Του Αλέκου Καλύβη
Ο συντάκτης της Αυγής Δ. Χρήστου για πολλοστή φορά χυδαιολόγησε κατά της ΛΑ.Ε. με αφορμή τώρα τη θέση της στο θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, κατατάσσοντάς την στα σκυλιά που ουρλιάζουν και κατηγορώντας την για ασχετοσύνη, αφού σύμφωνα με τον ίδιο δεν αντιλαμβάνεται πως δημιουργούνται οι αξίες και συνεπώς ορθά έκανε η κυβέρνηση και ξεμπέρδεψε έτσι φθηνά με τις αποστεωμένες τράπεζες. Σε άρθρο του στην κυριακάτικη ΑΥΓΗ, αφού ξεπετά με αφορισμούς την ΛΑ.Ε. συνεχίζει με μια πλήρη δικαιολόγηση της πολιτικής της κυβέρνησης, η οποία δήθεν μείωσε το χρέος, έλυσε το πρόβλημα των τραπεζών και γλύτωσε τους καταθέτες, ενώ αφού οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί, τώρα πλέον θα προχωρήσει η αποκατάσταση της ρευστότητας κ.ά. Όλα καλά, όλα ωραία λοιπόν.
Θα μπορούσε να αγνοήσει κανείς την προπαγανδιστική ευκολία του συγκεκριμένου άρθρου, αλλά επειδή από ό,τι δείχνουν τα πράγματα, αυτό το άρθρο αντανακλά περισσότερο την κυβερνητική λογική, αξίζει να ασχοληθεί κάποιος με αυτό.
Το λέμε αυτό διότι την ίδια μέρα ένα κυβερνητικό στέλεχος, ο Θ. Παρασκευόπουλος έγραψε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο left.gr για το ίδιο θέμα. Το άρθρο ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί, ωστόσο είναι γραμμένο σε διαφορετικό ύφος ενώ δεν λείπουν κριτικές αναφορές στο εγχείρημα της κυβέρνησης. Για παράδειγμα αναγνωρίζεται ως αρνητική η απώλεια που υπέστησαν οι μικρομέτοχοι, καθώς και η κερδοσκοπική διάθεση των κεφαλαίων που μπήκαν στις τράπεζες, επισημαίνεται ο φόβος για διεύρυνση της ιδιωτικοποίησης και ο κίνδυνος να αναπτυχθούν νέες φούσκες, ενώ υπογραμμίζεται ότι είναι αβέβαιη η παροχή ρευστότητας στην οικονομία. Εν κατακλείδι, υποστηρίζεται η κυβερνητική θέση, αλλά με κρύα καρδιά και ως αναγκαίο κακό και όχι με τους διθυράμβους του Δ. Χρήστου.
Ο συντάκτης της Αυγής Δ. Χρήστου για πολλοστή φορά χυδαιολόγησε κατά της ΛΑ.Ε. με αφορμή τώρα τη θέση της στο θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, κατατάσσοντάς την στα σκυλιά που ουρλιάζουν και κατηγορώντας την για ασχετοσύνη, αφού σύμφωνα με τον ίδιο δεν αντιλαμβάνεται πως δημιουργούνται οι αξίες και συνεπώς ορθά έκανε η κυβέρνηση και ξεμπέρδεψε έτσι φθηνά με τις αποστεωμένες τράπεζες. Σε άρθρο του στην κυριακάτικη ΑΥΓΗ, αφού ξεπετά με αφορισμούς την ΛΑ.Ε. συνεχίζει με μια πλήρη δικαιολόγηση της πολιτικής της κυβέρνησης, η οποία δήθεν μείωσε το χρέος, έλυσε το πρόβλημα των τραπεζών και γλύτωσε τους καταθέτες, ενώ αφού οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί, τώρα πλέον θα προχωρήσει η αποκατάσταση της ρευστότητας κ.ά. Όλα καλά, όλα ωραία λοιπόν.
Θα μπορούσε να αγνοήσει κανείς την προπαγανδιστική ευκολία του συγκεκριμένου άρθρου, αλλά επειδή από ό,τι δείχνουν τα πράγματα, αυτό το άρθρο αντανακλά περισσότερο την κυβερνητική λογική, αξίζει να ασχοληθεί κάποιος με αυτό.
Το λέμε αυτό διότι την ίδια μέρα ένα κυβερνητικό στέλεχος, ο Θ. Παρασκευόπουλος έγραψε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο left.gr για το ίδιο θέμα. Το άρθρο ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί, ωστόσο είναι γραμμένο σε διαφορετικό ύφος ενώ δεν λείπουν κριτικές αναφορές στο εγχείρημα της κυβέρνησης. Για παράδειγμα αναγνωρίζεται ως αρνητική η απώλεια που υπέστησαν οι μικρομέτοχοι, καθώς και η κερδοσκοπική διάθεση των κεφαλαίων που μπήκαν στις τράπεζες, επισημαίνεται ο φόβος για διεύρυνση της ιδιωτικοποίησης και ο κίνδυνος να αναπτυχθούν νέες φούσκες, ενώ υπογραμμίζεται ότι είναι αβέβαιη η παροχή ρευστότητας στην οικονομία. Εν κατακλείδι, υποστηρίζεται η κυβερνητική θέση, αλλά με κρύα καρδιά και ως αναγκαίο κακό και όχι με τους διθυράμβους του Δ. Χρήστου.
Στον κάλαθο των αχρήστων το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τις τράπεζες
Αυτό στο οποίο δεν μπορεί κανείς μα κανείς να διαφωνήσει ούτε καν ο Δ. Χρή¬στου, είναι ότι η τωρινή στάση της κυβέρνησης ουδεμία σχέση έχει με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός αν κάποιος διεκδικεί το βραβείο Γκίνες στην πο¬λιτική απάτη ισχυριζόμενος ότι η κοινωνικοποίηση των τραπεζών περνά πρώτα από την πλήρη ιδιωτικοποίησή τους. Στο κομμάτι του τραπεζικού συ¬στήματος, η κυβέρνηση έχει κάνει την πιο συντηρητική μετατόπισή της. Τίποτε από όσα έλεγε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν εφαρμόζεται, ούτε σε ό,τι έχει σχέση με τα κόκκινα δάνεια, ούτε με τον ενδιάμεσο δημόσιο φορέα δια-χείρισης των δανείων, ούτε με την αλλαγή της πιστωτικής πολιτικής, πολύ δε περισσότερο με την δημόσια ιδιοκτησία και τον κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών. Όσο, δε, για τον περιβόητο έλεγχο και διερεύνηση των σκανδάλων των προηγούμενων ανακεφαλαιοποιήσεων, δεν υπάρχει μεγαλύτερο άλλοθι στην προηγούμενη κυβέρνηση από την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση της κυβέρνησης Τσίπρα.
Διερωτάται, πάντως, ο κάθε καλόπιστος πολίτης διαβάζοντας τα γραφόμενα του Δ. Χρήστου: πράγματι η θέση των τραπεζών είναι αρνητική. Αυτό όμως το γνώριζε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όταν διατύπωνε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πορεία η κατάσταση έγινε χειρότερη με τα κόκκινα δάνεια και αυτό είναι αλήθεια. Την κατάσταση αυτή, όμως, τη γνωρίζουν και τα διάφορα funds. Τότε γιατί μπήκαν μέσα στις τράπεζες; Μήπως τους κοροϊδέψαμε τους κουτόφραγκους και τους δώσαμε ένα βαρέλι δίχως πάτο; Δεν τολμά να το ισχυριστεί ανοιχτά κανείς, διότι θα ήταν ανόητος, αφού αυτά τα επενδυτικά κεφάλαια γνωρίζουν τα πάντα και μετράνε με χειρουργική ακρίβεια τις κινήσεις τους σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Μήπως πήραν τις μετοχές των τραπεζών επειδή ήθελαν να μας κάνουν χάρη ή για την ψυχή της μάνας τους; Όχι φυσικά. Μπήκαν για να κερδίσουν, από τις υπεραξίες που θα δημιουργηθούν μέσα από την απομόχλευση και από την διαχείριση των κόκκινων δανείων, ιδιαίτερα των επιχειρηματικών αλλά και των σπιτιών της λεηλατημένης μεσαίας τάξης. Γιατί λοιπόν στην μηδενική, σχεδόν, τιμή αγοράς ανά μετοχή δεν μπήκε μέσα το κράτος για να ασκήσει μια διαχείριση, η οποία – πέραν της αναπτυξιακής μεταστροφής των τραπεζών – θα εξασφάλιζε, τουλάχιστον, μια δυνατότητα ανάκτησης ενός μέρους των τεράστιων απωλειών του; Γιατί επιλέχθηκε μια ρύθμιση η οποία μαζί, πράγματι, με τις προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις εξαερώνει στην κυριολεξία τα 40 δισ. που έβαλε το κράτος με δανεισμό του; Γιατί, ενώ είχε μια πολύ σημαντική παρουσία στο μετοχικό τους κεφάλαιο, εκχώρησε, τελικά, μπιρ-παρά τις τράπεζες, οι οποίες θα διαχειριστούν σε δεύτερη φάση και επ’ ωφελία των νέων ιδιοκτητών τα κόκκινα δάνεια και ταυτόχρονα θα καθορίσουν την εκκαθάριση κεφαλαίων, καθώς και την οικονομική διάρθρωση της χώρας;
Σε αυτά τα ερωτήματα δεν υπάρχει άλλη λογική απάντηση, εκτός από το ότι αν κάνεις ένα βήμα πίσω τότε ακολουθούν πολλά μέχρι την πλήρη υποταγή.
Αυτό, λοιπόν, έκανε η κυβέρνηση πετώντας στην κυριολεξία στα σκουπίδια το πρόγραμμά της, τις προσδοκίες των λαϊκών στρωμάτων, την ταξική μερολη¬ψία και κάθε έννοια κυριαρχικού δικαιώματος της χώρας μας.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται, επίσης, ότι με την μετατροπή των προνομιούχων σε κοινές μετοχές ενισχύεται η παρέμβαση του Δημοσίου. Πρόκειται για αστήρικτο ισχυρισμό. Ούτε πριν διασφαλιζόταν ούτε και τώρα διασφαλίζεται η παρέμβαση του Δημοσίου στη διοίκηση. Μετά, μάλιστα, από τον πιο ισχυρό έλεγχο του ΤΧΣ από το κουαρτέτο των δανειστών και την μέθοδο απολιτικοποίησης των τραπεζών που εγχώρησε με υπογραφή της η συγκυβέρνηση, ο ισχυρισμός αυτός είναι κενό γράμμα.
Η διαφορά μεταξύ του τώρα και του χθες είναι ότι η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ έκανε ρουσφέτι στους Έλληνες τραπεζίτες με χρήματα του Δημοσίου, ενώ τώρα το ρουσφέτι πάλι «δημοσία δαπάνη» γίνεται στα ξένα επενδυτικά κεφάλαια (εξ’ όσων γνωρίζουμε, διότι δεν αποκλείεται να έχουν γίνει συμμαχίες με τμήματα του ελληνικού τραπεζικού κεφαλαίου). Άρα, τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα. Η δυνατότητα παρέμβασης του Δημοσίου είναι εξαιρετικά εξασθενημένη. Ο Θ. Παρασκευόπουλος έχει δίκιο όταν ισχυρίζεται ότι το Δημόσιο όχι μόνο δεν θα κρα¬τήσει τις θέσεις του στο τραπεζικό σύστημα, αλλά στην πρώτη ευκαιρία θα αναγκαστεί να πουλήσει και τις μετοχές που έχει, με την προσδοκία να ανα¬κτήσει κάποια ψίχουλα από τις απώλειές του.
Πλήρης υποταγή στο τραπεζικό κεφάλαιο
Από όποια πλευρά και να πιάσεις το θέμα, το συμπέρασμα είναι ότι η ανακεφαλαιοποίηση της κυβέρνησης συνιστά μια σκανδαλώδη, πρωτοφανή και προκλητική ρύθμιση.
Η εκ των υστέρων επιστολή του Γ. Δραγασάκη, βασικού υπεύθυνου από κυβερνητικής πλευράς για την ανακεφαλαιοποίηση, ο οποίος αφού πρώτα δημιούργησε τετελεσμένα, έρχεται εκ των υστέρων να ρίξει μελάνι σαν τη σουπιά και να θολώσει τα νερά, δείχνει και ενοχή και ευθυνοφοβία. Οι ευθύνες, όμως, δεν παραγράφονται και, κυρίως, δεν παραγράφονται στη συνείδηση του λαού.
Σε άλλα κράτη, όπως στην Αμερική, όταν προέκυψε η κρίση στο τραπεζικό σύστημα, προηγήθηκε η κρατικοποίηση ακόμη και του κολοσσού της Citygroup και στην πορεία το κράτος κέρδισε από την μεταπώληση στον ιδιωτικό τομέα. Αυτή είναι μια μορφή καπιταλιστικής διαχείρισης και με όρους αγοράς, αλλά τουλάχιστον ήταν μια διαδικασία που προστατεύτηκαν τα συμφέροντα του Δημοσίου. Στη χώρα μας, με αριστερή κυβέρνηση (κατά δήλωσή της), ούτε καν αυτό έγινε. Προτιμήθηκε να καθοριστούν οι κανόνες μόνο από την επιθυμία και τα συμφέροντα των δανειστών και των διεθνών κερδοσκοπικών κεφαλαίων και να θυσιαστεί το δημόσιο συμφέρον.
Η επιλογή που έγινε αφοπλίζει πλήρως κάθε κυβέρνηση, η οποία θα ήθελε να ασκήσει μια διαφορετική πιστωτική πολιτική και να διοχετευτούν οι έστω και περιορισμένοι πόροι για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Οι τράπεζες θα παραμείνουν ζόμπι, χωρίς δυνατότητα παροχής ρευστότητας, απλά θα επιδιωχθεί η διαμόρφωση μεγαλύτερης αξίας στο μετοχικό κεφάλαιο από τη διαχείριση του ενεργητικού τους, σε όφελος των κερδοσκοπικών πολυεθνικών κεφαλαίων.
Τέλος, όσα ακούστηκαν από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης για παράλληλο τραπεζικό σύστημα, είναι έπεα πτερόεντα. Η ιδέα να δημιουργήσεις νέες τράπεζες που δεν θα υπάγονται στον έλεγχο της ΕΚΤ έχει την σημασία της, όμως στα σημερινά ασφυκτικά πλαίσια του ευρωσυστήματος η υλοποίησή της θα είναι κάτι σαν το παράλληλο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή μια μαγική εικόνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου