Το σύνθημα «επιστροφή στην κανονικότητα» κυριαρχούσε στην «γαλάζια» αφήγηση πριν τις εκλογές του 2019, όταν οι νυν κυβερνώντες και τα φιλικά προς τους ίδιους ΜΜΕ –δηλαδή η συντριπτική πλειονότητα των Μέσων στη χώρα- παρουσίαζαν τους ΣΥΡΙΖΑίους σαν ασύμβατους με την άσκηση εξουσίας σε μία ευρωπαϊκή χώρα, που «διώχνουν» επενδύσεις και που, όσο κρατούν το τιμόνι της Ελλάδας, δημιουργούν έναν πέπλο αβεβαιότητας. Βεβαίως, η πραγματικότητα, οι αριθμοί και τα στατιστικά έδειχναν τα αντίθετα –ωστόσο για την προεκλογική ΝΔ ίσχυε ότι «δεν αφήνουμε ποτέ την πραγματικότητα να μας χαλάσει μία ωραία ιστορία».
Και, αφού το ίδιο έκαναν και τα ΜΜΕ που αποτελούσαν τον επικοινωνιακό βραχίονα της ΝΔ, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας το πίστεψε –τί κι αν η κυβέρνηση Τσίπρα είχε συγκεντρώσει 37 δισεκατομμύρια στα ταμεία, τί κι αν είχε βγάλει τη χώρα από το Μνημόνιο, τί κι αν ο Μπαράκ Ομπάμα είχε επιλέξει να κλείσει την προεδρική του περίοδο και ο Μακρόν να ανοίξει τη δική του με οικοδεσπότη τον Αλέξη Τσίπρα; Η ΝΔ και οι υποστηρικτές της ήταν σαφείς: δεν χωράνε «Μαδούροι» στο Μέγαρο Μαξίμου.
Και έτσι, στις 7 Ιουλίου του 2019, ήρθαν οι «Ευρωπαίοι». Οι «Μενουμευρώπηδες», που ξέρουν να δένουν τη γραβάτα τους, οι «νόμιμοι ιδιοκτήτες της χώρας», που θα ‘λεγε και ο Κώστας Σημίτης.
Έκτοτε, λοιπόν, έχουν περάσει 3,5 χρόνια. Όμως, σε ό,τι αφοράτην Ελλάδα και το «πρόσωπο» της χώρας μας στο εξωτερικό, είναι σαν να έχει περάσει ένας αιώνας. Διότι, αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης χάσει τις επόμενες εκλογές –οψέποτε κι αν αυτές γίνουν- τότε η χώρα που θα αφήσει δεν θα έχει καμία σχέση με την χώρα που ασμένως παρέλαβε.
Στην Ευρώπη –και εν γένει διεθνώς- αποτελεί αξίωμα: οι εταίροι μας βλέπουν χώρα, βλέπουν την Ελλάδα. Δεν βλέπουν Μητσοτάκη ή Τσίπρα.
Με αφορμή, λοιπόν, διάφορα πρόσφατα περιστατικά, τα βασικά στοιχεία στο «πρόσωπο» της χώρας μας διεθνώς φιλοτεχνούν μία εικόνα διόλου κολακευτική για τη Ελλάδα –ειδικά αν σκεφτεί κανείς πόσες θυσίες (αχρείαστες και αναποτελεσματικές, πολλές απ’ αυτές) χρειάστηκαν από το 2010 και εντεύθεν ώστε να αλλάξει η εικόνα της Ελλάδας.
Είμαστε, λοιπόν, μία χώρα που επέστρεψε στα ελλείμματα και συνεχίζει να έχει ρεκόρ σε μη στοχευμένες «παροχές», παρότι είναι η πιο υπερχρεωμένη χώρα στην Ε.Ε.
Είμαστε μία χώρα που τα ΜΜΕ υπολειτουργούν, οι θεσμοί βραδυπορούν και η πρόσφατη σύγκριση του τρόπου και της ταχύτητας που διερευνούν οι εδώ εισαγγελικές αρχές το σκάνδαλο των υποκλοπών σε σχέση με την ταχύτητα των βελγικών αρχών για το «Κατάρ-gate», προκαλούν μόνο λύπη.
Είμαστε μία χώρα που η κυβέρνηση κατηγορείται διεθνώς για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, αλλά και πως επηρεάζει τον Τύπο εκμεταλλευόμενη διαφημιστικές δαπάνες που αφορούν στην πανδημία και την σωτηρία ανθρώπινων ζωών.
Επίσης, είμαστε μία χώρα που ο πρωθυπουργός όχι απλώς κατηγορείται ότι είχε παγιδεύσει και κρυφάκουγε πολιτικούς αντιπάλους και συνεργάτες, αλλά και που έχει αναδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας και η άοκνη προσπάθειά του να τα «θάψει» όλα αυτά.
Τέλος, με την εμπλοκή Καϊλή στο σκάνδαλο «Κατάρ-gate», έστω κι αν κάθε γενίκευση είναι εσφαλμένη και αυθαίρετη, η Ελλάδα ήρθε για ακόμη μία φορά στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής συζήτησης για τους λάθος λόγους.
Αν σε όλα αυτά προστεθεί το πώς είδαν στην Φρανκφούρτη τις παλινωδίες της κυβέρνησης σε σχέση με τις τράπεζες και τα «κόκκινα δάνεια», αλλά και τη χυδαία απόπειρα εξαγοράς ψήφων με «κουπόνια» διατροφής στο 85% του πληθυσμού, τότε είναι σαφές ότι η πορεία της Ελλάδας για τη μετατροπή της σε Μπανανία τελεί με σπασμένα τα φρένα. Και, έπειτα από σχεδόν 10 χρόνια θυσιών, είναι πραγματικά κρίμα να καταρρακώνεται με τέτοιον τρόπο το «πρόσωπο» της χώρας στα μάτια των ξένων και των εταίρων μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου