Οι φίλοι, οι εχθροί και η κυβέρνηση που εκδικείται
Θωμάς Τσαλαπάτης
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εφαρμόζει -ή προσπαθεί να εφαρμόσει- ένα ολιστικό πολιτικό σχέδιο. Ενα σχέδιο που επηρεάζει και επιβάλλεται σε κάθε πτυχή της ζωής. Με τρόπο όλο και πιο έντονο, σε όλο και περισσότερες πτυχές, με τον αυταρχισμό της διαταγής και την...
κομψότητα του κλομπ. Μια πολιτική που ορίζει τον πολίτη σε κάθε πτυχή του σχετικά με σωστό ή λάθος. Από την οικονομική του συμπεριφορά και την κοινωνική του στάση μέχρι τους όρους της διασκέδασης και τον τρόπο ζωής. Ενα πολιτικό σχέδιο βαθιά ιδεολογικό, τέτοιο που καμία άλλη πρόσφατη κυβέρνηση δεν προσπάθησε να εφαρμόσει ούτε καν να περιγράψει.
Από την αστυνομοκρατία με τις παράνομες παρακολουθήσεις, το διαρκές ξύλο μέχρι τελικής πτώσεως, τις συνεχείς παραβιάσεις στο όνομα της άνευ όρων εξουσίας (όπου η απουσία των όρων ταυτίζεται στην πραγματικότητα με την ίδια την εξουσία) μέχρι τα σχέδια για στρατόπεδα συγκέντρωσης σε ξερονήσια, τη δολοφονική πολιτική απέναντι στους πρόσφυγες, το σπάσιμο των καταλήψεων στέγης κτλ. Από τον περιορισμό των πορειών μέχρι την κατάργηση του ασύλου και τον τραμπουκισμό σε βάρος των φοιτητών. Από την οικονομία των δικών μας παιδιών μέχρι την εξαφάνιση των δικαιωμάτων της εργασιακής πλέμπας. Από τις εισβολές σε κινηματογράφους, πάρτι και ασκήσεις διαλογισμού μέχρι τον εναγκαλισμό σχεδόν του συνόλου των μέσων και των τρόπων ενημέρωσης, των fake news και της σκαιής προπαγάνδας σε μια ταύτιση ολοκληρωτικής κοπής.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό επιβολής μέτρων και απαγορεύσεων και ταυτόχρονα χαρών και ευεργεσιών, η κυβέρνηση μας γνωστοποιεί μια θέαση που μέσω των εφαρμογών που επιφέρει γίνεται αμέσως πράξη. Το γεγονός δηλαδή πως το πλήθος των πολιτών διαχωρίζεται σε φίλους και εχθρούς. Με τρόπο απόλυτο, χωρίς αποχρώσεις, υποσημειώσεις ή εξόδους διαφυγής. Και αυτό δεν περιγράφει μια στατική σχέση παράταξης, αλλά μια εν κινήσει σχέση πολλαπλών μεγεθύνσεων. Οι φίλοι ευεργετούνται χωρίς όριο, με τροπολογίες χωμένες στα νομοσχέδια, με ειδικές ρυθμίσεις και εφαρμοστούς νόμους και αναθέσεις, ενώ οι εχθροί αποκλείονται, χτυπιούνται, περιορίζονται και λοιδορούνται. Αποτέλεσμα αυτής της απόλυτης διάκρισης δεν είναι μόνο μια διαρκής συνθήκη διχασμού της ίδιας της κοινωνίας. Στην πραγματικότητα καταφέρνει να μετατοπίζει τα όρια όλο και περισσότερο. Τα όρια των ελευθεριών και της επιβολής, τα όρια του δικαιώματος και της καταδίκης, του ορθού και του λάθους.
Αυτό συμβαίνει γιατί από τη μεριά της κυβέρνησης -και υπό αυτήν τη θέαση- η οποιαδήποτε κίνησή της έχει μια διπλή παράλληλη ανάγνωση και έναν παράλληλο αντίκτυπο. Δεν απευθύνεται σε ένα ανομοιογενές σώμα με επί μέρους διαφορετικά χαρακτηριστικά και συμφέροντα (έναν λαό, μία κοινωνία κτλ). Αλλά σε δύο σώματα, τα οποία επί της ουσίας η κυβέρνηση τα αντιμετωπίζει ως ομοιογενή. Και με βάση αυτήν την ομοιογένεια πράττει σε κάθε περίπτωση. Κολακεύοντας τους φίλους και καταβαραθρώνοντας τους εχθρούς. Δίνοντας τα πάντα στους φίλους και περιμένοντας το τίποτα από τους εχθρούς. Κυνηγώντας στην άρνηση ή στην αποδοχή μονίμως τον υπερθετικό βαθμό απόρριψης ή κατάφασης. Και η αντιμετώπιση αυτή, συνεπώς, μέσα από την οξεία πόλωση καθιστά τελικά τα δύο σώματα όλο και περισσότερο ομοιογενή. Σαν να προδικάζει τη μεταξύ τους σύγκρουση. Με τερέν βεβαίως το ίδιο το κυβερνητικό σώμα. Παιχνίδι στημένο για εύκολα στοιχήματα.
Ναι, είναι ρεβανσισμός. Αλλά δεν μοιάζει με ρεβανσισμό που απευθύνεται στην προηγούμενη κυβέρνηση ή στον ΣΥΡΙΖΑ, τους οπαδούς ή τους ψηφοφόρους του αποκλειστικά. Είναι εκδίκηση απέναντι σε ό,τι γεννήθηκε στην κρίση, απέναντι σε ό,τι αμφισβήτησε τόσο ό,τι επιβλήθηκε στην κρίση όσο και όσα τη γέννησαν. Γλυκιά εκδίκηση απέναντι σε όσους με οποιονδήποτε τρόπο (πολιτικό, κοινωνικό, ηθικό και αισθητικό) αμφισβήτησαν την τάξη πραγμάτων όπως καθιερώθηκε στις μεταπολιτευτικές δεκαετίες. Τα ιδανικά και τις αξίες χρεοκοπημένων ιδεών και βρόμικων πολιτικών, τους τρόπους ζωής υπερφίαλων πουθενάδων και πλαστικών lifestylάδων, το θράσος των νικητών και τις έκπτωτες υποσχέσεις τους. Και κυρίως αυτό το συναίσθημα: πως τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, ας φροντίσω εγώ για την πάρτη μου.
Γι’ αυτό και οι απαγορεύσεις και οι επεμβάσεις δεν περιορίστηκαν μόνο στις πολιτικές και κοινωνικές διεκδικήσεις, αλλά συμπεριέλαβαν τους τρόπους διασκέδασης, τους όρους εκτόνωσης, ακόμα και τους τρόπους που διέρχεσαι την πόλη. Είναι μια εκδίκηση και μια επίθεση συνολική, που μέρα με τη μέρα όλο και θα εντείνονται αποκτώντας νέες πτυχές, νέες εκδοχές και νέες καταπιέσεις. Μέχρι να ενταχθούμε τελικά όλοι μας στην προκρούστεια κανονικότητα από τους ορθοδοντικούς των ψυχών μας...
κομψότητα του κλομπ. Μια πολιτική που ορίζει τον πολίτη σε κάθε πτυχή του σχετικά με σωστό ή λάθος. Από την οικονομική του συμπεριφορά και την κοινωνική του στάση μέχρι τους όρους της διασκέδασης και τον τρόπο ζωής. Ενα πολιτικό σχέδιο βαθιά ιδεολογικό, τέτοιο που καμία άλλη πρόσφατη κυβέρνηση δεν προσπάθησε να εφαρμόσει ούτε καν να περιγράψει.
Από την αστυνομοκρατία με τις παράνομες παρακολουθήσεις, το διαρκές ξύλο μέχρι τελικής πτώσεως, τις συνεχείς παραβιάσεις στο όνομα της άνευ όρων εξουσίας (όπου η απουσία των όρων ταυτίζεται στην πραγματικότητα με την ίδια την εξουσία) μέχρι τα σχέδια για στρατόπεδα συγκέντρωσης σε ξερονήσια, τη δολοφονική πολιτική απέναντι στους πρόσφυγες, το σπάσιμο των καταλήψεων στέγης κτλ. Από τον περιορισμό των πορειών μέχρι την κατάργηση του ασύλου και τον τραμπουκισμό σε βάρος των φοιτητών. Από την οικονομία των δικών μας παιδιών μέχρι την εξαφάνιση των δικαιωμάτων της εργασιακής πλέμπας. Από τις εισβολές σε κινηματογράφους, πάρτι και ασκήσεις διαλογισμού μέχρι τον εναγκαλισμό σχεδόν του συνόλου των μέσων και των τρόπων ενημέρωσης, των fake news και της σκαιής προπαγάνδας σε μια ταύτιση ολοκληρωτικής κοπής.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό επιβολής μέτρων και απαγορεύσεων και ταυτόχρονα χαρών και ευεργεσιών, η κυβέρνηση μας γνωστοποιεί μια θέαση που μέσω των εφαρμογών που επιφέρει γίνεται αμέσως πράξη. Το γεγονός δηλαδή πως το πλήθος των πολιτών διαχωρίζεται σε φίλους και εχθρούς. Με τρόπο απόλυτο, χωρίς αποχρώσεις, υποσημειώσεις ή εξόδους διαφυγής. Και αυτό δεν περιγράφει μια στατική σχέση παράταξης, αλλά μια εν κινήσει σχέση πολλαπλών μεγεθύνσεων. Οι φίλοι ευεργετούνται χωρίς όριο, με τροπολογίες χωμένες στα νομοσχέδια, με ειδικές ρυθμίσεις και εφαρμοστούς νόμους και αναθέσεις, ενώ οι εχθροί αποκλείονται, χτυπιούνται, περιορίζονται και λοιδορούνται. Αποτέλεσμα αυτής της απόλυτης διάκρισης δεν είναι μόνο μια διαρκής συνθήκη διχασμού της ίδιας της κοινωνίας. Στην πραγματικότητα καταφέρνει να μετατοπίζει τα όρια όλο και περισσότερο. Τα όρια των ελευθεριών και της επιβολής, τα όρια του δικαιώματος και της καταδίκης, του ορθού και του λάθους.
Αυτό συμβαίνει γιατί από τη μεριά της κυβέρνησης -και υπό αυτήν τη θέαση- η οποιαδήποτε κίνησή της έχει μια διπλή παράλληλη ανάγνωση και έναν παράλληλο αντίκτυπο. Δεν απευθύνεται σε ένα ανομοιογενές σώμα με επί μέρους διαφορετικά χαρακτηριστικά και συμφέροντα (έναν λαό, μία κοινωνία κτλ). Αλλά σε δύο σώματα, τα οποία επί της ουσίας η κυβέρνηση τα αντιμετωπίζει ως ομοιογενή. Και με βάση αυτήν την ομοιογένεια πράττει σε κάθε περίπτωση. Κολακεύοντας τους φίλους και καταβαραθρώνοντας τους εχθρούς. Δίνοντας τα πάντα στους φίλους και περιμένοντας το τίποτα από τους εχθρούς. Κυνηγώντας στην άρνηση ή στην αποδοχή μονίμως τον υπερθετικό βαθμό απόρριψης ή κατάφασης. Και η αντιμετώπιση αυτή, συνεπώς, μέσα από την οξεία πόλωση καθιστά τελικά τα δύο σώματα όλο και περισσότερο ομοιογενή. Σαν να προδικάζει τη μεταξύ τους σύγκρουση. Με τερέν βεβαίως το ίδιο το κυβερνητικό σώμα. Παιχνίδι στημένο για εύκολα στοιχήματα.
Ναι, είναι ρεβανσισμός. Αλλά δεν μοιάζει με ρεβανσισμό που απευθύνεται στην προηγούμενη κυβέρνηση ή στον ΣΥΡΙΖΑ, τους οπαδούς ή τους ψηφοφόρους του αποκλειστικά. Είναι εκδίκηση απέναντι σε ό,τι γεννήθηκε στην κρίση, απέναντι σε ό,τι αμφισβήτησε τόσο ό,τι επιβλήθηκε στην κρίση όσο και όσα τη γέννησαν. Γλυκιά εκδίκηση απέναντι σε όσους με οποιονδήποτε τρόπο (πολιτικό, κοινωνικό, ηθικό και αισθητικό) αμφισβήτησαν την τάξη πραγμάτων όπως καθιερώθηκε στις μεταπολιτευτικές δεκαετίες. Τα ιδανικά και τις αξίες χρεοκοπημένων ιδεών και βρόμικων πολιτικών, τους τρόπους ζωής υπερφίαλων πουθενάδων και πλαστικών lifestylάδων, το θράσος των νικητών και τις έκπτωτες υποσχέσεις τους. Και κυρίως αυτό το συναίσθημα: πως τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, ας φροντίσω εγώ για την πάρτη μου.
Γι’ αυτό και οι απαγορεύσεις και οι επεμβάσεις δεν περιορίστηκαν μόνο στις πολιτικές και κοινωνικές διεκδικήσεις, αλλά συμπεριέλαβαν τους τρόπους διασκέδασης, τους όρους εκτόνωσης, ακόμα και τους τρόπους που διέρχεσαι την πόλη. Είναι μια εκδίκηση και μια επίθεση συνολική, που μέρα με τη μέρα όλο και θα εντείνονται αποκτώντας νέες πτυχές, νέες εκδοχές και νέες καταπιέσεις. Μέχρι να ενταχθούμε τελικά όλοι μας στην προκρούστεια κανονικότητα από τους ορθοδοντικούς των ψυχών μας...
Πηγή: tsalapatis.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου