Το πρότυπο της σύμβασης που προώθησε το υπουργείο Υγείας στα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας της Αττικής έχει τυπωμένο το όνομα συγκεκριμένου εργαστηρίου, αφήνει ανοιχτό τον δρόμο για χρονικές παρατάσεις και ορίζει την τιμή στα 50 ευρώ το «κεφάλι» ακόμη κι αν η εξέταση των δειγμάτων γίνει ομαδικά, με τη μέθοδο pooling.
● Πώς η κυβέρνηση άφησε χωρίς ενίσχυση τα εργαστήρια φορέων του Δημοσίου.
● «Αφωνία» από το υπουργείο Υγείας για τις καταγγελίες.
Ποιείται την νήσσαν η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας μετά τις αποκαλύψεις για την απευθείας ανάθεση των τεστ της πανδημίας σε «ημέτερο» ιδιωτικό διαγνωστικό όμιλο -με το αζημίωτο φυσικά- επιστημονικός υπεύθυνος του οποίου μέχρι πρότινος (;) ήταν ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του υπουργείου για τον κορονοϊό Γκίκας Μαγιορκίνης («Κυβερνητικό "δωράκι" σε ιδιωτικό όμιλο», «Εφ.Συν.» 5/9). Με αιχμηρές ανακοινώσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ ζητούν από την κυβέρνηση της Ν.Δ. να αναλάβει την πολιτική ευθύνη, ωστόσο μέχρι χθες αργά το βράδυ το Μαξίμου δεν είχε απαντήσει.
Αυτό καθίσταται ξεκάθαρο και από το πρότυπο της σύμβασης που έχει προωθήσει το υπουργείο Υγείας στα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας της Αττικής, μέσω της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ), για να υπογράψουν με τον επίλεκτό της Ομιλο Ιατρική Διάγνωση και εξασφάλισε η «Εφ.Συν.».
Μάλιστα, στο συμφωνητικό του υπουργείου Υγείας είναι ήδη τυπωμένο το όνομα ενός από τα εργαστήρια, «CENTRAL LAB A.E.», του ομίλου. «Η διάρκεια της σύμβασης ορίζεται έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2020 με δυνατότητα ανανέωσης μέχρι εξαντλήσεως του ποσού των ______ ευρώ», αναφέρει το συμφωνητικό, αποκαλύπτοντας ότι δεν αφορά περιορισμένο χρονικό ορίζοντα μέχρι να ομαλοποιηθεί η προμήθεια αντιδραστηρίων στα δημόσια εργαστήρια και προϊδεάζοντας για τη συστηματική μεταφορά τεστ από το Δημόσιο στα ιδιωτικά κέντρα.
Η σύμβαση κάνει λόγο και για την εφαρμογή της μεθόδου pooling -της ομαδικής εξέτασης δειγμάτων- αντί για τον ατομικό έλεγχο κάθε ύποπτου κρούσματος. «Ο ανάδοχος κατονομάζει την εφαρμοζόμενη εκ μέρους του μεθοδολογία εξέτασης, εγγυάται την επιστημονική της αρτιότητα και καλή εκτέλεση και γνωστοποιεί την εφαρμογή μεθοδολογίας δεξαμενοποίησης ανά 5 τουλάχιστον δείγματα (pooling) για τον ορθό υπολογισμό της αναλογούσας αμοιβής στις παρεχόμενες εκ μέρους του υπηρεσίες (εφόσον πραγματοποιείται pooling)», αναφέρει η σύμβαση.
Από τη χρήση της μεθόδου pooling προκύπτουν όμως δύο μείζονα ζητήματα:
Το πρώτο είναι ότι «το pooling επιστημονικά δεν ενδείκνυται τη δεδομένη στιγμή στη χώρα μας με συγκεκριμένο πληθυσμό που χρήζει ελέγχου (π.χ. υγειονομικοί, οίκοι ευγηρίας) για Covid-19», λέει μιλώντας στην «Εφ.Συν.» η Χρυσούλα Νικολάου, ομότιμη καθηγήτρια Ιατρικής Βιοπαθολογίας-Ανοσολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρικής Βιοπαθολογίας-Εργαστηριακής Ιατρικής. Μάλιστα, η Εταιρεία Ιατρικής Βιοπαθολογίας πρόκειται να διαμαρτυρηθεί στον υπουργό Υγείας Βασίλη Κικίλια για την αντιεπιστημονική μεθοδολογία που επιλέγεται.
Η καθηγήτρια εξηγεί πως στο pooling λαμβάνονται δείγματα και ανακατεύονται προκειμένου να γίνει μια εξέταση. Αν βγει αρνητική, τότε όλοι θεωρούνται αρνητικοί, εάν βγει θετική, τότε ελέγχονται ένα ένα τα δείγματα από την αρχή.
«Το pooling μπορεί να γίνει σε ομάδες χαμηλού κινδύνου, όπως είναι τα παιδιά ή οι φοιτητές», μας λέει, αλλά «ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, λόγω του ότι το ιικό φορτίο ενός δείγματος διαλύεται σε μεγαλύτερη ποσότητα δειγμάτων, μειώνεται ή ακόμα και εξαφανίζεται, με αποτέλεσμα να βγαίνει ψευδώς αρνητικό ένα τεστ». H μέθοδος, σύμφωνα με την ίδια, «δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται στους ελέγχους που απαιτούνται αυτή την ώρα στη χώρα μας, των υγειονομικών ή των γηροκομείων. Είναι σαν να κάνεις τεστ για να πεις ότι έκανες».
Το δεύτερο είναι ποιος θα ελέγχει ότι ο ιδιώτης όντως πραγματοποίησε pooling ή ατομική εξέταση δειγμάτων προκειμένου να είναι δίκαιη η αμοιβή. Θυμίζουμε ότι το κόστος που έχει συμφωνήσει με τον ιδιωτικό διαγνωστικό όμιλο η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, όπως αποκάλυψε μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ο διοικητής της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας, Παναγιώτης Στάθης, για κάθε εξέταση είναι 50 ευρώ. «Αμοιβή εξαιρετικά υψηλή για το τεστ στην ελεύθερη αγορά, θα έπρεπε να διαπραγματευτεί τιμή χαμηλότερη των 30 ευρώ», μας λέει η Χρ. Νικολάου.
Ακόμα και αν το Παστέρ χρεώνει το ίδιο (50 ευρώ) και το ΕΚΠΑ 35 ευρώ, η καθηγήτρια εξηγεί ότι είναι συναλλαγή Δημοσίου προς Δημόσιο με εν τέλει οφέλη για τον πολίτη, που δεν μπορεί να συγκριθεί με το αποκλειστικό κριτήριο του ιδιώτη, που είναι η κερδοφορία του.
Γιατί όμως η κυβέρνηση δεν επιλέγει να αυξήσει τη δυνατότητα διενέργειας τεστ των δημόσιων εργαστηρίων; Θυμίζουμε ότι το ΕΚΕΑ, την ώρα που απαιτούνται περισσότερα τεστ εν μέσω δεύτερου κύματος της πανδημίας στη χώρα μας, βγήκε εκτός μάχης για μία εβδομάδα (1-8/9) και την ίδια ώρα «το ΕΚΠΑ δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος, ενώ το Παστέρ από τη μία δεν έχει αντιδραστήρια και από την άλλη δεν έχει εξοφληθεί για τα τεστ προηγούμενων μηνών από τα νοσοκομεία», όπως μας εξηγούσε ο διοικητής της 1ης ΥΠΕ. Δεν έχουν περιθώρια τα δημόσια εργαστήρια να διενεργήσουν περισσότερα τεστ;
Εχουν, μας απαντά η πρόεδρος της Εταιρείας Ιατρικής Βιοπαθολογίας. Ενδεικτικά, μας λέει, το ΕΚΕΑ διαθέτει σήμερα την υποδομή και τη στελέχωση για να εργάζεται σε 24ωρη βάση, φέρνοντας εις πέρας 6.000 δείγματα ημερησίως, όπως άλλωστε έκανε την περασμένη Δευτέρα. Και το Εργαστήριο Μικροβιολογίας του ΕΚΠΑ έχει, λέει μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ο επιστημονικός του υπεύθυνος Αθανάσιος Τσακρής.
Ο αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητής Μικροβιολογίας, εξηγεί ότι το εργαστήριό του «προσπαθεί να ανεβάσει την ημερήσια δυνατότητά του σε τεστ για να καλύψει τις επιπλέον ανάγκες και τα κενά που έχουν δημιουργηθεί μέχρι το σημείο που είναι ανθρώπινα δυνατό».
Με την κατάλληλη στελέχωση και χρηματοδότηση θα μπορούσε να ανταποκριθεί, σημειώνει και αναφέρει ενδεικτικά ότι «οι συμβάσεις των εργαζομένων που είχαν σταλεί από τον ΕΟΔΥ στο Πανεπιστήμιο τελείωσαν και αποχώρησαν, ενώ το Πανεπιστήμιο δεν έχει πληρωθεί για τα τεστ της πανδημίας που έχει διεξαγάγει όλον αυτόν τον καιρό»!
Από τη στιγμή που δεν «έφταναν» τα τεστ στον δημόσιο τομέα και η κυβέρνηση της Ν.Δ. αρνείται να διευρύνει τη δυνατότητά τους επενδύοντας σε υποδομή, στελέχωση και αγορά αντιδραστηρίων, η Χρ. Νικολάου διερωτάται «γιατί δεν προχώρησε στην επίταξη των τεστ του ιδιωτικού τομέα, όπως είχε προαναγγείλει στην αρχή της πανδημίας;». «Η επίταξη των τεστ του ιδιωτικού τομέα προβλέπεται στην πράξη νομοθετικού περιεχομένου για τον κορονοϊό της κυβέρνησης», θυμίζει ο Αθανάσιος Τσακρής και τονίζει ότι «με το άνοιγμα των σχολείων θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο η εργαστηριακή ζήτηση στη χώρα, αλλά και με τη γρίπη προ των πυλών, αφού θα πρέπει να ξεκαθαρίζεται αν μια γριπώδης συνδρομή είναι Covid-19 ή γρίπη».
«Απαιτείται κεντρικός σχεδιασμός, ο οποίος λείπει», μας λέει η Χρ. Νικολάου και αναφέρει ενδεικτικά ότι χρειάζεται «εκτίμηση και κάλυψη των εβδομαδιαίων αναγκών σε τεστ της χώρας, σχέδιο για τη διοχέτευση των δειγμάτων - να είναι σαφές ποιο νοσοκομείο στέλνει σε ποιο εργαστήριο. Οχι πράγματα αφημένα στην τύχη τους εν μέσω πανδημίας», τονίζει.
Εκτεθειμένος ο κ. Μαγιορκίνης
Το ζήτημα που έχει προκύψει με τον εκπρόσωπο του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορονοϊό Γκίκα Μαγιορκίνη, του οποίου το όνομα μέχρι και την περασμένη Παρασκευή (4/9) φιγούραρε στον ιστότοπο του Ομίλου Ιατρική Διάγνωση ως επιστημονικού υπεύθυνου για το τεστ του κορονοϊού, δεν έχει απαντηθεί από την κυβέρνηση.
«Συνεργάστηκα για τρία χρόνια και αναγκάστηκα να διακόψω στα τέλη Αυγούστου, για να μην υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων λόγω της ανάληψης της θέσης του εκπροσώπου του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορονοϊό», δήλωνε ο κ. Μαγιορκίνης στην «Εφ.Συν.» στις 4/9. Συνιστά όμως αυτό απόδειξη μη συναλλαγής;
«Το ήθος του ακαδημαϊκού δεν επιτρέπει να είναι εκπρόσωπος του κράτους ή μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας και να αποδέχεται η εταιρεία στην οποία εργαζόταν μέχρι χθες τη συνεργασία με το κράτος, χωρίς διαγωνισμό», μας λέει η ομότιμη καθηγήτρια Βιοπαθολογίας Χρυσούλα Νικολάου και αποσαφηνίζει: «Δεν αποτελεί δικαιολογία ότι διέκοψε με την εταιρεία την προηγουμένη της αποδοχής μιας συνεργασίας με απευθείας ανάθεση έργου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου