Η αναβολή είναι τρόπος ζωής πολλών ανθρώπων και μάλλον πηγάζει από το βαθύ πηγάδι της επίπλαστης βεβαιότητας πως θα υπάρχουμε για πάντα και πως θα υπάρχουν για πάντα κι εκείνοι που αγαπάμε. Ετσι κι ο ήρωας αυτού του κειμένου, ας τον πούμε Χ, πίστευε πως όλα όσα υποσχόταν στον εαυτό του και στους άλλους θα έβρισκαν τον χρόνο να γίνουν, άρα όλα μπορούσαν προσωρινά να αναβληθούν.
Ελα όμως που η ζωή μεγαλώνοντας σου μαθαίνει πως ο χρόνος, το timing, που λένε και οι φίλοι μας οι Εγγλέζοι, είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Ετσι, ενώ είχε υποσχεθεί στον πατέρα του πως μια μέρα θα τον πάρει για μια μεγάλη βόλτα και ένα τσίπουρο στη θάλασσα, δεν πρόλαβε να το κάνει ποτέ. Υποτίθεται πως μόνο οι δυο τους, άντρες πλέον ισότιμοι και όχι πατέρας-γιος, θα μιλούσαν με ειλικρίνεια για το παρελθόν και όσα αφήναν τόσα χρόνια ασαφή να αιωρούνται μεταξύ τους. Το τσίπουρο αυτό λοιπόν δεν το ήπιαν γιατί ποτέ δεν υπήρχε χρόνος. Τώρα αναρωτιόταν μήπως δεν το έκανε γιατί φοβόταν για το τι θα ειπωθεί ή ακόμα χειρότερα φοβόταν πως δεν θα είχαν τίποτα να πουν γιατί όσα παρήλθαν έχασαν τον δικό τους χρόνο και μεταλλάχθηκαν σε βαριές σιωπές.
Ο Χ μου τα διηγείται όλα αυτά σε παραλιακό κέντρο που συνειρμικά μπορεί να του θύμισε εκείνο το τσίπουρο που είχε υποσχεθεί και ποτέ δεν ήπιε. Το θυμάται όλο και πιο συχνά όσο μεγαλώνει. Είναι το τίμημα της ανεκπλήρωτης υπόσχεσης. Τον ακούω και θυμάμαι τον Καμί: Η πραγματική γενναιοδωρία προς το μέλλον έγκειται στο να τα δίνουμε όλα στο παρόν. Γεγονός που φαντάζει ανέφικτο.
Αν μπορούσαμε να διακρίνουμε τα σημαντικά από τα ασήμαντα που επιβαρύνουν τον χρόνο μας, αν μπορούσαμε να πιούμε το τσίπουρο ακριβώς τη στιγμή που το υποσχεθήκαμε, αν ήταν δυνατό να πούμε αυτά που πραγματικά θέλουμε να πούμε πριν η στιγμή παρέλθει, ίσως η ζωή μας παρακάτω να έμοιαζε λίγο πιο ανάλαφρη.
Μικρά βαρκάκια λικνίζονται στο λιμάνι, το τσίπουρο τελειώνει όπου να ‘ναι. Λοιπόν ας αναβάλουμε και πάλι λέω, για τα τόσα που θα έπρεπε να κάνω και δεν έχω κάνει. Ας αναβάλουμε, που λέει κι ο ποιητής, «στα αρνητικά της σιωπής», ας ενθρονίσουμε αυτή τη μικρή πεταλούδα στο ραγισμένο τζάμι της μνήμης.
Ο Χ μου τα διηγείται όλα αυτά σε παραλιακό κέντρο που συνειρμικά μπορεί να του θύμισε εκείνο το τσίπουρο που είχε υποσχεθεί και ποτέ δεν ήπιε. Το θυμάται όλο και πιο συχνά όσο μεγαλώνει. Είναι το τίμημα της ανεκπλήρωτης υπόσχεσης. Τον ακούω και θυμάμαι τον Καμί: Η πραγματική γενναιοδωρία προς το μέλλον έγκειται στο να τα δίνουμε όλα στο παρόν. Γεγονός που φαντάζει ανέφικτο.
Αν μπορούσαμε να διακρίνουμε τα σημαντικά από τα ασήμαντα που επιβαρύνουν τον χρόνο μας, αν μπορούσαμε να πιούμε το τσίπουρο ακριβώς τη στιγμή που το υποσχεθήκαμε, αν ήταν δυνατό να πούμε αυτά που πραγματικά θέλουμε να πούμε πριν η στιγμή παρέλθει, ίσως η ζωή μας παρακάτω να έμοιαζε λίγο πιο ανάλαφρη.
Μικρά βαρκάκια λικνίζονται στο λιμάνι, το τσίπουρο τελειώνει όπου να ‘ναι. Λοιπόν ας αναβάλουμε και πάλι λέω, για τα τόσα που θα έπρεπε να κάνω και δεν έχω κάνει. Ας αναβάλουμε, που λέει κι ο ποιητής, «στα αρνητικά της σιωπής», ας ενθρονίσουμε αυτή τη μικρή πεταλούδα στο ραγισμένο τζάμι της μνήμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου