Από Στάθης Θεόδωρος
Είναι και αυτή μια άλλη ιστορία των καλών προθέσεων που διαψεύδονται από την πραγματικότητα. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η αγορά δεν μπορεί, αντικειμενικά, να είναι ελεύθερη. Γεγονός που επηρεάζει και παραμορφώνει, με την πληθώρα των ασύμμετρων παραμέτρων που ευημερούν στην παγκόσμια "ελεύθερη" αγορά, την ιδέα του συγκριτικού πλεονεκτήματος, ώστε φυσιολογικά να δημιουργούνται φόβοι στις χώρες που προσχωρούν για να επιβιώσουν σε περιφερειακού τύπου συμφωνίες εμπορίου και φυσικά όχι πάντα με επιτυχία.Βασικά, η αιτία που οι χώρες προτιμούν τις περιφερειακές συμφωνίες, όπως υπογραμμίζει και ο καθηγητής Μελάς στο άρθρο του, οφείλεται στο ότι σε αυτές βρίσκουν καλύτερες θέσεις εμπορικής διαπραγμάτευσης. Φυσικά όχι γιατί επικρατούν πολύ καλύτερες συνθήκες στις περιφερειακές αγορές, όπου αυτές βρίσκονται υπό την εποπτεία περιφερειακών ανεξάρτητων υπηρεσιών, όρα ΕΕ. Και εδώ, όπως και στην παγκοσμιοποίηση, το συγκριτικό πλεονέκτημα δεν βρίσκει τη δικαίωσή του.
Ούτε και σε αυτές είναι η ελεύθερη αγορά υπαρκτή, ακόμα και όταν συμφωνούμε ότι οι διάφορες ανεξάρτητες αρχές κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους. Απλώς, σε αυτές προβλέπονται τα διάφορα αντισταθμιστικά ωφελήματα για τις αδύνατες χώρες, ώστε στην πορεία του χρόνου να δημιουργούνται για το σύνολο των χωρών που συμμετέχουν στην περιφερειακή συμφωνία ισχυρότερες θέσεις διαπραγμάτευσης. Κι αυτή η κατάσταση εξηγεί, επίσης, γιατί κάποιες από τις χώρες, υποθέτω οι πιο ισχυρές, συμμετέχουν σε περισσότερες της μιας περιφερειακής συμφωνίας.
Ο λύκος που φυλάει τα πρόβατα
Το φαινόμενο αύξησης των περιφερειακών συμφωνιών έχει μέλλον. Κι αυτό γιατί οι προσπάθειες που γίνονται στο πλαίσιο του ΟΗΕ, καθώς και σε πλαίσια άλλων διεθνών οργανισμών, δεν αποδίδουν γιατί χτυπάνε τη λάθος πόρτα. Να θυμίσω κάποιες τέτοιες προσπάθειες που δεν έλυσαν τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης και παρέμειναν να είναι, απλώς, καλές προθέσεις.
Το Μανιφέστο της Παγκόσμιας Οικονομικής Ηθικής, Συνέπειες και Προκλήσεις για την Παγκόσμια Επιχειρηματικότητα, που απασχόλησε και απασχολεί διεθνείς οργανώσεις καθώς και τον ΟΗΕ δια του Οικονομικού του Συμβουλίου, είχε ως στόχο μια μόνον πτυχή του όλου προβλήματος, δηλαδή οι επιχειρήσεις να λειτουργούν με το απαραίτητο ήθος. Εξετάζοντας κανείς τα αποτελέσματα τι προκύπτει; Από το 1999, επί γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, μέχρι το 2010, μόνο 5200 επιχειρήσεις από 130 χώρες είχαν υιοθετήσει τις προσπάθειες του ΟΗΕ με δέσμευση να προωθήσουν τις αρχές για περισσότερη ηθική στο επιχειρείν.
Μια από αυτές τις επιχειρήσεις ήταν και η εταιρεία Novartis. Και να σκεφτεί κανείς ότι ο καθηγητής Klaus M. Leisinger, με ειδικότητα στην επιχειρηματική και διοικητική ηθική, που εμφανίζεται και ως δεινός υποστηρικτής των αρχών του Μανιφέστου (είναι από τους αρχικούς υπογράφοντες), ήταν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ιδρύματος Novartis για Αειφόρο Ανάπτυξη! Είναι, δηλαδή, η περίπτωση αυτή σαν να βάζουμε το λύκο (προφανώς όχι τον Leisinger αλλά τις επιχειρήσεις) να φυλάει τα πρόβατα!
Το μανιφέστο είχε υιοθετηθεί ενωρίτερα από το Κοινοβούλιο των Θρησκειών του Κόσμου που είχε συνεδριάσει το 1995 στο Σικάγο, κάτι που ευαισθητοποίησε και τον ΟΗΕ να ασχοληθεί αργότερα με το πρόβλημα του ήθους που ελλοχεύει στον τομέα του επιχειρείν. Προφανώς οι αρχές του Μανιφέστου στηρίζονταν στις πολύ καλές προθέσεις του κοινοβουλίου, οι οποίες μάλιστα εκθείαζαν τα προτερήματα της ελεύθερης αγοράς, αλλά τα αποτελέσματα έδειξαν πως αυτές δεν υπάρχουν.
Το κάρο μπροστά από τα άλογα
Οι τρόποι και οι ενέργειες, με βάση τις οποίες επεδίωξαν οι παραπάνω θεσμοί να προωθήσουν τους στόχους τους, είναι σαν να βάζει κανείς το κάρο μπροστά από τα άλογα. Πόσο μάλλον που εδώ δεν υπήρχαν ούτε καν τα άλογα! Τα άλογα στην προκειμένη περίπτωση είναι η ύπαρξη πραγματικών δημοκρατιών ανά την υφήλιο.
Δυστυχώς, διαθέτουμε μόνον ανάπηρες δημοκρατίες που είναι ανίκανες να παράγουν πολιτισμένες κοινωνίες, οι οποίες είναι, άλλωστε, αναγκαίες για να δημιουργηθούν πολίτες με τις ανάλογες αρετές. Διαθέτουμε κοινωνίες, τα μέλη των οποίων λειτουργούν στη βάση "ο καθένας για πάρτη του". Αυτή η βάση δεν παράγει ήθος. Και αυτό είναι το πρόβλημα. Η ελεύθερη αγορά, πάνω στην οποία θεμελίωσε ο Άνταμ Σμιθ την όλη θεωρία του, δεν υπήρχε ούτε και κατά τους χρόνους του. Θα παρασύρθηκε προφανώς από τις επαγγελίες της "δημοκρατίας" στον τόπο του και θεώρησε πως η ύπαρξη ελεύθερης αγοράς ήταν εφικτή.
Η αγορά έχει πολλά κοινά με την "άμεση" δημοκρατία των προγόνων μας. Και εκεί οι πολίτες, όπως και ο καταναλωτής, πείθονταν και ψήφιζαν με τη θέλησή τους νόμους και εξέλεγαν ειδικούς, χωρίς καν να υποψιάζονται ως προς το ποιος τους έπειθε. Ζούσε την εικονική πραγματικότητα: ο λαός στην εξουσία. Το ίδιο συμβαίνει και με την αγορά. Τόσο στην άμεση δημοκρατία όσο και στην αγορά τα συστατικά του συγκριτικού πλεονεκτήματος τα καθορίζουν και άρα τα τροποποιούν οι ισχυροί (βλ. "Θεραπεία για τις δημοκρατίες που πεθαίνουν", Εκδόσεις Κάκτος).
Αναγκαίες οι ενώσεις
Άρα, χωρίς την ύπαρξη πραγματικού δημοκρατικού πολιτεύματος δεν υπάρχει ο πολιτισμένος πολίτης που θα διαθέτει το απαραίτητο ήθος στο τομέα του επιχειρείν. Συνεπώς δεν μπορεί να υπάρξει η ελεύθερη αγορά και προφανώς η δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου. Σε όλες τις χώρες που χαρακτηρίζονται δημοκρατικές, οι "ελεύθερες" αγορές το μόνο που δημιουργούν είναι μια αναρχία, η οποία ευνοεί κυρίως την άνθηση της ζούγκλας, όπου η αισχροκέρδεια και η εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο ευδοκιμούν.
Σε κάθε περίπτωση θεωρώ τη δημιουργία ενώσεων τύπου ΕΕ ως ένα βασικό και αναγκαίο προκαταρκτικό στάδιο, το οποίο μπορεί να οδηγήσει στη συνέχεια, με πιο αποτελεσματικό τρόπο, σε ένα πλαίσιο με τις κατάλληλες συνθήκες, όπως, κυρίως, αξιοπρεπείς δημοκρατίες σε επίπεδο των ενώσεων, το οποίο θα ανοίξει το δρόμο για την ανάδειξη ενός αποδεκτού και δίκαιου για όλους συγκριτικού πλεονεκτήματος και θα αποκλείσει την επικράτηση των δυνάμεων που υπαινίσσεται και προωθεί ο πρόεδρος Τραμπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου