Είμαι σπίτι φίλε (πού αλλού να είμαι δηλαδή;), παίζω με τους γάτους, παίζω στο κομπιούτερ, ξύνομαι όσο γίνεται να ξυθώ, κάποια στιγμή έρχεται ο Μορφέας με παίρνει απ’ το χεράκι και με πάει τσάρκα. Χρου χρου χρου ο Γορδούλης, χρου χρου χρου ο Σουπιός (οι γάτοι μου, δηλαδή), χρου χρου χρου κι εγώ στον καναπέ.
Κι όπως είμαι χαλαρός και λάιτ, έρχεται στον ύπνο μου και με επισκέπτεται το φάντασμα του Τζορτζ του Γκάλοπ. Του Μεσία των δημοσκοπήσεων, που ακόμη και τώρα τον μνημονεύουμε με το επίθετό του, όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε έρευνες.
«Άσε με ήσυχο», του λέω, «μη μου τους κύκλους τάραττε»!
«Χρηστάρα», μου απαντάει, «κόψε τα αρχαιοελληνικά και δώσε προσοχή».
Εγώ τώρα στο όνειρο μέσα, τι να κάνω; Να ξυπνήσω;
Υπομονή λοιπόν και κουράγιο που λέει και το άσμα, σπάστα Τζόρτζη σε πενηνταράκια σ’ ακούω.
«Υποθέτω», μου λέει, «ότι διαβάζεις δημοσκοπήσεις αυτό τον τελευταίο καιρό. Που είναι όλοι έτοιμοι να ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία για νέα τετραετία, που τέσσερις στους δέκα Συριζαίους στηρίζουν την πολιτική της και οκτώ στους εννιά Κιναλήτες τη χειροκροτάνε με ενθουσιασμό;»
«Πώς δεν τις έχω διαβάσει», του απαντάω. «Αφού κι εγώ έτοιμος είμαι να κατέβω Μοσχάτο και να γραφτώ μέλος»!
«Σκέψου όμως», συνεχίζει το Αμερικανάκι, «να υπήρχε και μια άλλη δημοσκόπηση που δεν έχει γίνει γνωστή…»
«Τι σόι δημοσκόπηση;» τον ρωτάω εγώ.
«Ας πούμε», μου λέει, «μια δημοσκόπηση που θα δίνει σχεδόν ίσα βάρκα ίσα πανί, κάπου εκεί γύρω στο εικοσιπέντε τοις εκατό τη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, κάπου γύρω στο δεκαπέντε με είκοσι τοις εκατό τα υπόλοιπα κόμματα και κάπου ανάμεσα στο τριάντα και στο τριανταπέντε τοις εκατό τους αναποφάσιστους. Δεν θα είχε πολύ ενδιαφέρον, δεν θα έβαζε φωτιά σε μερικά κωλαράκια;»
«Ποια δημοσκόπηση, πότε, από πού, λέγε Βίρνα τι ξέρεις!», πάω να τον γραπώσω, αλλά μου ρίχνει εκείνη την ώρα ο Σουπιός (ο γάτος μου, το ‘παμε) μια νυχιά, πονάω εγώ, ανοίγω τα μάτια μου, τον χάνω τον μίστερ Γκάλοπ.
«Ρε γαμώτι, ρε γαμώτι», σκέφτομαι, «πάνω που θα μου τα αποκάλυπτε όλα και θα έβγαζα θεματάρα…»
Κι όπως βουρλιζομαι και τσουκανιέμαι (τρικαλινή διάλεκτος!), βαραίνουν ξανά τα βλέφαρα και δώστου πάλι τον ρεπόρτερ Ξανθάκη στη χώρα του ύπνου.
Κι όπως ροχαλίζω με τα τετράποδα αγκαλιά, τσουπ, εμφανίζεται στο όνειρό μου το φάντασμα του Σκρουτζ. Όχι του θείου, όχι Ντίσνεϋ, του άλλου του Σκρουτζ, του Εμπενήζερ, από το παραμύθι του Ντίκενς.
«Ξάνθακα», μου λέει, «είδα ότι σε επισκέφθηκε αυτός ο τύπος από το Στέητς».
«Ναι αμέ», του απαντάω, «αλλά δεν πρόλαβα να του υποβάλλω μια σειρά από κρίσιμες ερωτήσεις. Πώς γίνεται να έχουμε ισοπαλία κορυφής και τόσους πολλούς αναποφάσιστους;»
«Γι’ αυτό δεν θα γίνεις ποτέ πλούσιος», μου λέει ο Εμπενήζερ και συνεχίζει:
«Δεν βλέπεις ρε κόπανε ότι όλοι είναι έξαλλοι με τις πολιτικές της κυβέρνησης;»
«Το βλέπω», του λέω.
«Άρα τι μας λέει, αυτό;», με ξαναρωτάει.
«Ότι τέσσερις στους δέκα Συριζαίους και εννιά στους δέκα Κιναλήτες προσκυνάνε Κυριάκο», του λέω.
«Είσαι όντως τόσο στόκος, όσο φημολογείται», μου λέει και συμπληρώνει:
«Μας λέει ανόητε ότι έχουμε εξωφρενικό αριθμό αναποφάσιστων και ότι τα δύο κορυφαία κόμματα, δεν απέχουν σχεδόν καθόλου»!
«Έλα ρε, ψάρωσέ με», του λέω και ετοιμάζομαι να τον ρωτήσω λεπτομέρειες. Κι εκεί πάνω, αν έχεις Θεό, μου δίνει μία ο Γορδούλης (γάτος κλπ. κλπ.), ξαφνιάζομαι, ανταριάζομαι ξυπνάω. Κι έτσι δεν κατάλαβα ποτέ αν το όνειρό μου είχε ή δεν είχε την παραμικρή σχέση με την πραγματικότητα…
δημοσιεύτηκε στο newpost.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου