Το γεγονός ότι το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει δημιουργήσει τέτοιο πανικό στην κυβέρνηση και τόση αμηχανία στην αντιπολίτευση δείχνει το μέγεθος του πολιτικού προβλήματος της χώρας
Η πολιτική είναι εξ ορισμού ο φυσικός χώρος όπου εμφανίζεται, αναπτύσσεται και, στην περίπτωση της Ελλάδας, οργιάζει η διαφθορά, όχι διότι οι πολιτικοί είναι φύσει διεφθαρμένοι, αλλά διότι εκεί γίνονται επιλογές, οι οποίες κατευθύνουν και σε μεγάλο βαθμό χαρακτηρίζουν το κράτος και την πολιτεία.
Με φιλοσοφικούς όρους, η διαφθορά άλλωστε είναι η απόλυτα έλλογη και ελεύθερη κακή επιλογή. Κάθε άνθρωπος που ορθολογικά και με πλήρη αυτονομία πράττει το κακό είναι διεφθαρμένος. Μόνο τότε μπορεί το αποτέλεσμα μιας κακής πράξης να καταλογιστεί. Αυτό προκύπτει από τη φιλοσοφία και ενσαρκώνεται στην αξία που έχει ο νόμος και ο θεσμός που εξασφαλίζει την εφαρμογή του. Αυτά ισχύουν στο a priori επίπεδο των αμετάβλητων αρχών.
Σε ένα άλλο, πραγματιστικό και εμπειρικό επίπεδο, η διαφθορά, ως κατάχρηση της δημόσιας εξουσίας προς το ιδιωτικό κέρδος, δεν συνιστά απλώς μια διοικητική παρεκτροπή, αλλά αντιπροσωπεύει τη βαθιά ηθική βλάβη, που εκτρέπει το κράτος από την πρωταρχική και θεμελιώδη του αποστολή, δηλαδή την εξασφάλιση της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.
Όταν η διαφθορά έχει παγιωθεί ή στην περίπτωση της Ελλάδας αποτελεί το θεμέλιο από τη στιγμή της διαμόρφωσής της ως κράτος, περνά μέσα από όλα τα στάδια εξέλιξής της. Η Ελλάδα, όσο και αν αγαπήθηκε από τους ρομαντικούς της Ευρώπης που αναζητούσαν μια ταυτότητα για τον νέο άνθρωπο που προέκυψε από την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό, δεν μπόρεσε ποτέ να ξεφύγει από τη νοοτροπία των πιστολάδων του κάμπου, δηλαδή τη βίαιη, αυθαίρετη και ιδιοτελή διαχείριση της εξουσίας. Έτσι, ενώ τα περισσότερα κράτη εξελίχθηκαν και διαμόρφωσαν αυτόβουλα τον υλικό και πνευματικό τους κόσμο, η Ελλάδα φόρεσε τα φράγκικα, αλλά στη νοοτροπία παραμένει ένας απέραντος, φεουδαρχικού τύπου, βάλτος. Η αλήθεια είναι πως, ως κράτος, η Ελλάδα είχε τις ευκαιρίες να ωριμάσει και να εξελιχθεί. Δεν το θέλησε, δεν το επιδίωξε.
Ακόμη και ως παρακμιακό, το κράτος πάντα γνώριζε τα όριά του. Ήταν μια κλεπτοκρατία, που κύριο μέλημά της ήταν μόνο η λεηλασία και η καταδυνάστευση του λαού της. Ακόμη και κατά την περίοδο της συστηματοποίησης και καθετοποίησης της διαφθοράς επί της αλήστου μνήμης κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη, ο στόχος ήταν απλός και μεθοδικός: η καταλήστευση και η λεηλασία του κράτους και των πολιτών από έναν στρατό κομματικών παρασίτων, οι οποίοι, όταν ήθελαν, είχαν πρόσβαση στην εξουσία του … «τα φάγαμε όλοι μαζί». Η νοοτροπία των πιστολάδων του κάμπου δημιούργησε τις κρίσεις, τη χρεοκοπία, την αδικία, την παρακμή και γενικότερα όλα όσα καταπιέζουν τον πολίτη.
Η κλεπτοκρατία όμως προϋποθέτει δημόσιο χρήμα ικανό να θρέψει τους στρατούς των παρασίτων, οι οποίοι έχουν τη δύναμη να υποτάξουν την κοινωνία και να αλλάζουν το χρώμα σε κάθε εκλογική περιφέρεια. Σύμφωνα με τον Philip Pettit, η ελευθερία ως μη υποταγή προϋποθέτει ότι κανένα πρόσωπο ή συλλογικότητα δεν κατέχει εξουσία αυθαίρετης παρέμβασης πάνω στη βούληση του πολίτη. Η κλεπτοκρατία, ωστόσο, εγκαθιδρύει ακριβώς αυτή την αυθαίρετη κυριαρχία, διότι μετατρέπει τους θεσμούς (δικαστικούς, διοικητικούς, ελεγκτικούς) σε γρανάζια ενός ιδιωτικού μηχανισμού συσσώρευσης πλούτου. Ο Καντ, διερωτώμενος «πότε η ισχύς γίνεται δίκαιο», απαντά ότι αυτό συμβαίνει μόνο όταν υπάγεται σε καθολικό, νομοθετικό κανόνα εναρμονισμένο με τον ορθό λόγο. Εάν ο κανόνας τίθεται μονόπλευρα προς όφελος μιας φατρίας κομματικών πιστολάδων, η πολιτεία εκπίπτει σε δεσποτεία. Αυτό το φιλοσοφικό υπόβαθρο μας επιτρέπει να κατανοήσουμε γιατί η λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι ουδέτερη αλλά ενεργά εξυπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς.
Το σκάνδαλο τουΟΠΕΚΕΠΕ αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα λειτουργίας κλεπτοκρατικών λογικών εντός δημοκρατικού πλαισίου. Η κλασική οικονομική θεωρία της διαφθοράς, συνοψισμένη στην εξίσωση του Klitgaard (Corruption = Monopoly + Discretion – Accountability), βρίσκει στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ την εμπειρική της επικύρωση. Μια επικύρωση που δεν αφορά απλώς τη λεηλασία στο εσωτερικό, αλλά την ανάδειξη μιας κλεπτοκρατίας χωρίς όρια, αφού έβαλε χέρι και στα χρήματα των Ευρωπαίων πολιτών. Οι ψευδείς δηλώσεις μεταμορφώθηκαν σε στοιχείο ταυτότητας μιας ολόκληρης περιφέρειας, που λόγω της διαφθοράς, από πράσινη έγινε μπλε. Το μέγα λάθος ήταν ότι δεν εναρμονίστηκαν με τον καθολικό κανόνα, ο οποίος δεν θα άφηνε εκτός ούτε όσους είχαν δικαίωμα στις επιδοτήσεις, αλλά κυρίως ούτε όσους ένιωθαν ότι είχαν. Μια καλά δομημένη κλεπτοκρατία θεμελιωδώς αδικεί την πλειοψηφία της κοινωνίας, αλλά εξ ορισμού κάποια στιγμή θα αδικήσει και κάποιον από τους πιστολάδες. Η νέα ηθική τάξη, σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα ισχύσει, αφού καταπατά ακόμη και την ηθική του … «μεταξύ κατεργαραίων».
Στην παγκόσμια βιβλιογραφία υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αντιμετωπιστεί η κλεπτοκρατία αλλά και οι πιο ήπιες μορφές διαφθοράς. Η μόνη προϋπόθεση είναι η βούληση. Αν θέλει μια πολιτεία να βγει από τους βάλτους της διαφθοράς, μπορεί. Όμως, στην περίπτωση της Ελλάδας, μια τέτοια επιλογή δεν έγινε, ούτε διαφαίνεται στον ορίζοντα ούτε καν ως πρόθεση. Η πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι απλωμένη σε όλο το φάσμα της παρακμής. Η κλεπτοκρατία ήταν και είναι το πολίτευμα της χώρας — γι’ αυτό και δεν μας κάνει εντύπωση όταν κάποιο νέο σκάνδαλο φανερωθεί στη δημόσια σφαίρα. Όλο το οικοδόμημα, ολόκληρο το θεσμικό σύστημα, τα κόμματα και, γενικά, κάθε έκφανση της δημόσιας ζωής εξυπηρετεί και υπηρετεί τη λογική του άρπαγα.
Ο αισιόδοξος ή ακόμη και ο φέρελπις, που νιώθει πως μπορεί να φέρει την αλλαγή και να βάλει το κράτος σε έναν δημοκρατικό δρόμο, γρήγορα θα έρθει σε επαφή με τους πιστολάδες του κάμπου. Συλλήβδην τα κόμματα και κάθε επαΐων σε θέματα διοίκησης είναι ανίκανα να καταργήσουν τον «θεσμό» της κλεπτοκρατίας, διότι, αν καταργηθεί το απόλυτο της διαφθοράς, τότε θα καταργηθούν και τα επιμέρους. Και αν καταργηθούν τα επιμέρους, θα καταργηθούν και οι ίδιοι. Οι σωτήρες δεν είναι σωτήρες αλλά βαλβίδες εκτόνωσης της λαϊκής δυσφορίας και του θυμού, σε κανονικές συνθήκες πολιτικής φθοράς, αλλά και επανεκκίνησης του συστήματος όταν κάποια πολιτική δύναμη το παρακάνει.
Η παρούσα κυβέρνηση το παράκανε, αλλά δυστυχώς δεν διαφαίνεται να υπάρχει κανένας που θα μπορούσε να εκτονώσει τη λαϊκή δυσφορία. Ο κόσμος δεν είναι απλώς δύσπιστος· έχει καθαρή άποψη για το μέγεθος της διαφθοράς σε κάθε πολιτικό χώρο. Η μόνη πολιτική επιλογή που έχει, δεδομένου του παρόντος πολιτικού περιβάλλοντος, είναι η αποχή και η αδιαφορία για καθετί που ευαγγελίζεται μια αλλαγή. Όλα τα πολιτικά κόμματα και οι μεσσίες είναι, στην καλύτερη περίπτωση, κάτω του μετρίου, στη χειρότερη, ανελεύθεροι και, στη χείριστη, διεφθαρμένοι. Μπορεί ένας λαός, λοιπόν, να υπάρξει πολιτικά χωρίς την ελάχιστη πίστη στη δυνατότητα αλλαγής; Ή μήπως η αποχή και η αδιαφορία είναι η ύστατη μορφή πολιτικής απόφασης σε ένα σύστημα που δεν προσφέρει καμία εναλλακτική;
Με φιλοσοφικούς όρους, η διαφθορά άλλωστε είναι η απόλυτα έλλογη και ελεύθερη κακή επιλογή. Κάθε άνθρωπος που ορθολογικά και με πλήρη αυτονομία πράττει το κακό είναι διεφθαρμένος. Μόνο τότε μπορεί το αποτέλεσμα μιας κακής πράξης να καταλογιστεί. Αυτό προκύπτει από τη φιλοσοφία και ενσαρκώνεται στην αξία που έχει ο νόμος και ο θεσμός που εξασφαλίζει την εφαρμογή του. Αυτά ισχύουν στο a priori επίπεδο των αμετάβλητων αρχών.
Σε ένα άλλο, πραγματιστικό και εμπειρικό επίπεδο, η διαφθορά, ως κατάχρηση της δημόσιας εξουσίας προς το ιδιωτικό κέρδος, δεν συνιστά απλώς μια διοικητική παρεκτροπή, αλλά αντιπροσωπεύει τη βαθιά ηθική βλάβη, που εκτρέπει το κράτος από την πρωταρχική και θεμελιώδη του αποστολή, δηλαδή την εξασφάλιση της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.
Όταν η διαφθορά έχει παγιωθεί ή στην περίπτωση της Ελλάδας αποτελεί το θεμέλιο από τη στιγμή της διαμόρφωσής της ως κράτος, περνά μέσα από όλα τα στάδια εξέλιξής της. Η Ελλάδα, όσο και αν αγαπήθηκε από τους ρομαντικούς της Ευρώπης που αναζητούσαν μια ταυτότητα για τον νέο άνθρωπο που προέκυψε από την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό, δεν μπόρεσε ποτέ να ξεφύγει από τη νοοτροπία των πιστολάδων του κάμπου, δηλαδή τη βίαιη, αυθαίρετη και ιδιοτελή διαχείριση της εξουσίας. Έτσι, ενώ τα περισσότερα κράτη εξελίχθηκαν και διαμόρφωσαν αυτόβουλα τον υλικό και πνευματικό τους κόσμο, η Ελλάδα φόρεσε τα φράγκικα, αλλά στη νοοτροπία παραμένει ένας απέραντος, φεουδαρχικού τύπου, βάλτος. Η αλήθεια είναι πως, ως κράτος, η Ελλάδα είχε τις ευκαιρίες να ωριμάσει και να εξελιχθεί. Δεν το θέλησε, δεν το επιδίωξε.
Ακόμη και ως παρακμιακό, το κράτος πάντα γνώριζε τα όριά του. Ήταν μια κλεπτοκρατία, που κύριο μέλημά της ήταν μόνο η λεηλασία και η καταδυνάστευση του λαού της. Ακόμη και κατά την περίοδο της συστηματοποίησης και καθετοποίησης της διαφθοράς επί της αλήστου μνήμης κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη, ο στόχος ήταν απλός και μεθοδικός: η καταλήστευση και η λεηλασία του κράτους και των πολιτών από έναν στρατό κομματικών παρασίτων, οι οποίοι, όταν ήθελαν, είχαν πρόσβαση στην εξουσία του … «τα φάγαμε όλοι μαζί». Η νοοτροπία των πιστολάδων του κάμπου δημιούργησε τις κρίσεις, τη χρεοκοπία, την αδικία, την παρακμή και γενικότερα όλα όσα καταπιέζουν τον πολίτη.
Η κλεπτοκρατία όμως προϋποθέτει δημόσιο χρήμα ικανό να θρέψει τους στρατούς των παρασίτων, οι οποίοι έχουν τη δύναμη να υποτάξουν την κοινωνία και να αλλάζουν το χρώμα σε κάθε εκλογική περιφέρεια. Σύμφωνα με τον Philip Pettit, η ελευθερία ως μη υποταγή προϋποθέτει ότι κανένα πρόσωπο ή συλλογικότητα δεν κατέχει εξουσία αυθαίρετης παρέμβασης πάνω στη βούληση του πολίτη. Η κλεπτοκρατία, ωστόσο, εγκαθιδρύει ακριβώς αυτή την αυθαίρετη κυριαρχία, διότι μετατρέπει τους θεσμούς (δικαστικούς, διοικητικούς, ελεγκτικούς) σε γρανάζια ενός ιδιωτικού μηχανισμού συσσώρευσης πλούτου. Ο Καντ, διερωτώμενος «πότε η ισχύς γίνεται δίκαιο», απαντά ότι αυτό συμβαίνει μόνο όταν υπάγεται σε καθολικό, νομοθετικό κανόνα εναρμονισμένο με τον ορθό λόγο. Εάν ο κανόνας τίθεται μονόπλευρα προς όφελος μιας φατρίας κομματικών πιστολάδων, η πολιτεία εκπίπτει σε δεσποτεία. Αυτό το φιλοσοφικό υπόβαθρο μας επιτρέπει να κατανοήσουμε γιατί η λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι ουδέτερη αλλά ενεργά εξυπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς.
Το σκάνδαλο τουΟΠΕΚΕΠΕ αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα λειτουργίας κλεπτοκρατικών λογικών εντός δημοκρατικού πλαισίου. Η κλασική οικονομική θεωρία της διαφθοράς, συνοψισμένη στην εξίσωση του Klitgaard (Corruption = Monopoly + Discretion – Accountability), βρίσκει στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ την εμπειρική της επικύρωση. Μια επικύρωση που δεν αφορά απλώς τη λεηλασία στο εσωτερικό, αλλά την ανάδειξη μιας κλεπτοκρατίας χωρίς όρια, αφού έβαλε χέρι και στα χρήματα των Ευρωπαίων πολιτών. Οι ψευδείς δηλώσεις μεταμορφώθηκαν σε στοιχείο ταυτότητας μιας ολόκληρης περιφέρειας, που λόγω της διαφθοράς, από πράσινη έγινε μπλε. Το μέγα λάθος ήταν ότι δεν εναρμονίστηκαν με τον καθολικό κανόνα, ο οποίος δεν θα άφηνε εκτός ούτε όσους είχαν δικαίωμα στις επιδοτήσεις, αλλά κυρίως ούτε όσους ένιωθαν ότι είχαν. Μια καλά δομημένη κλεπτοκρατία θεμελιωδώς αδικεί την πλειοψηφία της κοινωνίας, αλλά εξ ορισμού κάποια στιγμή θα αδικήσει και κάποιον από τους πιστολάδες. Η νέα ηθική τάξη, σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα ισχύσει, αφού καταπατά ακόμη και την ηθική του … «μεταξύ κατεργαραίων».
Στην παγκόσμια βιβλιογραφία υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αντιμετωπιστεί η κλεπτοκρατία αλλά και οι πιο ήπιες μορφές διαφθοράς. Η μόνη προϋπόθεση είναι η βούληση. Αν θέλει μια πολιτεία να βγει από τους βάλτους της διαφθοράς, μπορεί. Όμως, στην περίπτωση της Ελλάδας, μια τέτοια επιλογή δεν έγινε, ούτε διαφαίνεται στον ορίζοντα ούτε καν ως πρόθεση. Η πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι απλωμένη σε όλο το φάσμα της παρακμής. Η κλεπτοκρατία ήταν και είναι το πολίτευμα της χώρας — γι’ αυτό και δεν μας κάνει εντύπωση όταν κάποιο νέο σκάνδαλο φανερωθεί στη δημόσια σφαίρα. Όλο το οικοδόμημα, ολόκληρο το θεσμικό σύστημα, τα κόμματα και, γενικά, κάθε έκφανση της δημόσιας ζωής εξυπηρετεί και υπηρετεί τη λογική του άρπαγα.
Ο αισιόδοξος ή ακόμη και ο φέρελπις, που νιώθει πως μπορεί να φέρει την αλλαγή και να βάλει το κράτος σε έναν δημοκρατικό δρόμο, γρήγορα θα έρθει σε επαφή με τους πιστολάδες του κάμπου. Συλλήβδην τα κόμματα και κάθε επαΐων σε θέματα διοίκησης είναι ανίκανα να καταργήσουν τον «θεσμό» της κλεπτοκρατίας, διότι, αν καταργηθεί το απόλυτο της διαφθοράς, τότε θα καταργηθούν και τα επιμέρους. Και αν καταργηθούν τα επιμέρους, θα καταργηθούν και οι ίδιοι. Οι σωτήρες δεν είναι σωτήρες αλλά βαλβίδες εκτόνωσης της λαϊκής δυσφορίας και του θυμού, σε κανονικές συνθήκες πολιτικής φθοράς, αλλά και επανεκκίνησης του συστήματος όταν κάποια πολιτική δύναμη το παρακάνει.
Η παρούσα κυβέρνηση το παράκανε, αλλά δυστυχώς δεν διαφαίνεται να υπάρχει κανένας που θα μπορούσε να εκτονώσει τη λαϊκή δυσφορία. Ο κόσμος δεν είναι απλώς δύσπιστος· έχει καθαρή άποψη για το μέγεθος της διαφθοράς σε κάθε πολιτικό χώρο. Η μόνη πολιτική επιλογή που έχει, δεδομένου του παρόντος πολιτικού περιβάλλοντος, είναι η αποχή και η αδιαφορία για καθετί που ευαγγελίζεται μια αλλαγή. Όλα τα πολιτικά κόμματα και οι μεσσίες είναι, στην καλύτερη περίπτωση, κάτω του μετρίου, στη χειρότερη, ανελεύθεροι και, στη χείριστη, διεφθαρμένοι. Μπορεί ένας λαός, λοιπόν, να υπάρξει πολιτικά χωρίς την ελάχιστη πίστη στη δυνατότητα αλλαγής; Ή μήπως η αποχή και η αδιαφορία είναι η ύστατη μορφή πολιτικής απόφασης σε ένα σύστημα που δεν προσφέρει καμία εναλλακτική;
ΥΓ1: Το «όλοι είναι ίδιοι» δεν ισχύει, διότι δεν έχουν τις ίδιες ικανότητες για να υπηρετήσουν την κλεπτοκρατία στην Ελλάδα. Είναι δηλαδή αδύνατον να είναι όλοι ίδιοι, διότι κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε «αρετές» που μόνο οι οξυδερκείς κλεπτοκράτες έχουν. Η ομοιότητα ενδεχομένως υπάρχει ως προς τη φιλοδοξία κάθε χώρου, αλλά και την οκνηρία άλλων ή την αβουλία να γίνουν κλεπτοκράτες.
ΥΓ2: Το γεγονός ότι το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει δημιουργήσει τέτοιο πανικό στην κυβέρνηση και τόση αμηχανία στην αντιπολίτευση δείχνει το μέγεθος του πολιτικού προβλήματος της χώρας. Παρόλο που η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει γίνει τόσο τοξική και έχει φανερώσει το πραγματικό πρόσωπο της κλεπτοκρατίας στην Ελλάδα — ακόμη και για τα δεδομένα μιας διαπλεκόμενης Ευρώπης — η αντιπολίτευση δεν φαίνεται να διαθέτει ούτε την ελευθερία ούτε τη λογική, αλλά κυρίως ούτε το ανθρώπινο δυναμικό να ενσαρκώσει έστω μια μετάβαση από την ολοκληρωτική καταστροφή σε μια πιο ήπια και υποφερτή παρακμή. Δηλαδή, δεν είναι ικανή να λειτουργήσει ούτε ως βαλβίδα ασφαλείας για το σύστημα — ούτε για λόγους αυτοσυντήρησης και διάσωσής της.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου