Γιατί αφηνιάζει ο Κυριάκος όταν ασκείται κριτική σε κάποιο μέλος της «φαμίλιας», το οποίο ο ίδιος έχει προωθήσει δημοσίως με υπερέκθεση
Η δυναστεία Μητσοτάκη είναι μια «αιώνια» οικογενειακή επιχείρηση της οποίας το «προϊόν» είναι η πολιτική. Με δυο λόγια, από τον 19ο κιόλας αιώνα οι μπίζνες είναι πολιτική και η πολιτική είναι οικογενειακή μπίζνα. Ετσι, έχουμε το θέαμα της ίδιας οικογένειας να συνεχίζει ανά τις δεκαετίες και τους αιώνες να επιστρέφει στην πολιτική σκηνή για επανεκλογή, ανακυκλώνοντας τα διάφορα μέλη. Γιος στη θέση ενός γονέα, διάφορα μέλη ταυτόχρονα στην κυβέρνηση, αδέρφια, ανιψιός, στελέχη και ούτω καθεξής.
Ολοι μας ξέρουμε με τα μικρά τους ονόματα την οικογένεια Μητσοτάκη. Είτε ζουν απομυζώντας απευθείας το Δημόσιο, σε κρατικά πόστα, είτε εκτός Δημοσίου αλλά εκμεταλλευόμενοι των προνομίων που τους εξασφαλίζει η δύναμη των οικογενειακών δεσμών με την εξουσία. Μπορεί να είναι μια θέση σε παγκόσμια επενδυτική, στον ευρωμηχανισμό των Βρυξελλών, μια εταιρία συμβούλων ή μια ΜΚΟ. Ξέρουμε όλα αυτά τα ονόματα μόνο και μόνο επειδή η ίδια η δυναστεία Μητσοτάκη αντιμετωπίζει την πολιτική εξουσία, το κράτος και τη χώρα ως έναν «οργανισμό κερδοσκοπικού χαρακτήρα». Χωρίς το αδιάκοπο νήμα που τους δένει με την εξουσία 150 χρόνια τώρα, αυτές οι επαγγελματικές πορείες δεν θα συνέβαιναν ποτέ. Οι πολιτικοί οφείλουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και να ξεκαθαρίζουν με τη στάση τους ότι εκείνοι και μόνο εκείνοι -οι εκλεγμένοι από τον λαό και υπόλογοι σε αυτόν- έχουν ανάμειξη κι εξουσία ενεργειών στο κράτος. Ο ρόλος των συζύγων τους ή των παιδιών τους δεν είναι δημόσιος ούτε ενδιαφέρει τους πολίτες.
Ο πρωθυπουργός, αντίθετα, θέλησε η σύζυγός του να έχει κεντρικό ρόλο στην καμπάνια του και την εικόνα του όλα τα χρόνια που κυβερνάει. Αλλωστε, η Μαρέβα Μητσοτάκη είναι μια επιχειρηματίας με έντονη προσωπικότητα και με υψηλή δραστηριότητα. Ο Μητσοτάκης, όμως, είναι που επιλέγει ακόμα και να τον συνοδεύουν σε επίσημες συναντήσεις τα παιδιά του. Τα φιλομητσοτακικά ΜΜΕ είναι που υμνούν το επιχειρηματικό «δαιμόνιο» της Μαρέβας ή καμαρώνουν το ειδύλλιο του πρωθυπουργικού υιού με τενίστρια. Ολα αυτά δεν είναι οι απλές οικογενειακές φωτογραφίες ενός πολιτικού. Ο πρωθυπουργός προωθεί κι επεκτείνει το οικογενειακό brand στην πολιτική του τόπου, σαν να επεκτείνει το οικογενειακό προϊόν για μελλοντική χρήση, όπως ακριβώς έπραξαν και οι πρόγονοί του.
Πρέπει, δηλαδή, να συνηθίσουμε ότι ολόκληρη η οικογένεια Μητσοτάκη θα έχει θετική προβολή στη δημόσια ζωή της χώρας, κι ας είναι βαθιά εξωθεσμικό. Οι πολίτες είναι οι καταναλωτές του «brand» και η δημοτικότητα της οικογένειας θα ανταλλαχθεί κάποτε με ψήφους. Είναι ο τρόπος που λειτουργεί η οικογενειακή επιχείρηση. Οταν ο ένας «καίγεται», έρχεται η σειρά του επόμενου. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που ο Κυριάκος αφηνιάζει όταν ο κόσμος ή τα ΜΜΕ επικρίνουν το όποιο μέλος της «φαμίλιας», το οποίο βέβαια ο ίδιος έχει προηγουμένως προωθήσει δημοσίως με υπερέκθεση κι όχι προστατέψει. Η δυσανεξία στην όποια κριτική ή «ενοχλητική» αποκάλυψη για τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι εκφράζεται, όχι τώρα για πρώτη φορά, με την κοινή αντίδραση του ζεύγους Μητσοτάκη.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν πολυσκέφτηκε τον διαχωρισμό των εξουσιών όταν ανακοίνωνε από τον επίσημο κρατικό λογαριασμό του ότι θα δώσει το «παρών» σε δίκη για να υπερασπιστεί τη σύζυγό του. Η σύζυγος του Ρίσι Σούνακ απέφυγε, με ένα νομότυπο παραθυράκι, να πληρώσει 20.000.000 λίρες σε φόρους, ξεσηκώνοντας εθνική κατακραυγή. Η υποκρισία της πρωθυπουργικής συζύγου προκάλεσε αποστροφή στους Βρετανούς. Παρά τον σάλο, ο Σούνακ δεν απείλησε με μηνύσεις ούτε προσπάθησε να θολώσει τα νερά. Το 2021 κυκλοφόρησε η κακόγουστη χοντράδα ότι η σύζυγος του Μακρόν, Μπριζίτ, δεν είναι κανονική γυναίκα επειδή… γεννήθηκε στην πραγματικότητα άντρας. Ο ίδιος ο Μακρόν δεν έκανε τίποτε παραπάνω από το να απαντήσει, όταν το συγκεκριμένο κουτσομπολιό παρατράβηξε, ότι η φήμη ήταν «ψευδής και κατασκευασμένη». Καμιά περαιτέρω ενέργεια δεν έγινε από πλευράς του προέδρου της Γαλλίας.
Το 2018 η Μελάνια Τραμπ ερωτήθηκε από δημοσιογράφους για τις φήμες ότι ο Αμερικανός πρόεδρος έχει σχέσεις με πορνοστάρ. Η πρώτη κυρία απάντησε απλώς ότι πρόκειται για «παντελώς ανυπόστατες αναφορές». Τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 κυκλοφορούσαν στον ημερήσιο Τύπο της Ελλάδας, σχεδόν επί καθημερινής βάσης, γυμνές φωτογραφίες της συζύγου του Ανδρέα Παπανδρέου, Δήμητρας Λιάνη, με τίτλους όπως «Αυτή μάς κυβερνά». Πρακτικά, ο τότε πρωθυπουργός ουδέποτε ασχολήθηκε στα σοβαρά με τα απαράδεκτα δημοσιεύματα.
Οι συνηθισμένες σε τέτοιες περιπτώσεις δηλώσεις για το πόσο «άδικο» είναι να επικρίνεται μια πρωθυπουργική σύζυγος, «επειδή δεν είναι πολιτικός», γίνονται από προσωπικούς εκπροσώπους και δικηγόρους των συζύγων, όχι από τους προέδρους και τους πρωθυπουργούς των κρατών. Ο ρόλος της Μαρέβας Μητσοτάκη, όπως και κάθε πρώτης κυρίας κράτους, είναι φύσει κι εξόχως πολιτικός. Η έκθεση στη δημοσιότητα είναι αναπόφευκτη. Απαιτείται «γερό στομάχι». Ομως, το πρωθυπουργικό ζεύγος δεν έχει τέτοια ανθεκτικότητα. Η παραδοσιακή «οικογενειακή» επιθετικότητα ξεπηδά με κάθε αφορμή, από το «πόθεν έσχες», τις μετοχές σε εταιρίες, το σπίτι του Βολταίρου, τα «Paradise Papers» ή τις ποδηλατάδες στα βουνά εν μέσω καραντίνας (μόνο για τους υπολοίπους).
Κανείς δεν υποχρέωσε τον Μητσοτάκη να γίνει πολιτικός ή πρωθυπουργός. Ουδείς υποχρέωσε τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι να γίνει πρώτη κυρία. Και, κυρίως, κανείς δεν τους υποσχέθηκε ότι θα απολαμβάνουν μόνο λιβάνισμα από τα αγαπημένα τους ΜΜΕ για το πόσο υπέρκομψοι είναι.
Πηγή: dimokratia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου