που κατέληγε σε αισιόδοξες γενικεύσεις α-λα-Κοέλιο. Δεν εξεπλάγην φυσικά ούτε όταν είδα την υπογραφή του στους «32» και στους «58».
Συνέχισα να ακούω και τα παλιά του τραγούδια και τα καινούρια (όπως στην τελευταία του δουλειά, με τα ωραία «πειραγμένα» λαϊκά και ρεμπέτικα) και να μου αρέσουν. Προσπαθούσα με δυo λόγια να διαχωρίζω τον καλλιτέχνη από το ιδεολογικό πρόσημο και την πολιτική στάση. Κι αν δεν συμφωνούσα με τα τελευταία δεν ήθελα να αποχωριστώ τον πρώτο. Είχα άλλωστε εξασκηθεί σ΄αυτό και με πολύ σπουδαιότερες περιπτώσεις δημιουργών όπως ο Σαββόπουλος…
ΚΙ ύστερα κι ο ίδιος ο Πορτοκάλογλου μου φαινόταν ότι διαχώριζε τη δημιουργία από την πολιτική στάση. Διότι όσο κι αν επιμένει, όποιος έγραψε το σημείωμα που συνοδεύει το ολοκαίνουριο τραγούδι του «Θα περάσει κι αυτό» («Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Νίκος Πορτοκάλογλου σχολιάζει με ένα τραγούδι την επικαιρότητα. Το είχε κάνει ολοκληρωμένα στο «Τα καράβια μου καίω» και το «Υπάρχει λόγος σοβαρός»), κακά τα ψέμματα. Ποτέ δεν καταχωρίστηκε στους δημιουργούς πολιτικών ή πολιτικότροπων ή σχολιαστικών τραγουδιών.
Έτσι πέρα από κάτι αμφίσημες νύξεις (Π.χ. στα «Καράβια μου καίω» έγραφε «Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα» χωρίς να γίνεται απολύτως σαφές τι του προκαλεί τάσεις φυγής ή μελαγχολίας όπως και στο «Τι έχει μείνει απ΄τη φωτιά»), ουδεμία πολιτική χροιά είχαμε διακρίνει στα τραγούδια του. Για άλλους λόγους τα αγαπήσαμε: Για το σμίξιμο του ροκ με το λαϊκό, με τον τρόπο που έκαναν όσοι παρέλαβαν τη σκυτάλη απ΄το Σαββόπουλο. Για την απλοϊκή ειλικρίνεια και την αποενοχοποίηση της καθημερινότητας των στίχων του. Για τις δικές μας αναμνήσεις στο «Ροντέο» και για τα παθιασμένα εφηβικά φιλιά. Για το πικάπ στο σπίτι των φίλων. Για τις πρώτες συναυλίες. Και πάντως όχι για την ένταση της άποψης, την φιλοσοφική σκέψη, την επαναστατικότητα ή τον πολιτικό προβληματισμό. Γιατί ο Πορτοκάλογλου ήταν ό,τι έλεγε η μεγάλη επιτυχία των «Φατμέ»: «μέτριος και πάντα μετρημένος». Ήταν και ο πιο «τρελός απ΄όλους σας κρυμμένος», όπως προειδοποιούσε μία αντίστιξη στο ίδιο τραγούδι; Μέχρι σήμερα πάντως δεν είχε σηκώσει τους τόνους παρά μόνον στον ήχο και τον ηλεκτρισμό της κιθάρας του.
Αλλά μηδένα προ του τέλους μακάριζε. Ούτε καν τις… αναμνήσεις σου! Εκείνος που δεν κινητοποιήθηκε με τέτοιο πείσμα και σπουδή να γράψει πολιτικότροπο τραγούδι ούτε όταν άρχισε η χώρα να καταρρέει, όταν χάσαμε τις δουλειές μας, όταν πύκνωναν οι άνεργοι και μαζί τα ασφυκτικά οικονομικά μέτρα, όταν θερμαίνονταν οι διαδηλώσεις, όταν άρχισαν οι αυτοκτονίες, όταν ισοπεδώνονταν ζωές και άλλαζαν συνθήκες…Εκείνος που όταν συνέβαιναν όλα αυτά συνιστούσε ψυχραιμία, αυτοκριτική και ομαδική ανάληψη ευθυνών…Εκείνος που σε συνέντευξή του αποκάλεσε «λαϊκίστικο σύνθημα το ότι οι πολιτικοί μας είναι διεφθαρμένοι που μας καταπιέζουν»… Εκείνος, ο ίδιος λοιπόν έγραψε ένα τραγούδι που «δημιουργήθηκε παρορμητικά, σε μια εμπύρετη δημιουργική διαδικασία που δεν του επιτρέπει να περιμένει να ειπωθεί αργότερα αλλά ΤΩΡΑ. Αυτή τη στιγμή, την ιστορική στιγμή των αποφάσεων, των διλημμάτων, των αδιεξόδων και της αυτοκριτικής».
Τι λέει αυτό το τραγούδι; Ότι «θα περάσει κι αυτό». Ποιο; Το ότι «Κάποιος θέλει να με σώσει / μ' ένα φάρμακο φριχτό / ίσως και να με σκοτώσει / αν τολμήσω ν' αρνηθώ», όπως τραγουδάει στη β΄στροφή. Τι άλλο λέει; «Διχασμένη μου πατρίδα / διχασμένη μου καρδιά / μεσ' τα ερείπια σε είδα / να μετράμε τη ζημιά / Θα περάσει κι αυτό». Κι ακόμα: «Είναι η πόλη μου καμένη / ειν' η χώρα μου μισή / νικητές και νικημένοι / όλοι χάσαμε μαζί».
Πότε διχοτομήθηκε η Ελλάδα κι η Αθήνα; Όταν άρχισαν να πέφτουν άνθρωποι στις γραμμές του Μετρό; Όταν άρχισαν οι απολύσεις; Όταν κατέβασαν ρολά χιλιάδες επιχειρήσεις; ‘Όταν ξηλώθηκε η μεσαία τάξη και βάθυνε ο οικονομικός και ταξικός διαχωρισμός; Όχι βέβαια τότε. Αλλά ΤΩΡΑ.
Τι κρίμα αλήθεια ο Νίκος Πορτοκάλογλου να γράψει ΤΩΡΑ το πρώτο του, σαφούς πολιτικής στόχευσης, τραγούδι. Τι κρίμα να επιχειρεί στο σημείωμα που το συνοδεύει να μας πείσει ότι απέφυγε την «εύκολη πολιτικολογία και τον πεσιμισμό»! Τι κρίμα να μεγαλώνει χωρίς να 'χει μπορέσει να υπάρξει ο πιο τρελός, ροκ κι Ανατολίτης «Άσωτος Υιός». Και, τέλος, τι κρίμα ΤΩΡΑ στην ύστατη απέλπιδα προσπάθεια να μην καούν άλλο τα σπίτια μας, εκείνος να τραγουδάει ότι «θα περάσει κι αυτό»!
Σταμάτησα να εκπλήσσομαι όταν κάθε τόσο στις συνεντεύξεις του νομιμοποιούσε με μία, ηπιότερη βέβαια και… «πάντα μετρημένη», έκφραση το «όλοι μαζί τα φάγαμε». Όμως αυτό έκανε μονίμως πια με μία, άχρωμη, ταγμένη στην γενικευμένη ενοχοποίηση που εξαφανίζει τους ενόχους στο πλήθος, πολιτική άποψη, που κατέληγε σε αισιόδοξες γενικεύσεις α-λα-Κοέλιο. Δεν εξεπλάγην φυσικά ούτε όταν είδα την υπογραφή του στους «32» και στους «58».
Συνέχισα να ακούω και τα παλιά του τραγούδια και τα καινούρια (όπως στην τελευταία του δουλειά, με τα ωραία «πειραγμένα» λαϊκά και ρεμπέτικα) και να μου αρέσουν. Προσπαθούσα με δυo λόγια να διαχωρίζω τον καλλιτέχνη από το ιδεολογικό πρόσημο και την πολιτική στάση. Κι αν δεν συμφωνούσα με τα τελευταία δεν ήθελα να αποχωριστώ τον πρώτο. Είχα άλλωστε εξασκηθεί σ΄αυτό και με πολύ σπουδαιότερες περιπτώσεις δημιουργών όπως ο Σαββόπουλος…
ΚΙ ύστερα κι ο ίδιος ο Πορτοκάλογλου μου φαινόταν ότι διαχώριζε τη δημιουργία από την πολιτική στάση. Διότι όσο κι αν επιμένει, όποιος έγραψε το σημείωμα που συνοδεύει το ολοκαίνουριο τραγούδι του «Θα περάσει κι αυτό» («Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Νίκος Πορτοκάλογλου σχολιάζει με ένα τραγούδι την επικαιρότητα. Το είχε κάνει ολοκληρωμένα στο «Τα καράβια μου καίω» και το «Υπάρχει λόγος σοβαρός»), κακά τα ψέμματα. Ποτέ δεν καταχωρίστηκε στους δημιουργούς πολιτικών ή πολιτικότροπων ή σχολιαστικών τραγουδιών.
Έτσι πέρα από κάτι αμφίσημες νύξεις (Π.χ. στα «Καράβια μου καίω» έγραφε «Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα» χωρίς να γίνεται απολύτως σαφές τι του προκαλεί τάσεις φυγής ή μελαγχολίας όπως και στο «Τι έχει μείνει απ΄τη φωτιά»), ουδεμία πολιτική χροιά είχαμε διακρίνει στα τραγούδια του. Για άλλους λόγους τα αγαπήσαμε: Για το σμίξιμο του ροκ με το λαϊκό, με τον τρόπο που έκαναν όσοι παρέλαβαν τη σκυτάλη απ΄το Σαββόπουλο. Για την απλοϊκή ειλικρίνεια και την αποενοχοποίηση της καθημερινότητας των στίχων του. Για τις δικές μας αναμνήσεις στο «Ροντέο» και για τα παθιασμένα εφηβικά φιλιά. Για το πικάπ στο σπίτι των φίλων. Για τις πρώτες συναυλίες. Και πάντως όχι για την ένταση της άποψης, την φιλοσοφική σκέψη, την επαναστατικότητα ή τον πολιτικό προβληματισμό. Γιατί ο Πορτοκάλογλου ήταν ό,τι έλεγε η μεγάλη επιτυχία των «Φατμέ»: «μέτριος και πάντα μετρημένος». Ήταν και ο πιο «τρελός απ΄όλους σας κρυμμένος», όπως προειδοποιούσε μία αντίστιξη στο ίδιο τραγούδι; Μέχρι σήμερα πάντως δεν είχε σηκώσει τους τόνους παρά μόνον στον ήχο και τον ηλεκτρισμό της κιθάρας του.
Αλλά μηδένα προ του τέλους μακάριζε. Ούτε καν τις… αναμνήσεις σου! Εκείνος που δεν κινητοποιήθηκε με τέτοιο πείσμα και σπουδή να γράψει πολιτικότροπο τραγούδι ούτε όταν άρχισε η χώρα να καταρρέει, όταν χάσαμε τις δουλειές μας, όταν πύκνωναν οι άνεργοι και μαζί τα ασφυκτικά οικονομικά μέτρα, όταν θερμαίνονταν οι διαδηλώσεις, όταν άρχισαν οι αυτοκτονίες, όταν ισοπεδώνονταν ζωές και άλλαζαν συνθήκες…Εκείνος που όταν συνέβαιναν όλα αυτά συνιστούσε ψυχραιμία, αυτοκριτική και ομαδική ανάληψη ευθυνών…Εκείνος που σε συνέντευξή του αποκάλεσε «λαϊκίστικο σύνθημα το ότι οι πολιτικοί μας είναι διεφθαρμένοι που μας καταπιέζουν»… Εκείνος, ο ίδιος λοιπόν έγραψε ένα τραγούδι που «δημιουργήθηκε παρορμητικά, σε μια εμπύρετη δημιουργική διαδικασία που δεν του επιτρέπει να περιμένει να ειπωθεί αργότερα αλλά ΤΩΡΑ. Αυτή τη στιγμή, την ιστορική στιγμή των αποφάσεων, των διλημμάτων, των αδιεξόδων και της αυτοκριτικής».
Τι λέει αυτό το τραγούδι; Ότι «θα περάσει κι αυτό». Ποιο; Το ότι «Κάποιος θέλει να με σώσει / μ' ένα φάρμακο φριχτό / ίσως και να με σκοτώσει / αν τολμήσω ν' αρνηθώ», όπως τραγουδάει στη β΄στροφή. Τι άλλο λέει; «Διχασμένη μου πατρίδα / διχασμένη μου καρδιά / μεσ' τα ερείπια σε είδα / να μετράμε τη ζημιά / Θα περάσει κι αυτό». Κι ακόμα: «Είναι η πόλη μου καμένη / ειν' η χώρα μου μισή / νικητές και νικημένοι / όλοι χάσαμε μαζί».
Πότε διχοτομήθηκε η Ελλάδα κι η Αθήνα; Όταν άρχισαν να πέφτουν άνθρωποι στις γραμμές του Μετρό; Όταν άρχισαν οι απολύσεις; Όταν κατέβασαν ρολά χιλιάδες επιχειρήσεις; ‘Όταν ξηλώθηκε η μεσαία τάξη και βάθυνε ο οικονομικός και ταξικός διαχωρισμός; Όχι βέβαια τότε. Αλλά ΤΩΡΑ.
Τι κρίμα αλήθεια ο Νίκος Πορτοκάλογλου να γράψει ΤΩΡΑ το πρώτο του, σαφούς πολιτικής στόχευσης, τραγούδι. Τι κρίμα να επιχειρεί στο σημείωμα που το συνοδεύει να μας πείσει ότι απέφυγε την «εύκολη πολιτικολογία και τον πεσιμισμό»! Τι κρίμα να μεγαλώνει χωρίς να 'χει μπορέσει να υπάρξει ο πιο τρελός, ροκ κι Ανατολίτης «Άσωτος Υιός». Και, τέλος, τι κρίμα ΤΩΡΑ στην ύστατη απέλπιδα προσπάθεια να μην καούν άλλο τα σπίτια μας, εκείνος να τραγουδάει ότι «θα περάσει κι αυτό»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου