Βία δεν είναι μόνο η επιθετική συμπεριφορά του παιδιού. Βία είναι, επίσης, η πείνα, ο υποσιτισμός του παιδιού. Βία είναι ένα παιδί να μην πηγαίνει διακοπές και ο συμμαθητής του να λέει πόσο ωραία πέρασε το καλοκαίρι. Βία είναι το εξαντλητικό, δαπανηρό και αναποτελεσματικό σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ.
Κατιούσα
Το ζήτημα της νεανικής παραβατικότητας και βίας βρίσκεται σταθερά στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης. Ανάμεσα στις διάφορες «βαθυστόχαστες» τηλε-αναλύσεις συχνά κατηγορείται ως πρώτιστη υπαίτιος η οικογένεια, οι γονείς, «που δεν διαπαιδαγωγούν σωστά τα παιδιά τους». Πρόκειται, όμως, για μία απλουστευτική και αποπροσανατολιστική εξήγηση.
Μύθος: «Η σύγχρονη οικογένεια πάσχει από ηθικό έλλειμμα»
Η πρώτη προβληματική πλευρά της παραπάνω ανάλυσης είναι ότι πρόκειται για ένα νέο, πρωτοφανέρωτο φαινόμενο, για το οποίο ευθύνεται η σύγχρονη οικογένεια.
Όμως, η νεανική παραβατικότητα εμφανίζεται οξυμένη σε διάφορες περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας των εκμεταλλευτικών κοινωνιών και σε κάθε φάση συνδέεται με την κοινωνική θέση των γονιών, από την οποία εξαρτάται κι αυτή των παιδιών και των εφήβων. Αυτό καθορίζει και τον τρόπο ζωής των οικογενειών τους, τις αντιλήψεις και τις παιδαγωγικές δυνατότητες της οικογένειας στις δοσμένες κοινωνικές – οικονομικές ιστορικές συνθήκες. Για παράδειγμα, στην πρώτη περίοδο του καπιταλισμού, με τη μαζική και χωρίς προϋποθέσεις μετακίνηση αγροτικών πληθυσμών στις πόλεις, τη διαμόρφωση γυναικείου εργατικού δυναμικού, εμφανίστηκε έντονα και η παιδική εργασία από τη νηπιακή ακόμα ηλικία, σε απάνθρωπες συνθήκες στη μεταποίηση, στους κλάδους της κλωστοϋφαντουργίας. Είναι χαρακτηριστικές οι περιγραφές του Ενγκελς στο έργο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία» για τις εργάτριες και τους εργάτες, ακόμα και τα παιδιά που δούλευαν ήλιο με ήλιο. Παράλληλα, την περίοδο της πρωταρχικής συσσώρευσης τα παραμελημένα, ορφανά παιδιά στρατολογούνταν για ένα κομμάτι ψωμί και μια υπόγεια στέγη από οργανωμένες εγκληματικές συμμορίες, που τα έβαζαν να κλέβουν, όπως αποδίδει η αγγλική λογοτεχνία. Επίσης, η παραβατικότητα των παιδιών ως κοινωνικό ζήτημα εμφανίζεται οξυμένο σε περιόδους μετά από μεγάλους καταστροφικούς πολέμους, με τον τεράστιο αριθμό ορφανών παιδιών που βρέθηκαν στους δρόμους των πόλεων, όπως και μετά από μεγάλες καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις.
Υπάρχουν σύγχρονες πλευρές στις συνθήκες λειτουργίας της οικογένειας;
Σήμερα, ο διαπαιδαγωγητικός χαρακτήρας της οικογένειας φαίνεται να σχετίζεται με διάφορους παράγοντες που επιδρούν καθοριστικά στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. Ο θεσμός της οικογένειας είναι άμεσα επιφορτισμένος με την φροντίδα, το μεγάλωμα των παιδιών, λειτουργεί ως μια από τις πρώτες μορφές κοινωνικοποίησης του παιδιού, καλλιεργεί κριτήρια τρόπου ζωής, τα οποία το παιδί εσωτερικεύει στην πορεία ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Ομως, έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές τόσο σε σχέση με την παλιά αγροτική οικογένεια, όσο και με την αστική, συνακόλουθα και την εργατική οικογένεια.
Η οικογένεια δεν αποτελεί ένα αδιαπέραστο κουκούλι πέρα κι έξω από την εξέλιξη της κοινωνίας. Ο ρόλος της καθορίζεται πάντα στο έδαφος ενός συγκεκριμένου κοινωνικού οικονομικού συστήματος και μάλιστα στη φάση της εξέλιξής του.
Στη συζήτηση στα διάφορα αστικά ΜΜΕ γίνεται αναφορά στην ηθικοπλαστική λειτουργία της οικογένειας, χωρίς να δίνεται έμφαση σε αυτές τις εξελίξεις. Δεν είναι κυρίως υπόθεση των γονιών η έλλειψη αξιών, της συλλογικότητας, η καλλιέργεια του ανταγωνισμού μέχρι της βίας, όπως κατηγορείται. Αυτά είναι προϊόντα της σήψης του καπιταλιστικού συστήματος, καλλιεργούνται και διαχέονται από το εκπαιδευτικό σύστημα και στις πιο ακραίες εκφράσεις τους αναπαράγονται μαζικά από τα ΜΜΕ και κυρίως από το διαδίκτυο, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Διοχετεύονται αξίες, ιδέες, μοτίβα σχέσεων και συμπεριφορά με επίκεντρο τον ατομισμό, την εμπορευματοποίηση των πάντων, ακόμα και των ανθρώπινων σχέσεων, του ίδιου του ανθρώπινου σώματος, ειδικά του γυναικείου, την εγωκεντρική στάση, την αντίληψη «ο θάνατός σου η ζωή μου», την αποφυγή της δύσκολης πραγματικότητας μέσα από την εξάρτηση από αλκοόλ, ναρκωτικά, τζόγο κ.λπ., την αποξένωση, την ιδέα του εύκολου κέρδους πάση θυσία, την αντικοινωνική συμπεριφορά, ακόμα και την εγκληματικότητα.
Ποιο είναι το μέρος της ευθύνης των γονιών;
Είναι επιστημονικά καταγεγραμμένο το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ψυχοκοινωνική εξέλιξη του παιδιού η ποιοτική σχέση με τους γονείς. Αυτή, πέραν των άλλων, μπορεί να συμβάλει στην εδραίωση της ικανότητας του παιδιού να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του, ιδιαίτερα τα αρνητικά – όπως είναι ο θυμός, η απαξίωση, το άγχος -, να ηρεμεί τον εαυτό του, να αναπτύσσει ψυχική ανθεκτικότητα, να είναι ευπροσάρμοστο και λιγότερο επιρρεπές σε παρορμητικές και βίαιες συμπεριφορές. Είναι, όμως, επίσης επιστημονικά καταγεγραμμένο ότι η οικοδόμηση αυτής της σχέσης απαιτεί πρώτα απ’ όλα εκπαίδευση των γονιών και βέβαια απαιτούμενο χρόνο. Πώς αλλιώς οι γονείς θα αποκτήσουν την απαιτούμενη δυνατότητα, αλλά και την οικειότητα για να γνωρίσουν τον χαρακτήρα του παιδιού, τι κάνει στην καθημερινότητά του, τους φίλους του, αλλά και για να συνεργαστούν με τους δασκάλους; Αλλά και οι δάσκαλοι πώς να γνωρίσουν τους μαθητές και τις μαθήτριες, τις αγωνίες τους, όταν συνωστίζονται 25-27 παιδιά ανά τάξη; Τα άθλια, άστατα ωράρια εργασίας εμποδίζουν τους γονείς να συμμετέχουν ενεργά στις δραστηριότητες των παιδιών, να παίξουν μαζί τους, να εντοπίσουν έγκαιρα τις αλλαγές στη διάθεση και τη συμπεριφορά τους, να ξέρουν τι τα απασχολεί.
Στην καλύτερη περίπτωση, για τους γονείς της εργατικής – λαϊκής οικογένειας πρωταρχικό καθήκον γίνεται η εξοικονόμηση δαπανών για τις εμπορευματοποιημένες εκπαιδευτικές, αθλητικές, καλλιτεχνικές δραστηριότητες αγωγής. Οι γονείς συνθλίβονται από το άγχος των ακανόνιστων ωραρίων, αν θα βγει ο μήνας. Ακόμα περισσότερο, η εργασία σε καθεστώς εργοδοτικής τρομοκρατίας, μόνιμης ανασφάλειας, σωματικής και ψυχικής εξόντωσης οδηγούν εκτός από την έλλειψη απαιτούμενου χρόνου και σε απώλεια διάθεσης, υπομονής. Επομένως, η βία δεν αναπαράγεται μόνο ή κυρίως μέσα στους τέσσερις τοίχους της οικογένειας. Το άγχος, ο θυμός, η ανία, η ματαιότητα, η έλλειψη ικανοποίησης από την εργασία, σε τελική ανάλυση η βία της εκμετάλλευσης «μεταφέρονται» στην οικογένεια, μολύνουν τη σχέση με το παιδί.
Βέβαια, είναι μια σύνθετη διαδικασία η συνειδητοποίηση της ατομικής ευθύνης των γονιών στην ανατροφή του παιδιού, με την ταυτόχρονη συνειδητοποίηση των οικονομικών – κοινωνικών – πολιτικών παραγόντων, που επιδρούν στη διαπαιδαγώγηση, στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού.
Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ παλεύουμε συνειδητά προς αυτήν την κατεύθυνση, χωρίς να έχουμε αναπτύξει όλες τις δυνατότητες, ώστε τα ταξικά προσανατολισμένα σωματεία, Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα, κινήματα, όπως το γονεϊκό, το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα περισσότερο να αναπτύξουν το μέτωπό τους προς αυτήν την κατεύθυνση. Μέρος της συνειδητοποίησης είναι ότι το αστικό εκμεταλλευτικό κράτος φέρει την κύρια ευθύνη για τη διαπαιδαγώγηση, για τις αιτίες έξαρσης της παιδικής – εφηβικής παραβατικότητας και βίας. Από μια πρακτική άποψη, ο γονιός οφείλει να είναι γονιός, όχι και δάσκαλος, γιατρός, νοσοκόμος, παιδοψυχολόγος, εργοθεραπευτής… Ακόμα περισσότερο θα πρέπει να έχει με κοινωνική κρατική ευθύνη δωρεάν πρόσβαση στη σύγχρονη επιστημονική γνώση που θα τον βοηθήσει να κατανοήσει τους μηχανισμούς ανάπτυξης του παιδιού και να ανταποκριθεί με επάρκεια στις ανάγκες κάθε φάσης, στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε παιδιού. Τέτοιες δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες, όπως σχολές γονέων, συμβουλευτική γονέων, κοινωνικές υπηρεσίες, κέντρα Ψυχικής Υγείας είναι από τραγικά ελλιπείς έως ανύπαρκτες. Με αποτέλεσμα οι ανησυχίες και οι προβληματισμοί των γονιών της εργατικής – λαϊκής οικογένειας να βρίσκουν απαντήσεις είτε σε χρυσοπληρωμένες από την τσέπη τους και ενίοτε αμφιβόλου επιστημονικής εγκυρότητας (ένεκα του κέρδους) αντίστοιχες ιδιωτικές υπηρεσίες, είτε ψαρεύοντας στα θολά και προβληματικά νερά του διαδικτύου.
Προς διερεύνηση είναι το μέρος της συμβολής σε όλα τα παραπάνω της καραντίνας και του εγκλεισμού της πανδημίας, που επέτειναν τις αγωνίες των λαϊκών οικογενειών, αλλά και στέρησαν τις στοιχειώδεις συνθήκες σχολικής καθημερινότητας και κοινωνικοποίησης σε χιλιάδες παιδιά που σήμερα βρίσκονται ακριβώς στην προεφηβεία και εφηβεία. Τα συνήθισε στη διαδικτυακή ψυχρή επικοινωνία. Με αποτέλεσμα όχι μόνο να έχουν γνωστικά κενά, αλλά να δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν απευθείας, να σχετιστούν με τους συνομήλικους σε διαδικασία ζωντανής αλληλεπίδρασης, να αποδεχτούν ακόμα και βασικούς κανόνες της κοινωνικής συμβίωσης.
Μέτρα που συγκαλύπτουν την ουσία και επιδεινώνουν το πρόβλημα
Η διακηρυγμένη από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας «εθνική στρατηγική για την αντιμετώπιση της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβισμού» είναι «βούτυρο στο ψωμί» στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού από την ουσία του προβλήματος. Με μέτρα αυστηροποίησης των ποινών (επαναφορά της πενθήμερης αποβολής, η ψηφιοποίηση του απουσιολογίου κ.ά.) είναι σαφές ότι πρώτον, αγνοούν επιδεικτικά ότι τα φαινόμενα βίας εκδηλώνονται και έξω από το σχολείο, και δεύτερον, επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα με καταστολή. Οι προθέσεις τους αποτυπώνονται επίσης στον πρόσφατο νόμο για την Ψυχική Υγεία και Απεξάρτηση, όπου βαφτίζουν τη νεανική βία και παραβατικότητα «παρεκκλίνουσα συμπεριφορά». Ιατρικοποιούν και ψυχιατρικοποιούν ένα κοινωνικό φαινόμενο και ουσιαστικά προβλέπουν τη δημιουργία σύγχρονων αναμορφωτηρίων.
Το κυνικό κάλεσμα του πρωθυπουργού στα παιδιά να σκεφτούν «τι είναι αυτά που μας δίνουν χαρά: Το κινητό ή να αθληθούμε ή να κάνουμε μια κοινωνική δράση για να είμαστε χρήσιμοι;», είναι ευχολόγιο χωρίς υλικό αντίκρισμα. Γιατί με ευθύνη της κυβέρνησης ο αθλητισμός, ο πολιτισμός, συνολικά οι εξωσχολικές δραστηριότητες είναι ακριβό σπορ για την πλειοψηφία των λαϊκών οικογενειών, ενώ οι ελεύθεροι χώροι στις λαϊκές γειτονιές για αθλητισμό και παιχνίδι είναι δυσεύρετοι.
Σχετικά με τη δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας, ο πρωθυπουργός ισχυρίστηκε πως «δίνει τη δυνατότητα να αναγνωρίσουμε το περιστατικό, (…) τη δυνατότητα της ανωνυμίας της καταγγελίας» και μίλησε για την ανάγκη «αποτελεσματικής διαχείρισης των καταγγελιών» μέσα από πρωτόκολλα που «προτείνουν οι ειδικοί». Η τραγική εμπειρία των αντίστοιχων πρωτοκόλλων για την αντιμετώπιση των περιστατικών βίας ενάντια σε γυναίκες, τα οποία αρχίζουν και τελειώνουν στη σύσταση για χρήση του panic button και στις διαφημίσεις στην τηλεόραση, δεν αφήνουν πολλές ελπίδες… Ακόμα περισσότερο, ελλοχεύει ο κίνδυνος αντί για τις προβληματικές συμπεριφορές να στιγματιστούν τα ίδια τα παιδιά.
Η παραβατικότητα ανηλίκων ως συγκάλυψη της «βίας στα παιδιά»
Βία δεν είναι μόνο η επιθετική συμπεριφορά του παιδιού. Βία είναι, επίσης, η πείνα, ο υποσιτισμός του παιδιού. Βία είναι ένα παιδί να μην πηγαίνει διακοπές και ο συμμαθητής του να λέει πόσο ωραία πέρασε το καλοκαίρι. Βία είναι το εξαντλητικό, δαπανηρό και αναποτελεσματικό σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ. Σε αυτό ακριβώς το έδαφος των ταξικών διαχωρισμών, κάποια παιδιά απαξιώνουν το εχθρικό για αυτά σχολείο και την κοινωνία που τα έχει ματαιώσει.
Ελπίδα και αγώνας κατά της βίας είναι το γεγονός ότι χιλιάδες μαθήτριες και μαθητές, φοιτητές, νέες και νέοι υψώνουν το ανάστημά τους κόντρα στη διαχρονική κυβερνητική πολιτική που τσακίζει τα δικαιώματά τους στην εκπαίδευση και τη ζωή. Αγωνίζονται για να μην μπει μια μεγάλη «ταμπέλα» απαξίωσης της νέας γενιάς. Αγώνας κατά της βίας είναι να μην περάσει στη λαϊκή συνείδηση ότι γενικά όλοι οι νέοι σήμερα είναι παραβατικοί, είναι άχρηστοι, τεμπέληδες, που δεν προσπαθούν και δεν καταφέρνουν τίποτα και τελικά καταλήγουν στην εγκληματικότητα. Αλλά η ανάγκη είναι πιο μαζικά να εμπεδωθεί ότι το πραγματικά εγκληματικό είναι το ίδιο το σύστημα. Αυτό δημιουργεί εξιλαστήρια θύματα και καθρεφτίζει πάνω τους τις δικές του παθογένειες.
Κωνσταντίνα Τσότρα
Μέλος του Τμήματος της ΚΕ για την Ισοτιμία και τη Χειραφέτηση των Γυναικών
Αναδημοσίευση από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου» 26 – 27 Οκτώβρη 2024.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου