Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Σάββατο 30 Μαρτίου 2019

Ηλίας Μαριολάκος: Η Ινδοευρωπαϊκή προέλευση των Ελλήνων δεν ισχύει

Εδώ Καστελόριζο, εκεί Καστελόριζο που είναι το Καστελόριζο;


Η Ελλάδα είναι η μόνη δυτικοευρωπαϊκή χώρα όπου δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση, δεξιά ή ακροδεξιά, αριστερή ή ακροαριστερή. Δεν υπάρχει ούτε εναλλακτική πρόταση, ούτε αντισυστημικός φορέας ως οργανωμένη πολιτική δύναμη με ορατή προοπτική εξουσίας. Όλα τα κόμματα σε όλο το φάσμα, όσα τέλος πάντων φαίνεται να έχουν σήμερα, δημοσκοπικά, προοπτική εκπροσώπησης στο Κοινοβούλιο, βρίσκονται εντός του πλαισίου που ορίζει το σύστημα του ευρωιερατείου, η επιβολή της Γερμανίας στην ΕΕ και η ασφυκτική επίβλεψη των ΗΠΑ.

Του Απόστολου Αποστολόπουλου
 
Ο κορσές έχει γίνει πολύ στενός. Το νιώσαμε με τα Μνημόνια που ποτέ δεν έφυγαν και περιμένουμε πότε θα επανέλθουν με χαρτί και καλαμάρι. Εντός ή εκτός, προχθές, χθες και σήμερα, ο δρόμος έχει στρωθεί και για το αύριο: Κάθε σκέψη της Αθήνας πρέπει να εγκριθεί από τις Βρυξέλλες/Βερολίνο (και το ΔΝΤ) ενώ ταυτόχρονα μας λένε ότι αυτοί υπολόγισαν λάθος τα χρέη μας, αλλά εμείς οφείλουμε να εκπληρώσουμε τις υπογραφές μας. Η κατάσταση είναι τραγική και γελοία όπως ακριβώς την περιγράφει σατυρικά το τραγουδάκι: «για όλα φταίνε οι γκόμενες, οι πρώην κι οι επόμενες» χωρίς, εννοείται, να απαλλάσσονται οι νυν.
Οι «ειδικοί» της οικονομίας της γεωπολιτικής και όλων των κλάδων φλυαρούν τηλεοπτικώς, ίσα για να περνάει η ώρα, κατά τις γνωστές ιστορίες που έλεγε ο λαγός, όταν η τίγρης ήταν μακριά. Η ουσία είναι μια: κανένας Ευρωπαίος δεν είναι τόσο βλάκας, ώστε να πιστεύει ότι μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα μπορεί να ξεπληρώσει ένα τόσο απίστευτο χρέος, όσο το δικό μας, όποια ανάπτυξη και αν έχει.
Αντιθέτως μόνο στην Ελλάδα μπορεί να υπάρχουν τόσο πολύ και τόσοι πολλοί ανόητοι που να πιστεύουν ότι θα έλθουν βροχή οι επενδύσεις αρκεί να διορθωθεί το φορολογικό(!) ή ότι το Δημόσιο φταίει για όλα τα δεινά του τόπου και ότι θα εμφανιστεί ο σωτήρας της διπλανής πόρτας για να τα διορθώσει. Ο Σωτήρας έχει πια αποδημήσει εδώ και πολλές δεκαετίες, ο ίδιος, τα παιδιά και τα εγγόνια του, σωτήρες κι αυτοί, όλοι στον Άγιο Πέτρο.
Πάμε για τα δισέγγονα και τρισέγγονα με το ίδιο παραμύθι χωρίς τέλος. Και γιατί όχι αφού πιάνει ακόμα το ξεδιάντροπο ψέμα: Φταίει το Δημόσιο και έρχονται επενδύσεις. Α ναι! να μην ξεχάσουμε το τρίτο ψέμα που έθρεψε γενιές: οι προηγούμενοι ήταν όλοι ανεξαιρέτως κλέφτες και παρέδωσαν καμένη γη, ενώ οι επόμενοι είναι άσπιλοι εξ ορισμού. Έως ότου έρθει η σειρά τους να γίνουν προηγούμενοι.

Η μπαρούφα για το Καστελόριζο
Λοιπόν στοπ. Δεν φταίνε (μόνο) οι σωτήρες, σίγουρα οι ακροατές τους έχουν μερίδιο αφού δεν λένε να μεγαλώσουν και να ωριμάσουν. Όλα αυτά είναι μια χαρά, τα έχουν πει κι άλλοι βέβαια αλλά αφού δεν έγινε τίποτα η επανάληψη δεν βλάπτει, διατηρεί την ελπίδα ότι θα ενηλικιωθούμε. Αλλά και πάλι για ποια ελπίδα μιλάμε;
Έρχεται, ας πούμε, θέμα κάποιας σημασίας, από έναν τύπο που κοκορεύεται ότι ξέρει καλά πατριδογνωσία και πετάει τη μπαρούφα του ότι το Καστελόριζο δεν ανήκει στο Αιγαίο. Ορμάνε όλοι, πατριωτικά αγανακτισμένοι, κραυγάζοντας προδοσία. Προς τι οι αλαλαγμοί; Επειδή δεν ξέρει καλά πατριδογνωσία και το νησί ανήκει στο Αιγαίο; Επειδή μόνο αν ανήκει στο Αιγαίο θα το υπερασπιστούμε; Επειδή αν δεν ανήκει στο Αιγαίο η Τουρκία θα μπορούσε να έχει δίκιο, έστω τόσο δα;
Αντί για κραυγές θα αρκούσε να πει κανείς ότι το Καστελόριζο είναι και θα παραμείνει ελληνικό νησί και αν η Τουρκία θέλει να το πάρει θα πρέπει να πολεμήσει. Μια δήλωση λιτή και σαφής. Όχι γιατί είμαστε παλληκάρια και πατριώτες που δεν σηκώνουμε μύγα στο σπαθί μας, αλλά γιατί αλλιώς θα ξαναγίνουμε δούλοι. Και είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να μην ξαναγίνουμε δούλοι. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι ποιος ξέρει πατριδογνωσία, αυτός ή εμείς.

Το Καστελόριζο είναι θέμα άμυνας
Αλλά αν θα υπερασπιστούμε σε κάθε περίπτωση το Καστελόριζο ως αδιαμφισβήτητο μέλος της ελληνικής επικράτειας, διότι αυτό αμφισβητούσαν αμέσως ή εμμέσως (αδιάφορο) τα λόγια του εν λόγω κυρίου. Τελεία και παύλα. Ούτε είναι θέμα αν νομίμως ή όχι είναι εξοπλισμένα τα Δωδεκάνησα. Το έλυσε προ δεκαετιών ο Ανδρέας Παπανδρέου με τρεις λέξεις, όταν είπε: «Είναι θέμα άμυνας». Ξερά.
Και οι Τούρκοι μόνο όταν βρήκαν απέναντί τους τον ενδοτικό Σημίτη ξανάρχισαν τις αμφισβητήσεις. Όχι επειδή τα κάνουν επάνω τους μπρος στους παλικαράδες της Ελλάδας. Αλλά επειδή θα είναι καταστροφικό για την Τουρκία του Ερντογάν κάθε ελάχιστη πιθανότητα να φανεί, έστω μια στιγμή, αδύναμη απέναντι στην Ελλάδα και σε όποια άλλη οργανωμένη χώρα.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, αντισυστημική υπολογίσιμη δύναμη, με, έστω μακρινή, προοπτική εξουσίας, ούτε αντίστοιχες ιδέες κάπως συγκροτημένες. Δεν υπάρχουν ούτε κοινωνικά ή άλλα, ταξικά και πολιτικά, μορφώματα που να έχουν τέτοια προδιάθεση. Για να δώσουν ελπίδα, θάρρος και όραμα. Είμαστε στην αναμονή και την προσμονή. Υπάρχουν τέτοιες άχαρες στιγμές στη ζωή των λαών και στη δική μας πάμπολλες. Ώσπου να φανεί κάποιος Κολοκοτρώνης «κι ακαρτέρει κι ακαρτέρει
φιλελεύθερη λαλιά»
                                                                                                                         Πηγή: slpress.gr

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

H Λοΐζου και οι άλλοι


Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάζουν το κόμμα να παραμείνει στη γραμμή της ηθικής. Αντίθετα, στη ΝΔ, το κόμμα των λαμόγιων, μόλις προκύψει άλλο ένα κρούσμα απατεώνα, χτυπάει «thief alert» στους ψηφοφόρους της, προκειμένου να υπερασπισθούν τον νέο Άριστο της διαφθοράς.
 
του Νίκου Μωραΐτη
 
Κεραυνός εν αιθρία. Η Μυρσίνη Λοΐζου έπαιρνε επί 5,5 χρόνια τη σύνταξη της νεκρής μητέρας της. Την ξέρω λίγο τη Μυρσίνη, είμαι πεπεισμένος ότι από αμέλεια το έκανε, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα – η καταγγελία είναι de facto σοβαρή. Το θέμα είναι ότι με το που δημοσιεύτηκε και διαδόθηκε η είδηση, ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε την παραίτησή της από το Ευρωψηφοδέλτιο.
Δεν θα μείνω στην ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ να ελέγξει τα οικονομικά και φορολογικά στοιχεία των υποψηφίων του – έχει ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ διοικητικά κατάλοιπα ενός ερασιτεχνικού και αφελούς κόμματος του 4%. Θα μείνω στην ίδια την πράξη: Νομική εμπλοκή; Άμεση αποπομπή.
Μόλις δει ότι ένα στέλεχός του έχει ανάμειξη σε οποιαδήποτε υπόθεση, κόβει τον σύνδεσμο, ακόμη κι αν αυτό του είναι επώδυνο. Τι συμβαίνει στην απέναντι πλευρά; Μία γιγαντιαία κολυμβήθρα του Σιλωάμ, όπου μπαίνεις κλέφτης, λαμόγιο, παιδεραστής, οφσοριτζής, απατεώνας, δωρολήπτης, φοροφυγάς και βγαίνεις δεξιός καθαρός, πατριώτης, χριστιανός, οικογενειάρχης, έτοιμος για εξουσία.
Από τον κάθε διαπλεκόμενο κολλητό επιχειρηματία μέχρι τα αγαπημένα της παιδιά της SIEMENS, της NOVARTIS και του ΚΕΕΛΠΝΟ, η Νέα Δημοκρατία παρέχει άφεση αμαρτιών σε όποιο λαμόγιο πετάει και σε όποιο κολυμπάει.
Είναι άραγε «το ηθικό πλεονέκτημα του ΣΥΡΙΖΑ» ο κύριος λόγος αυτής της αντίθεσης ανάμεσα στα δύο κόμματα; Πιστεύω πως όχι. Είναι η ανοχή των ψηφοφόρων. Μόλις ένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ βρεθεί εμπλεκόμενο σε μία ύποπτη υπόθεση, οι ψηφοφόροι του αρχίζουν να βρίζουν από το facebook, από το twitter και απ’ όπου βρουν ζητώντας την αποπομπή του.
Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάζουν το κόμμα να παραμείνει στη γραμμή της ηθικής – ακόμη κι αν αυτό θα ολιγωρούσε. Το ηθικό πλεονέκτημα του αριστερού κόσμου καθοδηγεί την ηγεσία. Αντίθετα, στη ΝΔ, το κόμμα των λαμόγιων, μόλις προκύψει άλλο ένα κρούσμα απατεώνα, χτυπάει «thief alert» στους ψηφοφόρους της, προκειμένου να υπερασπισθούν τον νέο Άριστο της διαφθοράς. Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις…
www.altsantiri.gr

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2019

Αριστερά: μια διαφορετική λογική διακυβέρνησης

 

Όταν πρωτοξέσπασε η κρίση, ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας αποδέχθηκε την κυρίαρχη αφήγηση της ευρωπαϊκής και εγχώριας ελίτ, ότι για να επανέλθουν τα πράγματα στο φυσιολογικό, πρέπει να αποδεχτούμε σιωπηλά την  συρρίκνωση  των ασφαλιστικών ταμείων, τις απολύσεις, τις μειώσεις των μισθών, την ανεργία κλπ. Οι βιοπολιτικές συνέπειες των παραπάνω εφαρμοζόμενων πολιτικών ήταν οδυνηρές.
Με τον όρο «βιοπολιτική» παραπέμπουμε στην έννοια που πρώτος ανέπτυξε ο γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκώ  σύμφωνα με την οποία, η πολιτική διαμορφώνει και μορφοποιεί τη ζωή του ανθρώπινου είδους στο σύνολο του. Διακρίνει μεταξύ κλασικού φιλελευθερισμού και νεοφιλελευθερισμού και καταλήγει ότι η «πραγματική» διαφορά μεταξύ των δύο έγκειται στο ότι ενώ στο φιλελευθερισμό του Άνταμ Σμιθ ο στόχος είναι η προαγωγή της αυτορρύθμισης του χώρου της αγοράς ως «ελεύθερου χώρου», στην περίπτωση του νεοφιλελευθερισμού το πρόβλημα είναι «να μάθουμε πως μπορεί να ρυθμιστεί η σφαιρική άσκηση της πολιτικής εξουσίας βάσει των αρχών μίας οικονομίας της αγοράς». Από την περίοδο Πινοσέτ στην Χιλή και τη θατσερική Αγγλία μέχρι και τα PIGS της μετα-καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης ξεπηδούν ζωντανές εικόνες του νεοφιλελευθερισμού που ανακινείται ως μια κριτική στην «υπερβολική» διακυβέρνηση - η οποία με πραγματικούς όρους συνήθως εκφράζεται μέσω της συρρίκνωσης του κράτους πρόνοιας και των δομών κοινωνικής φροντίδας αλλά και μέσω των ιδιωτικοποιήσεων δημοσίων αγαθών - αλλά και που ενεργοποιεί ταυτόχρονα μηχανισμούς υπερβολικής «ρύθμισης» όλων των πτυχών της ζωής του πληθυσμού.
Ο Φουκώ καταλήγει ότι το βασικό πρόβλημα του φιλελευθερισμού ως μεθοδολογίας διαχείρισης εδράζεται στο ζήτημα της βιοπολιτικής. Είτε ως μορφή συστηματικής και εξονυχιστικής κοινωνικής ρύθμισης από τη γραφειοκρατία, είτε ως ένα μοντέλο μεταφοράς της αγοραίας ορθολογικότητας σε χώρους μη οικονομικούς όπως η οικογένεια, η γεννητικότητα ή αναπαραγωγή και η παραβατικότητα, η βιοπολιτική τέμνει εγκάρσια σχεδόν κάθε μοντέλο φιλελεύθερης διακυβέρνησης, όπου αυτό έχει εφαρμοστεί. Υπό την έννοια αυτή η βιοπολιτική στοχεύει στην απλή επιβίωση του ανθρώπινου είδους, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα μιας ολιγαρχίας. Οι πολιτικές της λιτότητας που εφαρμόζονται στην Ελλάδα και στις χώρες του Ευρωπαϊκού νότου αποτελούν δείγμα της βιοπολιτικής της νέας Ευρώπης.
Η νέα ζωή που διαμορφώνεται είναι ταυτισμένη με φόβο και θάνατο. Όπως φάνηκε, η ανατροπή της ασκούμενης βιοπολιτικής δεν θα επιτευχθεί απλά και μόνο με την εκλογή μιας «φιλολαϊκής» αριστερής  κυβέρνησης καθώς, όπως έχει επισημάνει και ο Φουκώ, στο νεοφιλελευθερισμό υπάρχει διακυβέρνηση και όχι κυβέρνηση. Η πολιτική σκύβει το κεφάλι στην αγορά – στην παγκόσμια αγορά, που καλείται να τη διαχειριστεί. Το πικρό επιμύθιο είναι ότι δεν υπάρχει καμία κυβέρνηση πουθενά, που να μπορεί να υπάρξει έξω από τους νόμους της αγοράς και της οικονομίας.
Για τον Φουκώ το σώμα είναι ο στόχος της άσκησης της εξουσίας ώστε να γίνει πειθήνιο, παραγωγικό, πολιτικά και οικονομικά χρήσιμο. Οι σχέσεις εξουσίας δεν βρίσκονται σε εξωτερική θέση αναφορικά με άλλους τύπους σχέσεων (οικονομικές διαδικασίες, σχέσεις γνώσης, σεξουαλικές σχέσεις) αλλά είναι ενύπαρκτες σ’ αυτές. Είναι το άμεσο αποτέλεσμα των κατανομών, των ανισοτήτων και των ανισορροπιών που εμφανίζονται μέσα σ’ αυτές και αποτελούν αντίστοιχα, τις εσωτερικές προϋποθέσεις αυτών των διαφοροποιήσεων. Οι σχέσεις εξουσίας δεν βρίσκονται σε θέσεις υπερδομής, μ’ ένα ρόλο απαγόρευσης ή επικύρωσης. Εκεί που λειτουργούν παίζουν ένα άμεσα παραγωγικό ρόλο. Ωστόσο τα σημεία αντίστασης είναι παρόντα παντού μέσα στο δίκτυο της εξουσίας. Δεν υπάρχει, επομένως, σε σχέση με την εξουσία ένας τόπος της μεγάλης Άρνησης, καθαρός νόμος της επανάστασης, απλά οι αντιστάσεις αποτελούν τον άλλο όρο στις σχέσεις εξουσίας.
Στο RedNotebook (rnbet.gr) σε Συνέντευξη του Τζόρτζιο Αγκάμπεν «Για τη δημοκρατία», τη «Λατινική Αυτοκρατορία» της Ευρώπης, τον Φουκώ, τον Μπένγιαμιν και τον Καρλ Σμιτ, την «κατάσταση εξαίρεσης» ο Αγκάμπεν ακολουθώντας τον Φουκώ, υποστηρίζει ότι η «λογική» της νεωτερικής εξουσίας δεν είναι η αντιμετώπιση των κρίσεων, αλλά η διαχείριση των συνεπειών τους.
Το πρόβλημα της Αριστεράς, κατά τον Φουκώ, είναι ότι, εκτός από μια οικονομική και μια διαχειριστική-διοικητική πρόταση, δεν έχει αναπτύξει μια διαφορετική κυβερνητική λογική. Οι αριστερές κυβερνήσεις είτε οδήγησαν σε αυταρχικά καθεστώτα είτε αποδέχτηκαν την υπάρχουσα λογική διακυβέρνησης, εδραιωμένη στις φιλελεύθερες, αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες. Καμία δεν έχει βασιστεί σε μια συμμετοχική αντίληψη της δημοκρατίας, μια διαφορετική λογική διακυβέρνησης.
Σήμερα ο λαός της Αριστεράς μόνον κατά ένα μέρος αποτελείται από «εργατική τάξη»· πρόκειται, αντίθετα, για απογοητευμένη μικρο-αστική τάξη ( άνεργοι, εκπαιδευτικοί ή  δημόσιοι υπάλληλοι), για διανοούμενους και για ανθρώπους που επιδιώκουν τη δικαιοσύνη ακόμη και με τίμημα τη θυσία του προσωπικού τους συμφέροντος. Η αριστερά δεν κατανόησε ότι, με την παγκοσμιοποίηση, μια νέα κλίμακα, η πλανητική, ερχόταν να προστεθεί στις κλίμακες στις οποίες έπρεπε να ασκείται η πολιτική δράση. Τώρα που οι ζημιές της παγκοσμιοποίησης στο πεδίο της οικονομίας και της εργασίας είναι μπροστά στα μάτια όλων, τις ιδέες της Αριστεράς τις έχει ανάγκη όχι μόνον η μια ή η άλλη χώρα, αλλά ο πλανήτης ολόκληρος.
Το πρώτο σημείο ενός αριστερού προγράμματος έγκειται στο να αντιταχθούμε στο πνεύμα των καιρών, στο να ξανασκεφτούμε την παγκοσμιοποιημένη νεωτερικότητα και να καταπολεμήσουμε τις καταστρεπτικές επιπτώσεις της.

Είσαι αριστερός; Απολύεσαι - Έργα και ημέρες του φοβερού Μπολσονάρου


Θέα Μανούρα
 
Σχέδιο νόμου για ίδρυση ειδικής γραμματείας «απο-αριστεροποίησης» (Deleftification) της Δημόσιας Διοίκησης εισηγήθηκε νομοθέτης φίλα προσκείμενος στο κυβερνών κόμμα του ακροδεξιού Προέδρου της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρου.
Ο Αϊτόρ Φρέιρε εισηγήθηκε την εν λόγω ρύθμιση με τις ευλογίες του Βραζιλιάνου Προέδρου σε μια προσπάθεια, όπως είπε, «εκκαθάρισης του δημόσιου τομέα από λειτουργούς με αριστερά ιδεώδη της προηγούμενης κυβέρνησης». Η εκκαθάριση της χώρας από «τις σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές ιδεολογίες» ήταν εξάλλου η πρώτη εξαγγελία μετά την πρώτη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Σύμφωνα με βραζιλιάνικα μέσα, αυτή η κίνηση δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά διώξεις δημοσίων λειτουργών από τη δημόσια διοίκηση και πολιτικών προσώπων της προηγούμενης αριστερής κυβέρνησης – ή, τέλος πάντων, ό,τι θεωρείται αριστερό για τον ακροδεξιό Πρόεδρο.
Επιπλέον, με την εν λόγω εκκαθάριση στο στόχαστρο μπαίνουν και άλλοι εργαζόμενοι, οι οποίοι έχουν κατηγορηθεί από τη νέα ακροδεξιά κυβέρνηση πως εμφορούνται από «μαρξιστική κουλτούρα». Τον περασμένο Νοέμβριο ο Βραζιλιάνος ΥΠΕΞ Ερνέστο Αραούχο κατηγόρησε τους... μαρξιστές πως έχουν δημιουργήσει τη συνωμοσία περί κλιματικής αλλαγής με σκοπό να προκαλέσουν οικονομική ασφυξία στη Δύση προς όφελος της κινεζικής ανάπτυξης. 
Τον περασμένο Νοέμβριο εξάλλου η διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή προγραμματιζόταν να διεξαχθεί στη Βραζιλία, ωστόσο η νέα κυβέρνηση της χώρας ανακοίνωσε ότι αποσύρεται από τη διοργάνωση και τη φιλοξενία της συνόδου. Την απόφαση έλαβε ο ακροδεξιός Πρόεδρος της χώρας, ο οποίος, εκτός του ότι θέλει να καθαρίσει τη χώρα από τα «μαρξιστικά σκουπίδια», αποσύρεται και από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. 

«Είναι πράκτορες»!
Επιστρέφοντας στον νομοθέτη Φρέιρε, ο οποίος έχει δηλώσει φανατικός θαυμαστής του ακροδεξιού Προέδρου, το σχέδιο νόμου για την ίδρυση της ειδικής αυτής γραμματείας «απο-αριστεροποίησης» θα προβλέπει ευρύ έλεγχο, ταυτοποίηση, αξιολόγηση, παρακολούθηση των δημοσίων λειτουργών σε κάθε δομή της δημόσιας διοίκησης και θα δίνει λόγο απευθείας στον Πρόεδρο, σε μια προσπάθεια αποπομπής όλων των λειτουργών με αριστερή ιδεολογία.
«Ο λόγος για τον οποίο οι αριστεροί θα πρέπει να εγκαταλείψουν τη δημόσια διοίκηση», δήλωσε ο Φρέιρε, είναι ότι «οι αριστεροί πράκτορες ενεργούν κρυφά και συνεχίζουν να προκαλούν άμεσες και έμμεσες ζημίες στο έθνος». 
Σύμφωνα με τον δεξιό νομοθέτη, η προεδρική νίκη του Μπολσονάρου «δεν ήταν αρκετή για να καθαρίσει τη δημόσια διοίκηση από αριστερούς που διείσδυσαν στο κράτος» και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προτείνει τώρα να ψηφιστεί αυτός ο νόμος στο βραζιλιάνικο Κογκρέσο για την ίδρυση της ειδικής γραμματείας, ενώ ο ίδιος προσφέρθηκε να παραμείνει επικεφαλής της εν λόγω εκστρατείας δηλώνοντας ότι «ως πιστός στρατιώτης είναι στη διάθεση του Προέδρου για να αναλάβει ένα τέτοιο έργο». 
Ο ίδιος ο Βραζιλιάνος Πρόεδρος από πλευράς του εξάλλου έχει υποστηρίξει πως οι ένοπλες δυνάμεις, που οδήγησαν τη χώρα σε στρατιωτική δικτατορία για πάνω από δύο δεκαετίες, είναι ο μοναδικός θεματοφύλακας της δημοκρατίας!
Σύμφωνα με αναλυτές και δημοσιογράφους, μια τέτοια εξέλιξη θυμίζει τις πολιτικές διώξεις, το «κυνήγι μαγισσών» του Τζόζεφ Μακάρθι στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1950.
Σύμφωνα με την «Diario Causa Operaria Journal», εάν εγκριθεί ένα τέτοιο νομοσχέδιο, θα ανάψει το πράσινο φως για μια πολιτική κατασκοπείας με σκοπό την καταστολή των αριστερών οργανώσεων και των υποστηρικτών τους, καθώς και των εργαζομένων που βρίσκονται σε διοικητικές θέσεις δημόσιου αξιώματος και πάλεψαν για εργασιακά δικαιώματα τόσων ετών.

Γιατί, κυρία μου;

Γιατί, κυρία μου;

Γιατί, κυρία μουεωγραφικά, η Μακεδονία δεν είναι μία και ελληνική. Ένα μέρος της κείται εκτός των ελληνικών γεωγραφικών ορίων. Όμως η ιστορία της ανήκει στο Ελληνικόν, όσο κι αν κόπτονται για την αποσύνδεση και κραυγάζουν λογής εθνικιστές.
 
 
Η κυρία Μαρίκα Λόμπου-Λεβίδη έγραψε ένα βιβλίο, το οποίο αναφέρεται και στο τραγούδι «Μακεδονία ξακουστή». Τίτλος του βιβλίου, «Επιτηρούμενες ζωές: Μουσική, χορός και διαμόρφωση της υποκειμενικότητας στη Μακεδονία» (Εκδ. Αλεξάνδρεια»).
Η κριτική καταιγιστική: Δεν είναι παραδοσιακή μελωδία, πάσχει από έλλειψη φαντασίας και αυθεντικότητας στην όρχηση( στον χορό), δεν παραπέμπει «στις συμβάσεις του δημοτικού τραγουδιού», πρόκειται για «το πιο ηχηρό παράδειγμα πολιτισμικής κατασκευής».
Δεν τελειώσαμε. Κάτι σαν χαριστική βολή ή σαν Πάρθιο βέλος για το «Μακεδονία ξακουστή» είναι και τα εξής: Πρόκειται για τραγούδι «καθαρά εθνικιστικού χαρακτήρα».
Και ακολούθως: «Πρόκειται για «μια μελωδία που πρωτακούστηκε στην πολυεθνοτική Θεσσαλονίκη του τέλους του 19ου αιώνα» και μετατράπηκε «σε ένα υποσχόμενο σύμβολο μακεδονικότητας και ελληνικότητας».
Ας δεχθούμε όλες τις κριτικές παρατηρήσεις για το περιεχόμενο, την μελωδία, την όρχηση και όσα συναφή αναφέρει η συγγραφέας. Ε, και; Ούτε για να κοσμήσει το αρχείο του Δημώδους άσματος προορίζεται το τραγούδι αυτό ούτε για τον διαγωνισμό… εμβατηρίων της Eurovision.
Έναν στόχο έχει και μόνο: Να συνδέσει την ελληνική ιστορία με αυτήν των Μακεδόνων, σύνδεση στην οποία-αν δεν απατώμαι-αναφέρεται ρητώς και η Συμφωνία των Πρεσπών.
Αν ευστοχεί η εν λόγω παρατήρηση, προβάλλει αναπόφευκτο το ερώτημα προς την κυρία Μαρίκα Ρόμπου-Λεβίδη: Που ακριβώς εντοπίζεται ο… «εθνικιστικός χαρακτήρας» του τραγουδιού;
Και βέβαια, πόθεν τεκμαίρεται ότι το «Μακεδονία ξακουστή» αποτελεί «ένα υποσχόμενο σύμβολο μακεδονικότητας και ελληνικότητας»; Αν δεν απατώμαι πάλι, σχετικά με την ελληνικότητα, εκείνος ο Μεγαλέξανδρος , στην επιστολή του προς τον Δαρείο, ομιλεί ως ηγεμών των Ελλήνων. Τα λέει αυτά ο Αρριανός. Λέτε να ήταν σεσημασμένος… εθνικιστής και αυτός;
Αφήστε τον άλλον, τον Αριστοτέλη. Τι δίδασκε, αλήθεια, στον Μακεδόνα στρατηλάτη; Ποιά γλώσσα; Κι εκείνη η έρμη ελληνιστική εποχή πως προέκυψε; Ποιόν χαρακτήρα είχε και γιατί ονομάστηκε έτσι;
Όχι. Δεν θα απαντήσει στα ερωτήματα αυτά η κυρία Μαρίκα Ρόμπου-Λεβίδη. Ούτε οι λοιποί προοδευτικοί που έδωσαν μάχες- και μάχονται ακόμη- για τα…δίκαια της γείτονος… Δυστυχώς, υποστηρίζουν έναν ασύστολο, επιθετικό εθνικισμό –των εθνικισμό των Σλαβομακεδόνων-που αυθαιρετεί προκλητικά διεκδικώντας μερίδιο ιστορίας που δεν του ανήκει.
Να το ξαναπούμε; Γεωγραφικά, η Μακεδονία δεν είναι μία και ελληνική. Ένα μέρος της κείται εκτός των ελληνικών γεωγραφικών ορίων. Όμως η ιστορία της ανήκει στο Ελληνικόν, όσο κι αν κόπτονται για την αποσύνδεση και κραυγάζουν λογής εθνικιστές. Οι οποίοι ειρωνεύονται τα περί συνέχειας του Ελληνισμού-εδώ το πρόβλημά τους- και φτάνουν στο όριο του βλακώδους, καθαρού ρατσισμού, λέγοντας, όπως και ο Φαλμεράιερ, ότι δεν υπάρχει σταγόνα αίμα αρχαίων Ελλήνων στις φλέβες των συγχρόνων.
Ως κατακλείς αξίζει να παρατεθεί ένας στίχος του Κ.Π.Καβάφη, αφιερωμένος από εμάς στην συγγραφέα: «Μας εξουθένωσεν τάχατες» με το πόνημά της…

«Τσίπρας θα λέτε και θα κλαίτε»…


Του Γ. Λακόπουλου
 
«Να ψηφίσουμε Μητσοτάκη για να φύγει ο Τσίπρας».  Είναι το σλόγκαν που διακινεί ένας φαιός μηχανισμός προπαγάνδας . Απευθύνεται κυρίως στη μερίδα ψηφοφόρων που έμεινε μέχρι τέλους στο ΠΑΣΟΚ και  μετά  την εξαφάνιση του- υπέρ του  ΙΧ κόμματος της Φώφης Γεννηματά, βλέπουν  ότι δεν έχει νόημα να συνεχίζουν.
Ασφαλώς στον κοινοβουλευτισμό η εναλλαγή στη διακυβέρνηση είναι υγιής εξέλιξη. Κανείς δεν μπορεί να κυβερνά αιώνια. Και καμιά  κυβέρνηση δεν είναι χωρίς λάθη και παραλείψεις που ενοχλούν την κοινωνία. Ειδικά για τη σημερινή κυβέρνηση υπάρχουν πολλοί λόγοι σκληρής  κριτικής.  Από την αρχή ως τώρα υπάρχει ολόκληρος τόμος με λάθη.  Οι Συριζαίοι δεν χρειάζονται καν εχθρούς- παίζουν το ρόλο μόνοι τους…
Αλλά η πολιτική έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα: Όλοι και όλα κρίνονται σε σύγκριση με κάποιον άλλον και κάτι άλλο.  Στην κοινοβουλευτική Δημοκρατία η ψήφος  έχει  και ιδεολογικό περιεχόμενο.  Έχουν σημασία και οι προθέσεις.
Το  σλόγκαν «Μητσοτάκης για να φύγει  ο Τσίπρας» συμπυκνώνει  το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στον κοινοβουλευτισμό: τη θεωρία της τυφλής ψήφου. Δεν παρακινεί στην  καταψήφισης της σημερινής κυβέρνησης της Αριστεράς – την Κεντροαριστεράς στην ουσία- υπέρ  ενός κόμματος της Κεντροδεξιάς- που δεν υπάρχει. Αλλά  υπέρ  συγκεκριμένου  πολιτικού: του  Κυριάκου Μητσοτάκη που υπάρχει με τα συμφραζόμενα της  πολιτικής παρουσίας του. Με όσα τον συνοδεύουν  και με  όσους έχει δίπλα του  και κάθε άλλο παρά κεντροδεξιό πολιτικό φορέα συγκροτούν, ούτε αξιόπιστη εναλλακτική λύση..
Ζητά την υπερψήφιση του  Μητσοτάκη,  όχι γιατί έχει πρόγραμμα, έχει αποδείξει ότι αξίζει να  γίνει Πρωθυπουργός, ή γιατί με τη ΝΔ τα πράγματα θα είναι καλύτερα. Αλλά «για να φύγει ο Τσίπρας».  Γιατί όμως να φύγει;
Ο παραλογισμός εδώ χτυπάει κόκκινο. Γιατί … δεν κατάργησε αμέσως το Μνημόνιο. Γιατί δεν …έβγαλε τη χώρα από την Ευρωζώνη, όπως τον παρότρυνε το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος για το οποίο, όπως είπε με εντιμότητα ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης «πήρε μια απόφαση ουσίας».
Να φύγει γιατί «είπε ψέματα». Αλλά κανείς δεν λέει ποια ακριβώς ψέματα είπε αυτή η κυβέρνηση -σε σχέση με την εντολή που έχει. Όχι η προηγουμένη  που έφυγε ήδη. Η σημερινή. Εκτός αν καταργήσαμε τον κοινοβουλευτισμό.
Το Σεπτέμβριο του 2015  το εκλογικό σώμα  είχε υπόψη του ότι  ο Τσίπρας υπήρξε αιθεροβάμων, με όσα έλεγε ότι θα κάνει η κυβέρνηση που αναδείχθηκε τον Ιανουάριο το 2015 -και που δεν έχει σχέση με τη σημερινή.
Εκείνος ο Τσίπρας που έπρεπε «να φύγει», έφυγε- για όποιον ασπάζεται τους δημοκρατικούς κανόνες. Ζήτησε νέα εντολή διαφορετική από την προηγούμενη και την πήρε.
Κάποιοι δεν αντιλαμβάνονται αυτό που έλεγε Μιτεράν: «Ανάμεσα στην προηγουμένη και την επόμενη των εκλογών μεσολαβεί κάτι: οι εκλογές».
Πίσω από τον τυχοδιωκτικό ετεροκαθορισμό «φύγε εσύ απλώς για να έλθω εγώ»  δεν υπάρχει ίχνος λογικής, πολιτικής ουσίας και προοπτικής.  Όπως δεν υπάρχει και συναίσθηση  που οδηγήθηκε η χώρα όταν την ανέλαβε την ανέλαβε ο ένας «υιός του πατρός». Τώρα διεκδικεί να την αναλάβει και ο άλλος.
Δεν μας φτάνουν τα ερείπια που άφησε πίσω του ο νεότερος  Παπανδρέου -στη χώρα και στο κόμμα του- αλλά πρέπει να έλθει ο  νεότερος  Μητσοτάκης για να ολοκληρώσει την καταστροφή που δεν πρόλαβε ο πατέρας του. Και  επέφερε τελικά ο  Γ. Παπανδρέου και οι «κηπουροί» του-, με πρόσχημα τη δημοσιονομική εκτροπή  ενός έτους -σε συνθήκες διεθνούς κρίσης- των κυβερνήσεων Καραμανλή.
Αυτή η  παρότρυνση ενθαρρύνεται από την ρητορική της Φώφης Γεννηματά και συγκεκριμένων στελεχών του πρώην ΠΑΣΟΚ που βγαίνουν καθημερινά στα κάγκελα  με πρωτοφανές μίσος κατά του Τσίπρα.  Άεργοι πρώην πολιτικοί, παλιοί βουλευτές, υπουργοί και κομματικά  στελέχη ενός κατά περιόδους  δυσώδους παρελθόντος, πρώην  κρατικοί αξιωματούχοι, αποσυνάγωγοι οι περισσότεροι και χωρίς καμία κοινωνική αναφορά πλέον συνωστίζονται στον αντι-Τσιπρισμό.
Πάντα στην πολιτική υπάρχει το κρίσιμο ερώτημα: ποια είναι η εναλλακτική λύση;  Ποια είναι η άλλη πρόταση διακυβέρνησης -σε μια χώρα που έχει τους περιορισμούς της Ελλάδας- όχι ασφαλώς εξ αιτίας τους ΣΥΡΙΖΑ. «Να φύγει ο Τσίπρας, αλλά ποιος θα έλθει;». Μήπως εκεί που είπαμε «αμάν να απαλλαγεί η χώρα από τον Καμμένο», θα μας προκύψει ένας… στρατός από Καμμένους;  
Μόνο όσοι εθελοτυφλούν δεν το βλέπουν, τι θα σημαίνει να ενσκήψουν η οικογένεια Μητσοτάκη, το σύστημα  Σαμαρά-Αδωνι- Βορίδη,  οι μιντιάρχες και οι «νταβατζήδες» -που απομάκρυναν τον Καραμανλή το 2009 και το 1989  τον Ανδρέα Παπανδρέου- οι λούμπεν πολιτευόμενοι  της σημερινής ΝΔ, με τους διατεταγμένους δημοσιογράφους  της ευτέλειας ανάμεσα τους, τα κυκλώματα των εργολάβων, των μεσαζόντων και των μιζαδόρων. Αγκαζέ με τους μισαλλόδοξους, τους εθνοκάπηλους και τους διαταραγμένους. Αυτούς χρειάζεται η χώρα;
Αυτοί είναι οι στυλοβάτες της  επιχείρησης  για τη δεξιά παλινόρθωση, αυτοί θα βρεθούν ξανά στα πράγματα. Σ’ αυτούς οδηγούν όσοι βιάζονται να φύγει ο Τσίπρας, χωρίς να βλέπουν ότι δεν υπάρχει ακόμη  ένα αξιόπιστο κόμμα της Κεντροδεξιάς για να πάρει τη σκυτάλη.
Ας μην κλείνουμε τα μάτια. Οι Συριζαίοι έχουν πολλά κουσούρια κάνουν λάθη, έχουν αδυναμίες, είναι ερασιτέχνες συχνά και κάποιοι  βαρύνονται με προβληματικές  συμπεριφορές.  Αλλά  προσπαθούν. Δεν έχουν διαφθαρεί , δεν συνεχίζουν την κλεπτοκρατία, δεν πλουτίζουν σε μια νύχτα,  δεν συναγελάζονται με τις βδέλλες του δημοσίου χρήματος. Οι  όποιες υπόνοιες εξαιρέσεων απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Με όλα τα τρωτά και τις αδυναμίες τους, γύρισαν μπροστά τον τροχό της χώρας και το αναγνωρίζει ολόκληρος ο πλανήτης.  Την παρέλαβαν χρεοκοπημένη, με διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα  υποταγμένο στην οικονομική εξουσία και αποδιοργανωμένη κοινωνία και την έβαλαν σε πορεία εξόδου από την πολύμορφη κρίση.
Θαύματα  δεν γίνονται. Αλλά ξεκολλήσαμε από την εποχή που τα λεφτά πήγαιναν σε τσέπες και από εκεί στο εξωτερικό. Οι ολιγάρχες φώναζαν τους Πρωθυπουργούς και τους έδιναν οδηγίες  για τη χώρα. Οι  υπουργοί συμπεριφέρονταν σαν υπάλληλοι οικονομικών παραγόντων. Οι βουλευτές χρειάζονταν σπόνσορα για να εκλεγούν.
Αν θέλουν οι πολίτες  προφανώς μπορούν να κλείσουν τα μάτια και στηρίξουν τη ΝΔ. Όχι  γιατί τους εμπνέει, αλλά  απλώς να «ψηφίσουν Μητσοτάκη για να φύγει ο Τσίπρας».
Σε τελευταία ανάλυση και να φύγει ο Τσίπρας θα ξανάρθει πάλι. Άλλους θα κρεμάσει στο  τσιγκέλι το κόμμα τους,  αν αποτύχουν. Αλλά οι  συνέπειες ποιες θα είναι;
Αν η πορεία στην οποία  άρχιζε να μπαίνει η χώρα  διακοπεί  απλώς «για να φύγει ο Τσίπρας», χωρίς να εξετάζουμε ποιος θα έλθει- ή ακόμη και αν ξέρουμε τι  μας περιμένει αν έλθει-  θα υπάρξει πισωγύρισμα  σε όλα τα μέτωπα.  Και τότε, όπως  σχολιάζει  ένας παλιός πολιτικός,  που απέχει σήμερα: «Τσίπρας θα λέτε και θα κλαίτε».

«Κακώς μπήκατε, κακώς μείνατε»


Σε ένα σημείο πάντως έχει δίκιο βουνό ο κ. Σόιμπλε. Είπε στους Financial Times ότι εισηγήθηκε την αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη τουλάχιστον για μία δεκαετία επειδή «οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις θα ήταν δύσκολο να εφαρμοστούν σε μια δημοκρατία». 
Τάσος Παππάς
 
Κακώς μπήκε η Ελλάδα στην ευρωζώνη, μας είπε ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και αρχιτέκτονας της πολιτικής της λιτότητας Β. Σόιμπλε. Κακώς μπήκε, αλλά μπήκε. Το πώς μπήκε είναι πια γνωστό: μαγειρεύοντας τα στοιχεία με τη βοήθεια φυσικά κάποιων οίκων αξιολόγησης. Το έκαναν επειδή μας αγαπούν; Αυτοί δεν αγαπούν ούτε τις μανάδες τους. Μόνο τις αμαρτίες τους αγαπούν. Και από τέτοιες έχουν μπόλικες.
Το έκαναν γιατί τους θάμπωσε το ένδοξο παρελθόν μας; Αυτούς τους θαμπώνει κυρίως το χρώμα του χρήματος. Το έκαναν με το αζημίωτο. Μ’ άλλα λόγια, εφάρμοσαν την κλασική πρακτική τους: «εν τη παλάμη και ούτω βοήσομεν». Μήπως ξεγελάσαμε τους κουτόφραγκους;
Μήπως, δηλαδή, το δαιμόνιο της ελληνικής φυλής κατατρόπωσε τον ορθολογισμό των Δυτικών; Θα μας βόλευε πολύ να ισχύει αυτό, γιατί θα αποδεικνυόταν η υπεροχή μας (αιώνιο πλεονέκτημα γαρ) έναντι των βαρβάρων και επίσης θα αποστόμωνε τους εθνομηδενιστές που αρνούνται, οι άφρονες, να παραδεχτούν ότι είμαστε το περιούσιο έθνος.
Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Με τη σύμφωνη γνώμη των εταίρων έγινε ό,τι έγινε. Για να ακριβολογούμε, οι εταίροι έκαναν τα στραβά μάτια. Η αλήθεια πάντως είναι ότι καμία χώρα, ούτε καν η ισχυρή οικονομικά Γερμανία, δεν πληρούσε τα κριτήρια. Εκπτώσεις έγιναν για όλες. Σε άλλες ήταν μεγάλες, σε άλλες μικρές. Συνεπώς, θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν τους πιάσαμε Κώτσους τους Ευρωπαίους. Ηξεραν ότι λέγαμε ψέματα και αποφάσισαν να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν.
Ο σημερινός πρόεδρος της γερμανικής Βουλής φαίνεται ότι συμφωνεί με τον Γιάνη Βαρουφάκη ως προς το ένα σκέλος της αφήγησής του (ναι, αυτοί οι δυο συμφωνούν σε κάτι). Ο Σόιμπλε λέει ότι κακώς μπήκαμε και κακώς δεν βγήκαμε (το πρότεινε τρεις φορές: μία στον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, μία στον Ευάγγελο Βενιζέλο και μία στον Αλέξη Τσίπρα), ενώ ο Βαρουφάκης έχει δηλώσει ότι «κακώς μπήκαμε, καλώς δεν βγαίνουμε».
Σ’ ένα σημείο πάντως έχει δίκιο βουνό ο κ. Σόιμπλε. Είπε στους Financial Times ότι εισηγήθηκε την αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη τουλάχιστον για μία δεκαετία επειδή «οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις θα ήταν δύσκολο να εφαρμοστούν σε μια δημοκρατία».
Πράγματι, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο έως απίθανο να δεχτούν πολίτες ευρωπαϊκών χωρών να υποστούν τέτοιο σοκ –μείωση του ΑΕΠ κατά 25%, ανεργία 28%, μαζικά λουκέτα, φτωχοποίηση, συντριβή της μεσαία τάξης– σε καιρό ειρήνης. Το παραδέχτηκε ακόμη και ο Σόιμπλε όταν τον ρώτησε ο Βαρουφάκης αν θα πρότεινε στη χώρα του ένα πρόγραμμα σαν κι αυτό που ήθελε να επιβάλει στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα όμως πέρασε.
Δούλεψαν για να συμβεί τα κόμματα που ευθύνονται για τη χρεοκοπία και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης που κατασκεύασαν θεωρίες συλλογικής ευθύνης. Το ανίερο αυτό μέτωπο εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση που επικρατούσε στο συνδικαλιστικό κίνημα (σήμερα ακούμε τον επιθανάτιο ρόγχο του) και την πολυδιάσπαση της Αριστεράς.
 
Ανάγωγα
Ο ένας γράφει ότι «η ένταξη της κοινωνιολογίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δεν είναι τίποτα άλλο παρά πλύση εγκεφάλου σε ανήλικους μαθητές» και γι’ αυτό «οι μαθητές του Λυκείου θα όφειλαν να μάθουν γιατί η κοινωνική δικαιοσύνη είναι μια δηλητηριώδης ουσία για την κοινωνία και γιατί είναι πολύ πιο επικίνδυνη από τη φυλετική καθαρότητα, που προήγαγε ο φασισμός».
Η άλλη ανακαλύπτει «μαρξιστική φράξια» στο Συμβούλιο της Επικρατείας επειδή μια απόφασή του είναι, κατά τη γνώμη της, εναντίον του επιχειρηματικού κέρδους. Και αναρωτιέσαι: Εχουμε να κάνουμε με φανατικούς ηλίθιους ή με κάτι χειρότερο, δηλαδή με νεοφιλελεύθερους φασίστες;

Τρίτη 26 Μαρτίου 2019

Χρήστος Γιανναράς : Υπάρχει Ελληνισμός χωρίς Μεγάλη Ιδέα;

Καλοί οι μύθοι...

...καλύτερες όμως οι αλήθειες!...

Δημήτρης Χριστόπουλος (fb)
 
Οι λαοί θέλουν τους μύθους τους αλλά υγιές είναι να ξέρουν και τις αλήθειες τους. 
Να γιορτάζουμε την επανάσταση ανήμερα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, να γνωρίζουμε όμως και πότε πραγματικά έγινε το... ελληνικό κράτος. Η 25η Μαρτίου, μια κατεξοχήν "επινοημένη παράδοση", κατά Χομπσμπάουμ, δεν έχει σχέση με τα παραπάνω.
Ενώ τα σκιρτήματα εθνικής εξέγερσης ξεκινάνε στο Μοριά την άνοιξη του 21, την 25η Μαρτίου της χρονιάς αυτής δεν έγινε κάτι σημαντικό. Το λέω αυτό σε αντιδιαστολή με την άλλη εθνική μας γιορτή, την 28η Οκτωβρίου, όπου πραγματικά θυμόμαστε κάτι που όντως έγινε.
Τα κρίσιμα έπονταν δέκα χρόνια μετά το 21: το πρωτόκολλο του Λονδίνου για την ανεξαρτησία της Ελλάδας υπογράφηκε στις 3 Φλεβάρη 1830 απο τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) ενώ στις 22 Ιουλίου 1832 υπεγράφη στην Κωνσταντινούπολη η Συνθήκη με τον τελικό διακανονισμό των συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη γραμμή Αμβρακικού - Παγασητικού.
Έτσι λοιπόν έχουμε Ελλάδα που με την προσάρτηση της Δωδεκανήσου 115 χρόνια αργότερα κλείνει τον κύκλο της εδαφικής της συγκρότησης.
Νομίζω πως ο χάρτης αυτός αξίζει μια θέση στα μυαλά όλων των συμπολιτών μας και πιθανώς ως και στα δωμάτια των φοιτητών μας. Κι αυτό διότι οι Έλληνες σήμερα σε συντριπτική πλειψηφία δεν ξέρουν πότε έγινε η πατρίδα τους αλλά άλλα όμορφα και διεγερτικά παραμύθια.
Καλοί οι μύθοι, καλύτερες όμως οι αλήθειες!
Καλημέρα και χρόνια πολλά.

Ένα «απαγορευμένο εμβατήριο»...


Νικόλ Λειβαδάρη

Μάθαμε ότι «τα βατράχια του λιμενικού τραγούδησαν στην παρέλαση το Μακεδονία Ξακουστή παρά την απαγόρευση». Διαβάσαμε ότι την ίδια «απαγόρευση» έσπασαν, εν είδει... πατριωτικής αντίστασης, οι... μπάντες του Ναυτικού και του Στρατού επίσης. Είδαμε αυτοαποκαλούμενο δημοσιογράφο να γράφει - και να υπογράφει - ότι η «απαγόρευση» δεν πέρασε και πως «ευτυχώς, υπάρχει αντίσταση στην ανοησία». 
Λίγο αργότερα είδαμε τον ίδιο - αυτοαποκαλούμενο - δημοσιογράφο να δηλώνει στο έθνος, από τηλεοράσεως πλέον, ότι δεν υπήρξε ακριβώς απαγόρευση του εμβατηρίου αλλά ένα «υφέρπον κλίμα εναντίον του» - εναντίον του εμβατηρίου πάντοτε - και, εν πάσει περιπτώσει το σημαντικό είναι πως ούτε αυτό το «υφέρπον» πέρασε διότι και τα βατράχια, και οι μπάντες, και σύσσωμος ο λαός μαζί ξεσηκώθηκαν, τραγούδησαν και εξεγέρθηκαν. Στο μεταξύ είχαμε προλάβει, και είχαμε αντέξει, να δούμε έτερο φερόμενο ως δημοσιογράφο να απευθύνει, γραπτώς, τα «χρόνια πολλά» στο έθνος και εκείνος, μαζί με την ευχή «αυτή η συμφωνία (των Πρεσπών) να μην μας φέρει πόλεμο σε λίγα χρόνια».
Κοινώς, και όπως είναι απολύτως προφανές, η χθεσινή εθνική επέτειος μας βρήκε στην εξής κατάσταση: Σύσσωμη η χώρα, στενάζοντας κάτω από τον ζυγό της προδοτικής συμφωνίας των Πρεσπών, έτρεχε στα υπόγεια για να ξεδιπλώσει κρυφά την γαλανόλευκη και να ακούσει στην Deutsche Welle το «Μακεδονία Ξακουστή». Η ιστορική μνήμη όμως άναψε και την σπίθα της λύτρωσης: 
Ξεσηκώθηκαν τα βατράχια, έγινε κίνημα στο Λιμενικό, είχαμε ανταρσία στις μπάντες του Ναυτικού και του Στρατού, και το τιμημένο εμβατήριο παιάνισε ελεύθερα στους δρόμους, από το Σύνταγμα έως την Θράκη κι έως το- επίσης προδομένο - Καστελόριζο. Και, παραδίπλα, μια χούφτα ηρωικοί πατριώτες, όρμησαν στην μαθητική παρέλαση της Θεσσαλονίκης και πέταξαν φέιγ βολάν, δείχνοντας τον δρόμο για το νέο εθνικό έπος: «Η λευτεριά κερδίζεται με αίμα και θυσίες όχι με Κοινοβούλια, Πρεσπες και προδοσίες».
Σε πρώτη ανάγνωση, μικρό το κακό. Είμαστε έτσι κι αλλιώς στην ίδια χώρα που, αιώνες τώρα, υπάρχει για να ακροβατεί ανάμεσα στο εθνικό μεγαλείο, την εθνική φαιδρότητα και τις εθνικές τραγωδίες. Στην δεύτερη σκέψη, το κακό μπορεί και να είναι ήδη μη αναστρέψιμο. 
Διότι οι «ηρωικοί πατριώτες» της Θεσσαλονίκης δεν ήταν παρά τα μέλη της νεοναζιστικής οργάνωση vanguard-hellas, με μακρά και γνωστή φασιστική δράση στην βόρειο Ελλάδα. Διότι οι δημοσιολογούντες και οι πολιτικοί τους μέντορες θάβουν κατ’ εντολή το «αληθινό» για να πουλήσουν σε συσκευασία εμβατηρίου το δήθεν «εθνικό». Διότι ίσως ποτέ άλλοτε τόσοι λίγοι κατ επάγγελμα πατριδοκάπηλοι δεν πότισαν με τόσο διχασμό τόσους πολλούς - ανύποπτους και μη - πατριώτες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε χθες να ξαναπιάσουμε το νήμα του υγειούς πατριωτισμού. Ας το κάνει πρώτος, κι ας το κάνει γρήγορα. Διότι οι υπόλοιποι μπορεί και να εκτονώσουμε το εθνικό μας θυμικό τραγουδώντας το καλοκαίρι το «Μακεδονία Ξακουστή» στο Nammos, εναλλάξ με το Bella Ciao. Ο  ίδιος όμως μπορεί να βρεθεί να απολογείται σε εκείνους - ή και για εκείνους - που χθες φώναζαν ότι «η λευτεριά δεν κερδίζεται με Κοινοβούλια»...

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2019

Η ελληνική επανάσταση στο φως του «άλλου» ’21

 
Ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, Ομότιμος Καθηγητής τ. Κοσμήτωρ Θεολογικής Σχολής Αθηνών μιλάει στην Ημερίδα του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας Αθηνών, η οποία πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016 στην Αίθουσα Οπτικοακουστικών Μέσων της Θεολογικής Σχολής. Θέμα της εισηγήσεως του π. Γεωργίου Μεταλληνού είναι: »Η ελληνική επανάσταση στο φως του «άλλου» ’21».
Το video: https://www.pemptousia.gr/video/i-elliniki-epanastasi-sto-fos-tou-allou-21/
 

Η Επανάσταση και η ιστορία πέρα από το μύθο

 
Εάν κάποιος ισχυριζόταν ότι οι Έλληνες δεν ήταν σκλάβοι τω Οθωμανών αλλά συμμετείχαν στη δομή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα προκαλούσε έκπληξη και ορυμαγδό. Αν κάποιος αναρωτηθεί τι εννοούσε ο Ρήγας όταν μιλούσε για απελευθέρωση από τους "λύκους" "Χριστιανών και Τούρκων" (η διάκριση θρησκευτική) θα αντιμετωπιζόταν με καχυποψία. Αλλά μήπως ήρθε η ώρα να δούμε και να αναστοχαστούμε την πραγματική μας ιστορία πέρα από το μύθο και χωρίς τις φαλκιδεύσεις που επέβαλε η ανάγκη διαμόρφωσης της εθνικής ταυτότητας ενός νεοσύστατου κράτους; Μήπως μια νέα ανάγνωση της ιστορίας θα μας επιτρέψει να ξανασκεφτούμε και να εξηγήσουμε ό,τι συνέβη και ό,τι μας συμβαίνει ακόμη και σήμερα; Μήπως θα πρέπει να δούμε ότι οι Έλληνες δεν ήταν όλοι «σκλάβοι» (μία τουλάχιστον μερίδα εξ αυτών) και πως η διαμόρφωση των βαλκανικών κρατών δεν ήταν παρά η διάσπαση του Ορθόδοξου Μιλέτ (το δεύτερο ισχυρότερο από τα έξι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας); Μήπως πρέπει να ξαναδούμε την ιστορία μας, όντας πια απελευθερωμένοι από τις προκαταλήψεις και τις ιδεολογικές «άμυνες», δηλαδή από τους μύθους; Κάποιοι θα μπορούσαν να απαντήσουν θετικά στο πασιφανές, κάποιοι άλλοι όμως για λόγους πολιτικούς και ιδεολογικούς θα επιμείνουν στη συντήρηση των μύθων. Προσωπικά πιστεύω ότι η αναζήτηση της αλήθειας θα μας συμφιλιώσει με τον εαυτό μας, θα μας απελευθερώσει από τα αχρείαστα πια ζωτικά μας ψεύδη, θα μας αλαφρώσει από τα βαρίδια του παρελθόντος και από κάτι που δεν είμαστε, θα μας κάνει πιο πλούσιους καθώς οι 4 αιώνες δεν ήταν μια πολιτισμική «μαύρη τρύπα», μία άγραφη σελίδα, ένα κενό της ιστορίας. Να ξαναδούμε την Ανατολή απαλλαγμένοι από τους οριενταλισμούς και το δυτικό βλέμμα...  
 
Έλληνες και Τούρκοι στον ίδιο ζυγό;
Η «Ένδοξη δουλεία» της Κατερίνας Μυστακίδου (εκδόσεις Κέδρος) παραπέμπει στον Βολταίρο που, όταν η Ευρώπη μαστιζόταν από τους θρησκευτικούς πολέμους, έλεγε «Δες τε το μεγάλο Τούρκο. Καλύτερα να έχεις πολλές θρησκείες παρά μία». Ο Βολταίρος αναφερόταν στον τρόπο δόμησης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με την αναγνώριση όλων των θρησκειών και την απόδοση σ’ αυτές θρησκευτικών και πολιτικών εξουσιών, έτσι ώστε καμία να μην αποκτήσει τόση ισχύ ώστε να επιχειρήσει να ελέγξει την κεντρική εξουσία. Η Μυστακίδου, συνεπώς,  προσεγγίζει τη σχέση Ελλήνων(Ορθοδόξων) και Οθωμανών, ή Ελλάδας και Οθωμανικής αυτοκρατορίας υπό μία διαφορετική οπτική γωνία από τη στερεότυπη επίσημη εκδοχή. Οι Έλληνες δεν ήταν όλοι δούλοι των Οθωμανών. Αντιθέτως, μία μερίδα τους όπως οι Φαναριώτες ήταν μέρος του κατεστημένου της Υψηλής Πύλης. Πιο συγκεκριμένα, η συγγραφέας παραθέτει στην εισαγωγή της πως «η σχέση Ελλήνων Ορθοδόξων και Οθωμανών μουσουλμάνων ήταν αμφίδρομη, αμφίσημη και σαφώς διαφορετική για τους Φαναριώτες απ’ ό,τι για τους Έλληνες υπηκόους της Υψηλής Πύλης –Κωνσταντινουπολίτες, Μικρασιάτες, Πόντιους- και τους Ελλαδίτες». Με άλλα λόγια, υπήρχε μία κοινωνική, οικονομική (και πολιτική) διαστρωμάτωση στα διάφορα μιλέτ και κάθε στρώμα είχε αμφίδρομη σχέση με το ομόλογό του.
Η συνύπαρξη των διαφόρων «μιλέτ» ήταν ειρηνική και το «Ορθόδοξο Ρουμ Μιλλέτ-ι» ήταν το δεύτερο πιο πολυάριθμο μετά το μουσουλμανικό. Αυτό διήρκεσε μέχρι την έναρξη της παρακμής της θεοκρατικής αυτής αυτοκρατορίας, όταν ανεφύει το Ανατολικό Ζήτημα, που δεν ήταν παρά ο τρόπος διαμοιρασμού της από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και τη Ρωσία. Τότε η Δύση για τους δικούς της λόγους διαχώρισε την Αυτοκρατορία σε δύο αντιθετικούς πόλους, τους Χριστιανούς και τους Μουσουλμάνους. Συνεπώς, «η σύγχρονη Ελλάδα παρακολούθησε τη σταδιακή διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ούσα η ίδια ένα από τα βασικά συνθετικά κομμάτια της». Ακριβώς όπως και η Τουρκία. Μόνο που η ταύτιση των μουσουλμάνων με τους Τούρκους επέφερε στη συλλογική συνείδηση και την ταύτιση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με την Τουρκία, η οποία δημιουργήθηκε ουσιαστικά μετά την Μικρασιατική καταστροφή, και αυτοδίκαια θεωρήθηκε κληρονόμος της. Πάνω σ' αυτή την "κληρονομιά" βασίζεται η αξίωση της σημερινής ηγεσίας της Τουρκίας για αποκατάσταση του αυτοκρατορικού οθωμανικού εδαφικού πλαισίου! 
Υπ’ αυτή την έννοια η συγγραφέας μέμφεται την αποποίηση εκ μέρους της Ελλάδας του οθωμανικού της παρελθόντος, για το γεγονός ότι «δεν ζήτησε ποτέ μερίδιο από την κληρονομιά των Οθωμανών», για την έλλειψη προνοητικότητας στην εθνική μας ιστορία, ώστε βρίσκοντας προσεκτικά τις ισορροπίες να οικειοποιηθεί το μέρος της οθωμανικής κληρονομιάς που της αναλογεί.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι το βιβλίο της Μυστακίδου είναι ανατρεπτικό. Γιατί εδώ δεν έχουμε τους Έλληνες σκλάβους υπό τον οθωμανικό ζυγό αλλά τον Πατριάρχη που είχε άμεση πρόσβαση στον σουλτάνο και τους Οθωμανούς Έλληνες (κατά το αντίστοιχο των Οθωμανών τούρκων ή μουσουλμάνων) που «είχαν πρωτεύοντα ρόλο στη δυναστεία των Οθωμανών και υπηρέτησαν κυρίως τα συμφέροντα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι το τέλος». Εν προκειμένω η συγγραφέας αναφέρεται στους Φαναριώτες και «τα υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης» που αποτελούσαν «μέρος του μηχανισμού της Υψηλής Πύλης» (οσποδάροι, υπουργοί Εξωτερικών κ.ά.). Μάλιστα, ακόμη και το 1867 οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης θεωρούσαν και την αυτοκρατορία πατρίδα τους («αγαπώντες δε την εαυτών πατρίδα, δεν δύνανται βεβαίως να μην αγαπώσι την Οθωμανικήν Αυτοκρατορίαν, διότι αυτή είναι η πατρίδα των»!).
Η θέση της Μυστακίδου αποτυπώνεται σαφώς και ευκρινώς σε μία υποσημείωση στη σελίδα 20 και 21: «Ανεξάρτητα από το βαθμό συμμετοχής των διαφόρων εθνοτήτων, είτε ως μουσουλμάνοι βεζίρηδες από το Μαυροβούνιο και τη Βουλγαρία είτε ως χριστιανοί Φαναριώτες οσποδάροι στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, στην εθνική τους ιστορία όλοι οι Βαλκάνιοι τήρησαν την ίδια στάση. Απλώς ανέφεραν τους άξιους συμπατριώτες τους χωρίς να γίνει καμία διασαφήνιση ότι η άρχουσα τάξη των Οθωμανών αποτελούνταν και από τους “υπόδουλους” λαούς»!
Το «υπόδουλοι» τίθεται εντός εισαγωγικών. Οι χριστιανικοί πληθυσμοί θεωρούνται «υπόδουλοι» από τη στιγμή που η Ρωσία και οι ευρωπαϊκές δυνάμεις προώθησαν τη διάλυση της φθίνουσας αυτοκρατορίας θεωρώντας τους χριστιανούς ως μέρος της Δύσης (της «προσιτής Ανατολής») και τους μουσουλμάνους, μέρος της απρόσιτης και εχθρικής Ανατολής. Εν άλλοις λόγοις έχουμε σύμφωνα με τη συγγραφέα την πρόκληση ενός θρησκευτικού πολέμου, που καλλιεργήθηκε από τους δυτικούς και στον οποίο βασίσθηκε η δημιουργία των εθνικών χαρακτηριστικών των βαλκανικών χωρών. Δεν είναι τυχαία η άμεση ανεξαρτητοποίηση της Εκκλησίας της Ελλάδας (Αυτοκέφαλη) από το Πατριαρχείο που θεωρούνταν οθωμανικός θεσμός. Αλλά και ο διαχωρισμός των βαλκανικών λαών με βάση τη θρησκεία και τη γλώσσα είναι αμιγώς οθωμανικοί διαχωρισμοί. 
Βέβαια, παρά τις διακρίσεις, δεν αναπτύσσεται η διαφορά μεταξύ των Ελλήνων της οθωμανικής «άρχουσας τάξης»(Φαναριωτών) και των «ταλαιπωρημένων μέσων Ελλαδιτών» καθώς και οι σχέσεις τους. Αλλά ούτε και οι διαφορές του Πατριαρχείου και των Φαναριωτών με την Ελληνική Επανάσταση. Αντιθέτως, αναπτύσσονται οι σχέσεις των Φαναριωτών με τη Ρωσία και η φιλοδοξία των πρώτων «να ηγηθούν μιας ορθόδοξης αυτοκρατορίας η οποία έπρεπε να κληρονομήσει την οθωμανική, χωρίς όμως να αλλάξει τη δομή των βαλκανικών λαών και τη δική τους κυρίαρχη θέση»(Η Μεγάλη Ιδέα χρονολογείται από τον 18οαιώνα). Η εστίαση στους Φαναριώτες εκπληρώνει την υπόθεση εργασίας ότι οι Ελληνο-ορθόδοξοι ήταν μέρος του οθωμανικού συστήματος. Όμως, αποφεύγονται οι γενικεύσεις και επισημαίνονται οι αποχρώσεις, όπως ο ρόλος μέρους των Φαναριωτών στο νεοελληνικό «Διαφωτισμό». 
Εν συμπεράσματι, έχουμε μία κατεύθυνση από τους Φαναριώτες για την Ορθόδοξη αυτοκρατορία και μία ελλαδίτικη προσέγγιση(των ταλαιπωρημένων μέσων Ελλαδιτών) που κινούνταν είτε στο πλαίσιο των Βαλκανίων (Ρήγας) είτε στο αυτονομιστικό πλαίσιο της νότιας Ελλάδας(λόγω και των εκεί αυτόνομων περιοχών).
 
Το Ιμαρέτ
Το μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου, έχει ως πλαίσιο αναφοράς την περιοχή και την πόλη της Άρτας. Έχει δε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί η περιοχή αυτή μαζί με τη Θεσσαλία περιήλθαν μετά την απελευθέρωσή τους το 1881 σε Έλληνες που ανήκαν στην άρχουσα τάξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στον έμπορο, τραπεζίτη και προμηθευτή του οθωμανικού στρατού Χρηστάκη εφέντη Ζωγράφο και το γαμπρό του, ακόλουθο της πρεσβείας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο Παρίσι, χρηματιστή, τραπεζίτη, αρχαιολόγο (ανακάλυψε το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης με τον μηχανικό Μινέικο), τσιφλικά και υπουργό Κωνσταντίνο Καραπάνο! Ο Καλπούζος δεν ασχολείται με αυτά ειμή μόνο περιφερειακά. Περισσότερο τον ενδιαφέρει η σχέση των δύο εθνοτήτων (Ελλήνων και Τούρκων) στην καθημερινή τους ζωή, που καθορίζεται κυρίως από τη θρησκευτική τους ένταξη. Η προσέγγιση πέρα από το εύρος των καταγραφών είναι τολμηρή και παραπέμπει σε αυτό που τονίσαμε πιο πάνω, δηλαδή στην ανάγκη αναστοχασμού της οθωμανικής μας ιστορίας που μένει «άγραφτη» ή μάλλον διαγραμμένη από τον γενικό αφορισμό της «σκλαβιάς». Με άλλα λόγια, οι Έλληνες ήταν σκλάβοι στους Οθωμανούς (λάθος η ταύτιση Οθωμανών και Τούρκων) πολύ λιγότερο απ’ ό,τι ήταν σκλάβοι οι Έλληνες κολίγοι στους επίσης Έλληνες τσιφλικάδες(μέλη της άρχουσας τάξης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας)! Δεν είναι τυχαίο ότι κάτοικοι της Άρτας (του χωριού Πέτα για την ακρίβεια) θέλησαν να υπαχθούν ξανά υπό την οθωμανική κατοχή μετά την απελευθέρωσή τους λόγω της βάρβαρης αντιμετώπισης από τον τσιφλικά Καραπάνο!
Το μυθιστόρημα του Καλπούζου «Ιμαρέτ. Στη σκιά του ρολογιού», επιχειρεί να αναδείξει τις συγκρούσεις, οι οποίες δεν προκύπτουν από το εσωτερικό, δεν είναι δηλαδή κοινωνικές, αλλά επιβάλλονται έξωθεν. Οι κάτοικοι, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι, με σχέσεις γειτονίας, αδελφοποιτής φιλίας και έρωτα, αδυνατούν να ενσωματώσουν τις επιβαλλόμενες αντιθέσεις. Όπως δείχνει ο Καλπούζος μόνο οι εξαιρέσεις εσωτερικεύουν τις νέες αντιθέσεις. Μάλιστα, ο παππούς Ισμαήλ λέει στον εγγονό του, τον φανατικό Ντογάν, «Εμείς είμαστε Οσμανλήδες, Οθωμανοί, Τούρκοι είναι οι άξεστοι, οι αγράμματοι, οι χωριάτες… Τούρκος είσαι κι εσύ»; Πριν «λέγαμε ότι πατρίδα μας είναι μια αιώνια χώρα, το Τουράν. Οθωμανική Αυτοκρατορία ξέραμε, κι όχι Τουρκία» συνεχίζει ο παππούς Ισμαήλ(σελ. 52).
Την εποχή που κινείται χρονικά το μυθιστόρημα του Καλπούζου συντελούνται κοσμογονικές αλλαγές λόγω της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία επιφέρει μία επώδυνη ανατροπή στις μέχρι τότε σχέσεις των μελών των διαφόρων μιλλετ. Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, οι ιστορικές αναπροσαρμογές, που αποφασίστηκαν στη Δύση είχαν ως όχημά τους άλλοτε τους Ελλαδίτες επαναστάτες και άλλοτε(αργότερα) τους Φαναριώτες καθώς και τον περίφημο ελληνικό Διαφωτισμό. Ο Δαμιανός Μέγης, το 1864, είναι ο πνευματικός ταγός, που θα ταυτίσει τους Οθωμανούς με του Τούρκους και θα επιχειρήσει να αποδείξει τη συνέχεια της φυλής με ένα άλμα προς το αρχαίο και βυζαντινό παρελθόν. Εξάλλου, η Μεγάλη Ιδέα είναι αυτή που θα συνέξει όλους τους Έλληνες (Φαναριώτες, αστούς Μ. Ασίας και Ελλαδίτες). Εδώ, η ιστορία αρχίζει να αποκτά τις αναγκαίες επινοήσεις για τη διαμόρφωση της ελληνικής εθνικής συνείδησης. Όμως, ο Καλπούζος χωρίς την αναγκαία ιστορική εμβάθυνση καταλήγει στο σωστό συμπέρασμα με βάση το Ρήγα(«Να σφάξωμεν τους λύκους που στον ζυγό βαστούν/ και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν»). Μόνο που η θέση αυτή εξέφραζε και τους Φαναριώτες που ήθελαν την αλλαγή εκ των έσω, δηλαδή μία Ορθόδοξη Αυτοκρατορία αντί της Οθωμανικής. Τελικά, το ρολόι της Άρτας προσαρμόστηκε στον ευρωπαϊκό χρόνο. Ο χρόνος της Ανατολής, ένας ολόκληρος πολιτισμός απωθήθηκε, δαιμονοποιημένος. Κι έτσι μείναμε μισοί, με τη γλώσσα κάποτε να θυμίζει το παρελθόν και να αναρριπίζει τη μνήμη.
 
Τι ζητούν οι βάρβαροι;
Το μυθιστόρημα του Δημοσθένη Κούρτοβικ «Τι ζητούν οι βάρβαροι;» βασίζεται σ’ ένα πραγματικό περιστατικό, τον «ματωμένο γάμο», που οι εμπλεκόμενοι βαλκανικοί λαοί αφηγούνται με τρόπο που τους εξυπηρετεί. Ακόμη και το λογοτεχνικό βραβείο, στοιχείο της μυθοπλασίας, θα είναι ένας αγώνας ανάμεσα σε «εθνικές εμπορικές ετικέτες» «με έπαθλο τα διαπιστευτήρια του διαχειριστή της βαλκανικής κληρονομιάς στον σημερινό κόσμο» ή για «την εικόνα που ήθελε να έχει στο εξής η Ευρώπη για το κακόφημο υπογάστριό της» (σελ 147), σημειώνει ο Κούρτοβικ. Άρα, η ιστορική αλήθεια είναι η εκδοχή που νικάει (καταβροχθίζοντας) την άλλη, αλλά και η επιβολή μια συγκεκριμένης εικόνας που επιβάλλει το ευρωπαϊκό βλέμμα (αυτή η ισχυρότερη και ευρύτερη πολιτικο-ιδεολογική ηγεμονία και κατ' επέκταση ηγεμονία επί των ιστορικών "αληθειών").
Στα Βαλκάνια, «οι άνθρωποι πνίγονται, πνίγονταν πάντα, φυλακισμένοι σε μια φυσαλίδα του χρόνου που τους καταδικάζει να επαναλαμβάνουν αδιάκοπα τον κύκλο του ίδιου κανιβαλικού δράματος […] το χυμένο αίμα δεν έθρεψε τίποτε άλλο από τα σαπρόφυτα» (σελ. 114 και 115). Όμως, αυτό που καθιστά ενδιαφέρον το μυθιστόρημα του Κούρτοβικ είναι η αποτύπωση της προσωπικής βίωσης της ιστορίας, της κάθε ιστορικής της εκδοχής, από τις βαλκανικές εθνότητες, ενώ περιγράφεται το δράμα των ίδιων των προσώπων (πιστών στις διάφορες εκδοχές της "αλήθειας") από την αποκάλυψη της πραγματικής αλήθειας και την κατάρρευση της πίστης τους.
Και ο Κούρτοβικ προτείνει τον αναστοχασμό (την «κρυσταλλική μνήμη») πάνω στην ιστορία, αρνούμενος τη «ζεστή μνήμη», αυτή που αφηγείται το ιστορικό παρελθόν σαν ζωντανό μύθο. Γιατί η μνήμη είναι ύπουλο πράγμα, όπως συμβαίνει με όσους «σβαρνίζουν τους τάφους μας για να σπείρουν καινούργιο σπόρο στο χωράφι τους, αλλά βουλιάζουν μέσα τους» (σελ. 296).
Τελικά, ο Κούρτοβικ μ’ έναν δευτερογενή «μύθο» (λογοτεχνικό «γάμο»-διαγωνισμό) πάνω στον πρωτογενή μύθο (ματωμένος μακεδονικός γάμος) θα προσπαθήσει να αποκαταστήσει την αλήθεια και τους ανθρώπους που αδικήθηκαν είτε από τη «σιωπή» είτε από την παραμορφωτική έλξη του επινοημένου φανταστικού και την πίστη σ’ αυτό. Η τέχνη έτσι, προτείνοντας την α-λήθεια της λήθης και την εκ-σταση (από-σταση από το κατασκευασμένο) καθώς και τη βίωση των κοινών πολιτιστικών τελετουργιών –μουσική, κρασί, χορός, έρωτας-, την αποσύνθεση δηλαδή μέσω της διονυσιακής μέθης και της ανασύνθεσης μέσω του έρωτα, θα γίνει το «φάρμακο» (θα επιφέρει την κάθαρση) και θα αποκαταστήσει τα τραύματα που προκάλεσε το ψέμα, επιφέροντας τη συμφιλίωση…

1821 - Η πρώτη νικηφόρα επανάσταση μετά το 1789

 
Κόντρα στη «συνετή» παντοδυναμία της Ιεράς Συμμαχίας που έτρεμε έναν νέο ιακωβινισμό, η Ελληνική Επανάσταση ανέδειξε περίτρανα τον διχασμό ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις. Τα ρωσικά συμφέροντα και η βρετανική αποδοχή μιας «συντεταγμένης» διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
 
Θανάσης Γάλλος*
 
Δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό σήμερα, αλλά μια από τις σημαντικότερες πτυχές της Επανάστασης του 1821 είναι ότι ξέσπασε κόντρα στη ροή της ευρωπαϊκής ιστορίας εκείνης της εποχής. Τα πρώτα χρόνια μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό, στις 18 Ιουνίου 1815, ήταν πολύ δύσκολα και σκοτεινά για τους επαναστάτες και τους ριζοσπάστες σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι συντηρητικές μοναρχίες της Ευρώπης ήταν αποφασισμένες να μην επιτρέψουν να επαναληφθεί η επαναστατική κατάσταση της περιόδου 1789-1815, που οδήγησε την Ευρώπη σε σχεδόν αδιάκοπο πόλεμο από το 1792 μέχρι το 1815. Καμία χώρα δεν έμεινε ανεπηρέαστη. Οι Γάλλοι στρατιώτες που εκστράτευαν από την Ανδαλουσία έως τη Μόσχα, από τη Βαλτική έως τη Συρία, σε έκταση μεγαλύτερη από κάθε άλλο σώμα κατακτητών από την εποχή των Μογγόλων και οπωσδήποτε μεγαλύτερη από οποιαδήποτε προηγούμενη στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη από την εποχή των επιδρομών των Σκανδιναβών τον μεσαίωνα, έκαναν αισθητή την οικουμενικότητα της επανάστασής τους πολύ πιο αποτελεσματικά από οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να τη μεταδώσει. Και οι ιδέες, τα δόγματα και οι θεσμοί που έφερναν μαζί τους, ακόμη και υπό την ηγεσία του Ναπολέοντα, από την Ισπανία έως τα Βαλκάνια ήταν οικουμενικά δόγματα, όπως γνώριζαν τα μοναρχικά καθεστώτα και όπως σύντομα θα μάθαιναν και οι λαοί. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Ελληνας «κλέφτης» που έμελλε να ηγηθεί της Επανάστασης του 1821 στην Ελλάδα, ο οποίος διέφυγε στη Ζάκυνθο το 1806 μετά την καταδίωξη του από τους Οθωμανούς, εξέφρασε πλήρως τα αισθήματά του στα «Απομνημονεύματά» του:
«H Γαλλική Επανάστασις και ο Ναπολέων έκαμε, κατά την γνώμην μου (έγραφε ο Κολοκοτρώνης) να ανοίξη τα μάτια του κόσμου. Πρωτύτερα τα έθνη δεν εγνωρίζοντο, τους βασιλείς τους ενόμιζαν ως θεούς της γης, και ό,τι και αν έκαμναν το έλεγαν καλά καμωμένο. Διά αυτό και είναι δυσκολώτερο να διοικήσης τώρα λαόν».
Ηδη ο ελλαδικός χώρος είχε έρθει σε επαφή με τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης όταν το 1797 τα Επτάνησα καταλήφθηκαν από τις γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις του Διευθυντηρίου. Η γαλλική παρουσία κράτησε μόλις μέχρι το 1799, αλλά η ανακατάληψη των νησιών από τον ρωσοτουρκικό στόλο οδήγησε τελικά στην ίδρυση του πρώτου νεοελληνικού κράτους, της Ιονίου Πολιτείας (1800-1807). Το 1807 τα ναπολεόντεια στρατεύματα επανακατέλαβαν τα Επτάνησα μέχρι το 1814 και μέσω των Επτανήσων οι φιλελεύθερες, ριζοσπαστικές και δημοκρατικές ιδέες διοχετεύθηκαν στον ελλαδικό χώρο.
 
Δύσκολοι καιροί για επαναστάτες και δημοκράτες
Επειτα από 20 και πλέον χρόνια αδιάκοπου σχεδόν πολέμου και επανάστασης τα νικηφόρα παλαιά καθεστώτα αντιμετώπιζαν προβλήματα σύναψης και διατήρησης της ειρήνης, προβλήματα ιδιαίτερα δυσχερή και επικίνδυνα. Τα συντρίμμια που προκάλεσαν οι δύο δεκαετίες του πολέμου έπρεπε να εκκαθαριστούν και να ανακατανεμηθούν τα εδάφη που κυριεύτηκαν. Κυρίως, ήταν φανερό για κάθε νοήμονα πολιτικό ότι στο εξής ήταν ανεπίτρεπτος ένας ευρωπαϊκός πόλεμος μεγάλης κλίμακας, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε, σχεδόν με βεβαιότητα, μια νέα επανάσταση και κατά συνέπεια την καταστροφή των παλαιών καθεστώτων. «Στο σημερινό στάδιο της κοινωνικής ασθένειας στην Ευρώπη» έλεγε ο βασιλιάς Λεοπόλδος του Βελγίου (ο θείος της βασίλισσας Βικτώριας της Αγγλίας) «θα ήταν ανήκουστο να εξαπολυθεί […] ένας γενικός πόλεμος. Ενας τέτοιος πόλεμος […] θα προκαλούσε ασφαλώς σύγκρουση αρχών και, από όσο ξέρω την Ευρώπη, πιστεύω ότι η σύγκρουση αυτή θα άλλαζε τη μορφή της και θα ανέτρεπε ολόκληρη τη δομή της». Το 1816, το 1817, το 1818 ήταν δύσκολα, σκληρά και σκοτεινά χρόνια για τους επαναστάτες και τους δημοκράτες σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι βασιλιάδες και οι πολιτικοί δεν ήταν ούτε πιο σοφοί ούτε πιο ειρηνόφιλοι από πριν. Αναμφίβολα, όμως, ήταν πιο φοβισμένοι.
Κατά συνέπεια, τον Ιούνιο του 1815, με το πέρας της λήξης του Συνεδρίου της Βιέννης, η τριμερής συνθήκη που υπογράφτηκε μεταξύ της Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας και στην οποία προσχώρησε το ίδιο έτος και η Αγγλία, η γνωστή ως Ιερά Συμμαχία, στόχευε σε μια ευρωπαϊκή ειρήνη με δρακόντεια μέτρα ενάντια σε κάθε επαναστατικό κίνημα που θα εμφανιζόταν.
Το 1818 στην Ιερά Συμμαχία προσχώρησε και η Γαλλία. Μια συμμαχία που είχε ιδιαίτερη επιτυχία υπό μία οπτική. Στην περίοδο μεταξύ της ήττας του Ναπολέοντα και του Κριμαϊκού Πολέμου του 1853-1856 πράγματι δεν μεσολάβησε ούτε γενικός ευρωπαϊκός πόλεμος ούτε σύρραξη στην οποία μια μεγάλη δύναμη να αντιμετωπίσει μια άλλη στο πεδίο της μάχης (ο όρος «μεγάλες δυνάμεις» είναι επινόηση της εποχής της Ιεράς Συμμαχίας). Και εκτός από τον Κριμαϊκό Πόλεμο, μεταξύ του 1815 και του 1914 δεν μεσολάβησε πόλεμος στον οποίο να αναμείχθηκαν περισσότερες από δύο μεγάλες δυνάμεις. Ωστόσο τα επαναστατικά κινήματα ανέτρεψαν την πολύ δύσκολα κερδισμένη διεθνή σταθερότητα αρκετές φορές. Η πρώτη επιτυχημένη ανατροπή ήταν η Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Ο διακανονισμός των διεθνών ζητημάτων στην Ευρώπη μετά τους ναπολεόντειους πολέμους δεν ήταν ούτε δικαιότερος ούτε ηθικότερος από προγενέστερους ιστορικά διακανονισμούς, όμως αν ληφθούν υπόψη οι εντελώς αντιφιλελεύθεροι και αντεπαναστατικοί σκοποί των δημιουργών του ήταν μια απόπειρα ρεαλιστική και συνετή, σχεδόν συμβιβαστική. Δεν έγινε καμία απόπειρα εκμετάλλευσης της ολοκληρωτικής νίκης κατά των Γάλλων, οι οποίοι δεν έπρεπε σε καμία περίπτωση να εξωθηθούν σε έναν νέο γύρο ιακωβινισμού. Τα σύνορα της ηττημένης χώρας ήταν ελαφρώς καλύτερα απ’ ό,τι το 1789, η χρηματική αποζημίωση δεν ήταν παράλογη, η κατοχή από τα ξένα στρατεύματα σύντομη (έως το 1817), ενώ έως το 1818 η Γαλλία είχε γίνει εκ νέου δεκτή ως πλήρες μέλος της «Ευρωπαϊκής Συμφωνίας». Αν δεν είχε μεσολαβήσει η επιστροφή του Ναπολέοντα και η περίοδος των Εκατό Ημερών, οι όροι αυτοί θα ήταν ακόμη πιο μετριοπαθείς. Η παλινόρθωση των Βουρβώνων ήταν γεγονός, αλλά είχε γίνει πια αντιληπτό (όχι φυσικά από όλους τους κρατούντες) ότι έπρεπε να προβούν σε παραχωρήσεις απέναντι στο επικίνδυνο πνεύμα των υπηκόων τους. Οι σημαντικότερες αλλαγές που έφερε η Επανάσταση έγιναν δεκτές και παραχωρήθηκε η εμπρηστική αυτή επινόηση που λέγεται σύνταγμα, με άκρως μετριοπαθή μορφή φυσικά αυτήν τη φορά, ως καταστατικός χάρτης βέβαια που δήθεν «παραχώρησε ελεύθερα και με τη θέλησή του», μετά την επιστροφή του στη Γαλλία, ο απόλυτος μονάρχης Λουδοβίκος ΙΗ΄. Ο χάρτης της Ευρώπης άλλαξε χωρίς να ληφθούν υπόψη ούτε οι βλέψεις και οι επιθυμίες των λαών ούτε τα δικαιώματά τους, αλλά ούτε και τα δικαιώματα των πολυάριθμων ηγεμόνων οι οποίοι εκδιώχθηκαν κάποια στιγμή από τους Γάλλους, αλλά με μόνη σοβαρή μέριμνα την ισορροπία των πέντε μεγάλων δυνάμεων που αναδείχτηκαν από τους πολέμους: της Ρωσίας, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας. Στην πραγματικότητα μόνο οι τρεις πρώτες μετρούσαν.
 
Το 1821 έσπασε την «Ευρωπαϊκή Συμφωνία»
Οι δημόσιοι άντρες του 1815 είχαν αρκετή σύνεση για να γνωρίζουν ότι κανένας διακανονισμός, όσο προσεκτικά μελετημένος κι αν ήταν, δεν θα άντεχε μακροπρόθεσμα στον ανταγωνισμό ανάμεσα στα κράτη και στις συνεχώς μεταβαλλόμενες περιστάσεις. Κατά συνέπεια, επιδόθηκαν στην εκπόνηση ενός μηχανισμού για τη διατήρηση της ειρήνης, ρυθμίζοντας δηλαδή όλα τα προβλήματα καθώς ανέκυπταν μέσω τακτικών συνεδρίων της Συμμαχίας. Εξυπακούεται φυσικά ότι τις ζωτικές αποφάσεις στα συνέδρια αυτά θα έπαιρναν οι μεγάλες δυνάμεις. Η «Ευρωπαϊκή Συμφωνία», άλλος ένας όρος που πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε τότε, δεν αντιστοιχούσε στον σημερινό Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), αλλά μάλλον στα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ωστόσο, τα τακτικά συνέδρια συνήλθαν μόνο για λίγα χρόνια, από το 1818, όταν η Γαλλία έγινε εκ νέου δεκτή στη Συμφωνία, έως το 1822. Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν που έσπασε αυτήν τη συμφωνία.
Το σύστημα των συνεδρίων κατέρρευσε, διότι δεν μπόρεσε να επιζήσει τα χρόνια αμέσως μετά τους ναπολεόντειους πολέμους, όταν ο λιμός του 1816-1817 και η οικονομική ύφεση διατηρούσαν ζωντανό τον φόβο μιας νέας κοινωνικής επανάστασης παντού στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας.
Μετά την αποκατάσταση της οικονομικής σταθερότητας γύρω στο 1820 κάθε διαταραχή του διακανονισμού του 1815 απλώς αποκάλυπτε τις αποκλίσεις ανάμεσα στα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων. Μόνο η Αυστρία, υπό τη σιδηρά πυγμή του Μέτερνιχ, αντιμέτωπη με έναν πρώτο γύρο αναστάτωσης και επανάστασης το 1820-1822, έμεινε προσκολλημένη στην αρχή ότι όλα αυτά τα κινήματα πρέπει άμεσα και αυτομάτως να καταπνίγονται για το καλό της κοινωνικής τάξης (και της αυστριακής εδαφικής ακεραιότητας).
Ηταν η Ελληνική Επανάσταση του 1821, η δυναμική της και η επιβίωσή της τα πρώτα χρόνια, που ανέδειξε περίτρανα τον διχασμό ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις, παρά το γεγονός ότι ήταν όλες εχθρικά προσκείμενες στην Επανάσταση του 1821, τουλάχιστον αρχικά. Η Ρωσία, παρά την αντιπάθειά της για τις επαναστάσεις, δεν μπορούσε να μην επωφεληθεί από το κίνημα ενός ορθόδοξου λαού (και ας πρόδωσε την Επανάσταση στην πρώτη της φάση στη Μολδοβλαχία) που αποδυνάμωνε την Οθωμανική Αυτοκρατορία και επομένως έπρεπε να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη ρωσική βοήθεια. Επιπλέον, είχε το δικαίωμα από τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), μετά τον τελευταίο ρωσοτουρκικό πόλεμο, να παρεμβαίνει στα εσωτερικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την προστασία των ορθόδοξων χριστιανών.
Ο φόβος για μονομερή επέμβαση της Ρωσίας, η διεθνής φιλελληνική πίεση, τα οικονομικά συμφέροντα εκατέρωθεν και η σταδιακά αυξανόμενη γενική πεποίθηση ότι η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν μπορούσε τελικά να αποτραπεί, μπορούσε όμως να πραγματοποιηθεί συντεταγμένα και οργανωμένα, οδήγησαν τελικά τους Βρετανούς, από το 1823 και μετά, από την αρχική εχθρότητα στην ουδετερότητα και τελικά σε μια ανεπίσημη επέμβαση υπέρ των Ελλήνων. Η ελληνική επανάσταση εξυπηρετούσε την πολιτική του διαμελισμού και της κατοχής.
Η Ελλάδα κέρδισε έτσι την ανεξαρτησία της το 1830, με τη βοήθεια τόσο της Ρωσίας όσο και της Βρετανίας. Η διεθνής ζημιά ελαχιστοποιήθηκε με τη δημιουργία ενός μικρού ελληνικού βασιλείου (τα τρία συντάγματα της Επανάστασης που προέκυψαν από τις τρεις Εθνοσυνελεύσεις της επαναστατημένης Ελλάδας, δηλαδή την πρώτη της Επιδαύρου το 1822, τη δεύτερη του Αστρους το 1823 και την τρίτη της Τροιζήνας το 1827, ήταν πιο φιλελεύθερα και ριζοσπαστικά ακόμη και από της Γαλλικής Επανάστασης και έμειναν φυσικά κενό γράμμα), με ηγεμόνα έναν από τους πολλούς μικρούς Γερμανούς πρίγκιπες (τον Βαυαρό Οθωνα), ενός βασιλείου που δεν θα ήταν απλώς ρωσικός δορυφόρος. Αλλά η μονιμότητα του διακανονισμού του 1815, το σύστημα των συνεδρίων και η αρχή της κατάπνιξης κάθε επανάστασης είχαν πια καταρρεύσει. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη αξία της Επανάστασης του 1821.
 
Ο φόβος ενός πανευρωπαϊκού ιακωβίνικου ριζοσπαστισμού
Σπάνια η ανικανότητα των κυβερνήσεων να σταματήσουν τον ρου της Ιστορίας έχει αποδειχτεί τόσο περίτρανα όσο στη γενιά μετά το 1815. Ο υπέρτατος στόχος όλων των μεγάλων δυνάμεων, που είχαν μόλις αναλώσει πάνω από 20 χρόνια πολεμώντας τη Γαλλική Επανάσταση και στη συνέχεια τον Ναπολέοντα, ήταν να αποτρέψουν το ενδεχόμενο μιας δεύτερης επανάστασης ή την ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή που θα προξενούσε ένας γενικός επαναστατικός ξεσηκωμός στα πρότυπα του γαλλικού. Αυτός ήταν ο στόχος ακόμη και των Βρετανών, οι οποίοι δεν συμπαθούσαν τον αντιδραστικό απολυταρχισμό που επιβλήθηκε εκ νέου σε ολόκληρη την Ευρώπη και γνώριζαν πολύ καλά ότι δεν ήταν δυνατή ούτε θεμιτή η αποφυγή των μεταρρυθμίσεων, αλλά από την άλλη πλευρά έτρεμαν την εξάπλωση ενός νέου γαλλικού ή, ακόμη χειρότερα, ευρωπαϊκού ιακωβίνικου πολιτικού ριζοσπαστισμού περισσότερο από κάθε άλλο ενδεχόμενο στον διεθνή χώρο. Παρ’ όλα αυτά, ποτέ στην ευρωπαϊκή ήπειρο, και πολύ σπάνια σε άλλες περιοχές, η επαναστατική τάση δεν ήταν τόσο ενδημική, τόσο γενική, τόσο έτοιμη να μεταδοθεί ταχύτατα, αυθόρμητα και ταυτόχρονα με εσκεμμένη προπαγάνδα.
Ωστόσο, μόνο μία από τις επαναστάσεις του 1820-1822 κατόρθωσε να επιβληθεί και αυτό αποδίδεται εν μέρει στην επιτυχία της να πάρει μορφή γνήσιας λαϊκής επανάστασης και εν μέρει στη σταδιακά ευνοϊκή διπλωματική κατάσταση: ο ελληνικός ξεσηκωμός του 1821. Η Ελλάδα συνεπώς έγινε πηγή έμπνευσης του διεθνούς φιλελευθερισμού και ο φιλελληνισμός, που σήμαινε οργανωμένη υποστήριξη στην Επανάσταση και συμμετοχή πολυάριθμων εθελοντών στον ελληνικό αγώνα, έπαιξε ρόλο στη συσπείρωση των Ευρωπαίων ριζοσπαστών – προοδευτικών – επαναστατών – φιλελεύθερων κατά τη δεκαετία του 1820, ρόλο αντίστοιχο με αυτόν που θα έπαιζε στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930 η υποστήριξη στην Ισπανική Δημοκρατία.
 
Νεοελληνικός Διαφωτισμός, φιλελευθερισμός, φιλελληνισμός
Και επίσης σε μία και μόνη περίπτωση ο ατέρμονος πόλεμος των ποιμενικών φύλων και των ληστών-ηρώων ενάντια σε οποιαδήποτε υπαρκτή κυβέρνηση συγκεράστηκε με τις ιδέες του αστικού εθνικισμού και της Γαλλικής Επανάστασης: στον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα (1821-1830). Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός ήταν σαφώς επηρεασμένος από τον Γαλλικό· ο Αδαμάντιος Κοραής, ένας από τους μεγαλύτερους Νεοέλληνες διαφωτιστές, ζούσε στο Παρίσι, ο Ρήγας Φεραίος είχε επιχειρήσει να συναντήσει τον Βοναπάρτη όταν ο τελευταίος διοικούσε τη στρατιά της Ιταλίας και φυσικά, όπως προαναφέρθηκε, οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης διοχετεύτηκαν στον ελλαδικό χώρο μέσω της Ιταλίας και των Βαλκανίων και ιδίως των Επτανήσων, λόγω της γαλλικής κατάκτησης (για παράδειγμα, ο Ανδρέας Κάλβος ανήκε σε οργάνωση καρμπονάρων, είχε συλληφθεί και είχε απελαθεί στη Ζάκυνθο, με το προσωνύμιο «ο Ελληνας»).
Ηταν συνεπώς φυσικό η Ελλάδα να γίνει θρύλος και πηγή έμπνευσης των απανταχού εθνικιστών και φιλελεύθερων. Γιατί μόνο στην Ελλάδα ένας ολόκληρος λαός ξεσηκώθηκε ενάντια στον κατακτητή με τρόπο που θα μπορούσε εύλογα να ταυτιστεί με την υπόθεση του ευρωπαϊκού «προοδευτικού» στρατοπέδου και, αντίστροφα, η υποστήριξη του ευρωπαϊκού «προοδευτικού» στρατοπέδου με ηγέτη τον λόρδο Βύρωνα, που πέθανε στην Ελλάδα, συνέβαλε σημαντικά στο να λάβει η Επανάσταση του 1821 διεθνείς διαστάσεις και να πραγματωθεί τελικά η ελληνική ανεξαρτησία.
Οι περισσότεροι Ελληνες έμοιαζαν πολύ με τις υπόλοιπες ξεχασμένες πολεμικές αγροτικές τάξεις και φυλετικές ομάδες των Βαλκανίων. Μια μικρή μερίδα τους όμως αποτελούσε διεθνή εμπορική και διοικητική τάξη, εγκατεστημένη σε παροικίες και πόλεις σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία και πέρα από αυτή. Η γλώσσα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στην οποία ανήκαν οι περισσότεροι λαοί των Βαλκανίων, ήταν η ελληνική και Ελληνες επάνδρωναν τα υψηλότερα κλιμάκιά της μέχρι τον Ελληνα οικουμενικό πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Ελληνες κρατικοί υπάλληλοι, ως υποτελείς πρίγκιπες, διοικούσαν τις παραδουνάβιες ηγεμονίες, δηλαδή τη σημερινή Ρουμανία. Υπό αυτή την έννοια, οι μορφωμένες και εμπορικές τάξεις των Βαλκανίων, της Μαύρης Θάλασσας, της Μικράς Ασίας είχαν εξελληνιστεί πολιτισμικά, οποιαδήποτε κι αν ήταν η εθνική τους καταγωγή, ακριβώς εξαιτίας της φύσης των δραστηριοτήτων τους. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα ο εξελληνισμός αυτός προχώρησε πιο ορμητικά από ό,τι προηγουμένως, κυρίως λόγω της σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης που αύξησε επιπλέον την εμβέλεια αλλά και τις επαφές της ελληνικής διασποράς.
Το νέο και ανθηρό σιτεμπόριο της Μαύρης Θάλασσας (η οποία είχε πάψει να είναι «οθωμανική» θάλασσα με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, το 1774, και είχε ανοίξει στη διεθνή αγορά, ενισχύοντας τη δύναμη των Ελλήνων εμπόρων τον τελευταίο μισό αιώνα πριν από την Επανάσταση) έφερε τους Ελληνες στα ιταλικά, γαλλικά και βρετανικά επιχειρηματικά κέντρα και ενίσχυσε τους δεσμούς τους με τη Ρωσία. Η ανάπτυξη του βαλκανικού εμπορίου έφερε τους Ελληνες ή τους εξελληνισμένους εμπόρους στην κεντρική Ευρώπη. Οι πρώτες εφημερίδες στην ελληνική γλώσσα εκδίδονται στη Βιέννη (η πρώτη ελληνική εφημερίδα είναι η «Εφημερίς» των αδελφών Πουλίου που εκδόθηκε στη Βιέννη την περίοδο 1791-1797, δηλαδή ακριβώς την ίδια περίοδο με τη διεξαγωγή της Γαλλικής Επανάστασης). Και ήταν ακριβώς σε αυτούς τους κόλπους της κοσμοπολίτικης διασποράς που ρίζωσαν οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης: o φιλελευθερισμός, ο εθνικισμός και οι μέθοδοι πολιτικής οργάνωσης επηρεασμένες από τις μασονικές μυστικές εταιρείες.
Ο Ρήγας Φεραίος (1757-1798), ηγέτης ενός πρώιμου, περιορισμένου και ίσως παμβαλκανικού επαναστατικού κινήματος, μιλούσε γαλλικά και προσάρμοσε τη «Μασσαλιώτιδα» στα ελληνικά δεδομένα. «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο» (Hôtel Hellénophone) ονομαζόταν μια μυστική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1809 στο Παρίσι από τον Θεσσαλονικιό Γρηγόριο Ζαλύκη με σκοπό την πνευματική αναγέννηση και διαφώτιση των Ελλήνων και την προετοιμασία της εξέγερσής τους ενάντια στους Τούρκους. Σημαντικό μέλος του ήταν ο φιλέλληνας Ογκίστ ντε Σουαζέλ Γκουφιέ. Ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ένας από τους ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, ήταν επίσης μέλος του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου. Η Φιλική Εταιρεία, η μυστική πατριωτική εταιρεία η οποία ήταν κυρίως υπεύθυνη για τη στρατολόγηση μελών για την επικείμενη επανάσταση του 1821, ιδρύθηκε στο νέο μεγάλο ρωσικό λιμάνι της Οδησσού το 1814.
Ο εθνικισμός τους ήταν έως έναν βαθμό ανάλογος με τα ελιτιστικά κινήματα της Δύσης. Ετσι μόνο εξηγείται το σχέδιο εξέγερσης για την ανεξαρτησία από τους Οθωμανούς στις παραδουνάβιες ηγεμονίες υπό την ηγεσία Ελλήνων προυχόντων. Γιατί οι μόνοι που θα μπορούσαν να ονομαστούν Ελληνες στην εξαθλιωμένη αυτή περιοχή των δουλοπάροικων ήταν οι άρχοντες, οι επίσκοποι, οι έμποροι και οι διανοούμενοι. Η εξέγερση εκεί ξεκίνησε νωρίτερα (τον Φεβρουάριο του 1821), για να ηττηθεί οριστικά τον Ιούνιο στη μάχη του Δραγατσανίου. Ευτυχώς όμως η Φιλική Εταιρεία είχε φροντίσει να προσηλυτίσει και τους ντόπιους «κλέφτες», τους εκτός νόμου και τους αρχηγούς των οικογενειών των ελληνικών βουνών, ιδίως στην Πελοπόννησο, και με πολύ μεγάλη επιτυχία, ιδίως μετά το 1818.
 
Το πρότυπο του Βαλκάνιου ήρωα
Είναι πάρα πολύ αμφίβολο κατά πόσο αυτός ο σύγχρονος εθνικισμός σήμαινε και πολλά πράγματα για αυτούς τους «κλέφτες», αν και πολλοί από αυτούς διέθεταν τους γραμματικούς τους που συνέτασσαν μανιφέστα στην ιακωβίνικη ορολογία. Αν κάτι αντιπροσώπευαν και υποστήριζαν ήταν το πανάρχαιο «ήθος» μιας χερσονήσου στην οποία η έννοια του παράνομου ήρωα ήταν διαδεδομένη και όπου ο εκτός νόμου ανέβαινε στα βουνά για να αντισταθεί σε κάθε κυβέρνηση και για να επανορθώσει τις αδικίες που γίνονταν εις βάρος του λαού. Αυτή η «ηθική» στη βαλκανική χερσόνησο ήταν μια μορφή πολιτικού ιδεώδους. Στον ξεσηκωμό αντρών όπως ο Κολοκοτρώνης, ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης και ο Μπότσαρης οι εθνικιστές δυτικού τύπου πρόσφεραν την ηγεσία και τους τοποθετούσαν σε πανελλαδική μάλλον παρά καθαρά τοπική κλίμακα. Με τη σειρά τους, βέβαια, αποκόμιζαν από την Επανάσταση του 1821 ένα μοναδικό στοιχείο που ενέπνεε το δέος: τον μαζικό ξεσηκωμό ενός ένοπλου λαού.
Ο νεοελληνικός εθνικισμός κατόρθωσε τελικά να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία της χώρας, παρόλο που ο συνδυασμός και οι μετέπειτα συγκρούσεις μεταξύ αστικής ηγεσίας και μεγαλοκαραβοκυραίων, κοτζαμπάσηδων γαιοκτημόνων, κλέφτικης αποδιοργάνωσης και Φιλικών παράλληλα με την επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων γέννησαν τελικά μάλλον μια καρικατούρα του δυτικού φιλελεύθερου ιδεώδους, που καμία σχέση δεν είχε με τα συντάγματα της Επανάστασης. Υστερα από δέκα χρόνια απόλυτης μοναρχίας του Οθωνα η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 επρόκειτο να δώσει στην Ελλάδα το πρώτο της σύνταγμα. Είχε επίσης και το παράδοξο αποτέλεσμα να περιορίσει τον ελληνισμό στον μισό μόλις ελλαδικό χώρο και κατά συνέπεια μέσω αυτής της ιστορικής εξέλιξης να δημιουργήσει ή να εντείνει τον λανθάνοντα εθνικισμό των άλλων βαλκανικών λαών. Την περίοδο που το να είναι κανείς Ελληνας αποτελούσε σχεδόν απαραίτητο επαγγελματικό προσόν του εγγράμματου ορθόδοξου χριστιανού των Βαλκανίων ο εξελληνισμός των βαλκανικών λαών είχε σημειώσει πρόοδο. Από τη στιγμή όμως που άρχισε να συνδέεται με την πολιτική υποστήριξη στην ελληνική επανάσταση άρχισε να υποχωρεί ακόμη και ανάμεσα στις αφομοιωμένες βαλκανικές εγγράμματες τάξεις. Υπό αυτή την έννοια η ελληνική ανεξαρτησία ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση για την εξέλιξη του εθνικισμού των υπόλοιπων βαλκανικών λαών.
* Ο Θανάσης Γάλλος είναι δρ Ιστορίας ΕΚΠΑ
Περιοδικό Hot Doc History