Ο λαϊκισμός ξερνάει λέξεις, στερεότυπα, κλισέ, ο φασισμός πυροβολεί σφαίρες, σκοτώνει. Ο λαϊκισμός είναι παρέκκλιση της δημοκρατίας, ο φασισμός είναι άρνηση της δημοκρατίας. «Ο φασισμός προϋπήρχε του Χίτλερ και του Μουσολίνι και εξακολουθεί να υπάρχει, έκδηλα ή άδηλα, και μετά την ήττα τους στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Παντού, στον κόσμο, όπου αρχίζουμε με την κατάπνιξη των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου και του δικαιώματός του στην ισότητα, ολισθαίνουμε ταχύτατα στο σύστημα των στρατοπέδων συγκέντρωσης...». Λόγια του συγγραφέα Πρίμο Λέβι, που έζησε το ναζισμό στα στρατόπεδα συγκέντρωσης που δείχνει, που και πως γεννιέται ο φασισμός.
Σύμφωνα με την Χάνα Άρεντ στον φασισμό και στον ολοκληρωτισμό έχουμε ριζική καταστολή της πολιτικής δυνατότητας των πολιτών να παρεμβαίνουν ελεύθερα στις δημόσιες υποθέσεις και έχουμε απόλυτη περιφρόνηση από μέρους της κρατικής εξουσίας των ατομικών δικαιωμάτων. Ο λαϊκισμός είναι η υπερβολή της πολιτικής, ο φασισμός είναι η καταστροφή της.
Στην κοινή συνείδηση ο φασισμός χωροθετείται στα δεξιά της Δεξιάς. Τώρα -και δια της κας. Κεραμέως- επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία, επιχειρώντας να αλλάξουν την «κοινή παραδοχή» ότι πολιτική μήτρα του φασισμού είναι η Δεξιά με στόχο πάντα να υπονομεύσουν την πολιτική ηγεμονία της Αριστεράς.
Θα το ξαναπούμε, ο φασισμός αρνείται τη δημοκρατία, ενώ ο λαϊκισμός είναι μία παρέκκλισή της, είναι το «δημοκρατικό παράδοξο», όπως έλεγε ο γάλλος διανοητής Πιέρ Ροζανβαλόν. Στην έννοια λαός στην οποία στηρίζεται θετικά ο δημοκρατικός βίος, προκύπτει και μία αρνητική έννοια ο λαϊκισμός. Σύμφωνα με τον γάλλο διανοητή το «δημοκρατικό παράδοξο» του λαϊκισμού προέρχεται από τη διάσταση μεταξύ της λαϊκής κυριαρχίας και του προβληματικού χαρακτήρα του λαού ως πολιτικού υποκειμένου. Απορρέει, επίσης, από τον προβληματικό χαρακτήρα των θεσμών και των διαδικασιών έκφρασης του λαού. Σήμερα, ο λαός ως πολιτικό υποκείμενο βρίσκεται σε κρίση, καθώς υπάρχει μια ιδιαίτερη κρίση αντιπροσώπευσης και η κοινωνία δεν συνιστά πλέον ενιαίο σώμα λόγω των τεράστιων ανισοτήτων. Η μεγάλη κοινωνική διχοτόμηση αφορά στους «πάνω», που είναι οι ολιγάρχες και οι κοσμοπολιτικές ελίτ, και στους «κάτω» που είναι οι εργαζόμενοι, οι «ουμπεροποιημένοι» και οι κοινωνικά αποκλεισμένοι.
Μπορούμε να πούμε για τον λαϊκισμό ότι είναι το σύμπτωμα μιας πραγματικής κατάστασης και συγχρόνως η έκφραση μιας ψευδαίσθησης. Είναι με άλλα λόγια το σημείο συνάντησης της πολιτικής δυσαρέσκειας –λόγω της κρίσης αντιπροσώπευσης και της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού καθεστώτος- και της αδυναμίας επίλυσης των καυτών κοινωνικών προβλημάτων. Ο λαϊκισμός, συνεπώς, είναι μια μορφή απλουστευτικών απαντήσεων στις παραπάνω δυσκολίες. Η πρώτη απλούστευση είναι ότι το αντιπροσωπευτικό σύστημα και η δημοκρατία έχουν διαφθαρεί από τους πολιτικούς και η μόνη πραγματική δημοκρατία είναι η προσφυγή στο λαό υπό τη μορφή δημοψηφισμάτων. Τα δημοψηφίσματα παρόλ’ αυτά μπορεί να ενισχύουν περισσότερο το λαϊκισμό και λιγότερο τη δημοκρατία. Επίσης, ο λαός δεν καθίσταται τέτοιος –δηλαδή λαός- ετεροκαθοριζόμενος, δηλαδή όντας απέναντι σε μία ολιγαρχία. Και η τρίτη απλούστευση είναι αυτή που αφορά στην κοινωνική συνοχή καθώς γίνεται αναφορά στην ταυτότητα της κοινωνίας και όχι στην εσωτερική ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων. Με μόνο την αναφορά στην ταυτότητα έχουμε τον στιγματισμό των «άλλων», αυτών που απορρίπτονται ως μη οικείοι, όπως οι μετανάστες, οι αλλόθρησκοι κ.ά.. Οι τελευταίοι, συνεπώς, είναι αποκλεισμένοι από την κοινωνία και κατ’ επέκταση από την έννοια λαός.
Για να υπερβούμε την δημοκρατική παρέκκλιση του λαϊκισμού πρέπει να σκεφτούμε με πιο τρόπο θα βελτιώσουμε τη δημοκρατία. Γιατί κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το λαϊκισμό αρκούμενος στην υπεράσπιση της δημοκρατίας τέτοια που είναι σήμερα. Για να ασκήσουμε κριτική στον λαϊκισμό πρέπει να έχουμε ένα σχέδιο επανανακάλυψης και ανασυγκρότησης της δημοκρατίας, που να αφορά τον λαό-εκλογικό σώμα, τον λαό-κοινωνία, που δεν είναι απλώς η πλειοψηφία αλλά η τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας και ο λαός-αρχή, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους.
Η δημοκρατία, εντέλει, οφείλει πιο αποφασιστικά να προσδιοριστεί ως τρόπος παραγωγής του κοινού βίου, βασιζόμενου στην εμπιστοσύνη, μέσα στην καθημερινότητα. Μια δημοκρατία που θα επαναορίσει το κοινωνικό συμβόλαιο και θα αναζητεί συνεχώς περισσότερη ισότητα. Μπορεί η κα. Νίκη Κεραμέως και το κυβερνητικό κόμμα να διευρύνουν την έννοια και την ουσία της Δημοκρατίας. Κατηγορηματικά Όχι. Γιατί η πολιτική τους είναι η «ουμπεροποίηση» της οικονομίας και της κοινωνίας, είναι η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, είναι η ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού, είναι η κατάργηση των εργασιακών δικαιωμάτων, και προπάντων είναι, όχι «η αναζήτηση περισσότερης ισότητας», αλλά η χαοτική διεύρυνση των ανισοτήτων, όπως συνέβη στη Χιλή. Αυτή δεν είναι βελτίωση της δημοκρατίας, αλλά μία πορεία προς τον ολοκληρωτισμό και τον στρατιωτικό νόμο, όπως στη Χιλή, δηλαδή προ το φασισμό.
Σύμφωνα με την Χάνα Άρεντ στον φασισμό και στον ολοκληρωτισμό έχουμε ριζική καταστολή της πολιτικής δυνατότητας των πολιτών να παρεμβαίνουν ελεύθερα στις δημόσιες υποθέσεις και έχουμε απόλυτη περιφρόνηση από μέρους της κρατικής εξουσίας των ατομικών δικαιωμάτων. Ο λαϊκισμός είναι η υπερβολή της πολιτικής, ο φασισμός είναι η καταστροφή της.
Στην κοινή συνείδηση ο φασισμός χωροθετείται στα δεξιά της Δεξιάς. Τώρα -και δια της κας. Κεραμέως- επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία, επιχειρώντας να αλλάξουν την «κοινή παραδοχή» ότι πολιτική μήτρα του φασισμού είναι η Δεξιά με στόχο πάντα να υπονομεύσουν την πολιτική ηγεμονία της Αριστεράς.
Θα το ξαναπούμε, ο φασισμός αρνείται τη δημοκρατία, ενώ ο λαϊκισμός είναι μία παρέκκλισή της, είναι το «δημοκρατικό παράδοξο», όπως έλεγε ο γάλλος διανοητής Πιέρ Ροζανβαλόν. Στην έννοια λαός στην οποία στηρίζεται θετικά ο δημοκρατικός βίος, προκύπτει και μία αρνητική έννοια ο λαϊκισμός. Σύμφωνα με τον γάλλο διανοητή το «δημοκρατικό παράδοξο» του λαϊκισμού προέρχεται από τη διάσταση μεταξύ της λαϊκής κυριαρχίας και του προβληματικού χαρακτήρα του λαού ως πολιτικού υποκειμένου. Απορρέει, επίσης, από τον προβληματικό χαρακτήρα των θεσμών και των διαδικασιών έκφρασης του λαού. Σήμερα, ο λαός ως πολιτικό υποκείμενο βρίσκεται σε κρίση, καθώς υπάρχει μια ιδιαίτερη κρίση αντιπροσώπευσης και η κοινωνία δεν συνιστά πλέον ενιαίο σώμα λόγω των τεράστιων ανισοτήτων. Η μεγάλη κοινωνική διχοτόμηση αφορά στους «πάνω», που είναι οι ολιγάρχες και οι κοσμοπολιτικές ελίτ, και στους «κάτω» που είναι οι εργαζόμενοι, οι «ουμπεροποιημένοι» και οι κοινωνικά αποκλεισμένοι.
Μπορούμε να πούμε για τον λαϊκισμό ότι είναι το σύμπτωμα μιας πραγματικής κατάστασης και συγχρόνως η έκφραση μιας ψευδαίσθησης. Είναι με άλλα λόγια το σημείο συνάντησης της πολιτικής δυσαρέσκειας –λόγω της κρίσης αντιπροσώπευσης και της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού καθεστώτος- και της αδυναμίας επίλυσης των καυτών κοινωνικών προβλημάτων. Ο λαϊκισμός, συνεπώς, είναι μια μορφή απλουστευτικών απαντήσεων στις παραπάνω δυσκολίες. Η πρώτη απλούστευση είναι ότι το αντιπροσωπευτικό σύστημα και η δημοκρατία έχουν διαφθαρεί από τους πολιτικούς και η μόνη πραγματική δημοκρατία είναι η προσφυγή στο λαό υπό τη μορφή δημοψηφισμάτων. Τα δημοψηφίσματα παρόλ’ αυτά μπορεί να ενισχύουν περισσότερο το λαϊκισμό και λιγότερο τη δημοκρατία. Επίσης, ο λαός δεν καθίσταται τέτοιος –δηλαδή λαός- ετεροκαθοριζόμενος, δηλαδή όντας απέναντι σε μία ολιγαρχία. Και η τρίτη απλούστευση είναι αυτή που αφορά στην κοινωνική συνοχή καθώς γίνεται αναφορά στην ταυτότητα της κοινωνίας και όχι στην εσωτερική ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων. Με μόνο την αναφορά στην ταυτότητα έχουμε τον στιγματισμό των «άλλων», αυτών που απορρίπτονται ως μη οικείοι, όπως οι μετανάστες, οι αλλόθρησκοι κ.ά.. Οι τελευταίοι, συνεπώς, είναι αποκλεισμένοι από την κοινωνία και κατ’ επέκταση από την έννοια λαός.
Για να υπερβούμε την δημοκρατική παρέκκλιση του λαϊκισμού πρέπει να σκεφτούμε με πιο τρόπο θα βελτιώσουμε τη δημοκρατία. Γιατί κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το λαϊκισμό αρκούμενος στην υπεράσπιση της δημοκρατίας τέτοια που είναι σήμερα. Για να ασκήσουμε κριτική στον λαϊκισμό πρέπει να έχουμε ένα σχέδιο επανανακάλυψης και ανασυγκρότησης της δημοκρατίας, που να αφορά τον λαό-εκλογικό σώμα, τον λαό-κοινωνία, που δεν είναι απλώς η πλειοψηφία αλλά η τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας και ο λαός-αρχή, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους.
Η δημοκρατία, εντέλει, οφείλει πιο αποφασιστικά να προσδιοριστεί ως τρόπος παραγωγής του κοινού βίου, βασιζόμενου στην εμπιστοσύνη, μέσα στην καθημερινότητα. Μια δημοκρατία που θα επαναορίσει το κοινωνικό συμβόλαιο και θα αναζητεί συνεχώς περισσότερη ισότητα. Μπορεί η κα. Νίκη Κεραμέως και το κυβερνητικό κόμμα να διευρύνουν την έννοια και την ουσία της Δημοκρατίας. Κατηγορηματικά Όχι. Γιατί η πολιτική τους είναι η «ουμπεροποίηση» της οικονομίας και της κοινωνίας, είναι η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, είναι η ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού, είναι η κατάργηση των εργασιακών δικαιωμάτων, και προπάντων είναι, όχι «η αναζήτηση περισσότερης ισότητας», αλλά η χαοτική διεύρυνση των ανισοτήτων, όπως συνέβη στη Χιλή. Αυτή δεν είναι βελτίωση της δημοκρατίας, αλλά μία πορεία προς τον ολοκληρωτισμό και τον στρατιωτικό νόμο, όπως στη Χιλή, δηλαδή προ το φασισμό.
Πηγή: artinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου