Πέρα από τις προφανείς μεγάλες διαφορές τους, οι τρεις άντρες είχαν και σημαντικά κοινά στοιχεία. Πούλησαν προσωπικές μυθολογίες χωρίς πραγματικό βάθος, κάτι σαν χάρτινοι υπερήρωες.
Είναι δύσκολα πιστευτό, αλλά η επαγγελματική πάλη, το κατς, είναι μια πολυεθνική βιομηχανία δισεκατομμυρίων. Δεν ήταν πάντα έτσι· το «άθλημα» ήταν μια μικρή επιχείρηση με πολύ λίγους παλαιστές που γνώρισε αλματώδη ανάπτυξη τη δεκαετία του ‘80. Η «ομοσπονδία» της πάλης είναι μια ιδιωτική επιχείρηση που ανήκει στον Βινς ΜακΜάον που είναι καλός φίλος του Πρόεδρου της καρδιάς μας. Η γυναίκα του μάλιστα, η Λίντα ΜακΜάον, είναι η υπουργός Παιδείας του Τραμπ, υποθέτουμε επειδή η χρόνια εμπειρία της στην πάλη είναι πολύτιμη για την παιδεία. Η ρητή εντολή που της έδωσε ο πρόεδρας είναι να κλείσει το Υπουργείο και να μεταφέρει τις αρμοδιότητές του στο πολιτειακό επίπεδο.
Ο ίδιος ο Ντόναλντ ο Τραμπ απέκτησε στάτους διασημότητας τη δεκαετία του ‘80 και του ‘90, όταν,χρησιμοποιώντας την περιουσία που είχε κληρονομήσει, εισήλθε στον χώρο της ψυχαγωγίας και της τηλεόρασης. Ένα σημαντικό βήμα για την άνοδό του ήταν το σπονσοράρισμα των σεμνών αθλητικών εκδηλώσεων της εταιρείας του ΜακΜάον, των wrestlemania, οι οποίες έγιναν στο ξενοδοχείο του, το Atlantic Plaza. Ο Τραμπ, μέγας φαν του αθλήματος, για χρόνια αύξανε την ορατότητά του με τη βοήθεια των εκδηλώσεων αυτών στις οποίες είχε ενεργό ρόλο, ενώ όλη η πολιτική του παρουσία, η ρητορική του, οι χειρονομίες και οι εκφράσεις που χρησιμοποιεί, είναι στην πραγματικότητα ξεπατικούρα του τρόπου με τον οποίο μαρκετάρονται οι αθλητές της πάλης.
Δύο άλλες προσωπικότητες που έπαιξαν ρόλο, μικρότερο ή μεγαλύτερο στον χώρο αυτού του θεάματος την ίδια εποχή ήταν ο παλαιστής Χαλκ Χόγκαν και ο Όζι Όζμπορν που για χρόνια είχε ενεργή συμμετοχή στα μεγάλα ιβέντς της πάλης. Οι δύο σημαντικοί για την πάλη άντρες δυστυχώς πρόσφατα αποδήμησαν εις κύριον (σε διαφορετικό κύριο ο καθένας, στον επουράνιο ο Χαλκ, στον υπόγειο ο Όζι). Πέθαναν με λίγες μέρες διαφορά και σε σχετικά μικρή ηλικία (71 ο πρώτος, 76 ο δεύτερος), υποθέτουμε λόγω των καταχρήσεων που είχαν κάνει στην νεότητά τους και όχι μόνο. Δυστυχώς για αυτούς (και για μας), αποδείχτηκε ότι ο Τραμπ διαθέτει πολύ καλύτερη ομάδα γιατρών.
Πέρα από τις προφανώς μεγάλες διαφορές τους, οι τρεις άντρες είχαν ωστόσο και σημαντικά κοινά στοιχεία, εκτός από τη μεγάλη σχέση τους με την επαγγελματική πάλη και το αφεντικό της· και οι τρεις, με τον δικό του τρόπο ο καθένας, δημιούργησαν και πούλησαν προσωπικές μυθολογίες βασισμένες σε δισδιάστατες περσόνες χωρίς πραγματικό βάθος, κάτι σαν χάρτινοι υπερήρωες, περσόνες που βασίζονταν σε ένα είδος μανιχαϊστικής αναπαράστασης της πραγματικότητας ως πάλης του κακού με το καλό (ο Όζι το έκανε για πλάκα βέβαια, αλλά τη δεκαετία του ‘80, δεν ήταν λίγοι όσοι έπαιρναν τις κατηγορίες για σατανισμό στα σοβαρά). Και οι τρεις συνδέθηκαν με μια μυθολογία κοινωνικής ανόδου βασισμένης στην αυτοβοήθεια και τις σωστές επιλογές που οφείλει να κάνει κάποιος στη ζωή του. Και οι τρεις συνδέθηκαν με μια ιδεολογία του τύπου «φάτους πριν σε φάνε». Και βέβαια, το κυριότερο, τους ένωνε η απόλυτα συμβιωτική σχέση τους με τον σκανδαλοθηρικό Τύπο και την τηλεόραση, αργότερα και τα σόσιαλ. Υπήρξαν και οι τρεις επιτυχημένοι πρωταγωνιστές διαφόρων ριάλιτι, είδος που σε ένα βαθμό συνδιαμόρφωσαν. Το απολύτως τίποτα που κυβερνά τον πολιτισμό σήμερα χρωστάει πολλά και στους τρεις. Έτσι δεν είναι περίεργο μετά από όλα αυτά που και οι τρεις έχουν ασχοληθεί επαγγελματικά με την πάλη σε βαθμό που να βρίσκονται στο hall of fame του αθλήματος.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘80 οι δύο πρόσφατα θανόντες αποτέλεσαν τα δύο πολικά αντίθετα ενός ιδεολογικού συνεχούς. Ο Χόγκαν ήταν ένας παραφουσκωμένος από τα αναβολικά ήρωας του πιο στημένου αθλήματος στην ανθρώπινη ιστορία. Και ο Όζι, ο πρίγκηψ του σκότους, ήταν ένας ροκ σταρ που ξεκίνησε την σόλο καριέρα του βυθισμένος μέχρι αυτοκαταστροφής στις καταχρήσεις, τον οποίο κατάφερε να τον συμμαζέψει η σύζυγός του και ατζέντισσά του, η θρυλική πια Σάρον Ρέιτσελ Όζμπορν.
Οι Black Sabbath, η πρώτη μπάντα του Όζι, όσο πρωτότυποι και σημαντικοί για την εξέλιξη του metal κι αν ήταν, σε έναν μεγάλο βαθμό ήταν επίσης δημιούργημα του ατζέντη τους, του θρυλικού Ντον Άρντεν (πραγματικό όνομα Harry Levy), του λεγόμενου «Αγιατολάχ», λόγω του αυστηρού τρόπου με τον οποίο κατεύθυνε τα συγκροτήματά του. Ο Όζι έφυγε από την ιστορική του μπάντα όχι επειδή το ζήτησαν τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ, αλλά ύστερα από απαίτηση του ατζέντη τους (και πατέρα της Σάρον), επειδή οι συνεχείς καταχρήσεις του τραγουδιστή δεν επέτρεπαν την σταθερή, βιομηχανική εκμετάλλευση του brand name που είχε δημιουργηθεί. Η Σάρον τον έκανε προσωπικό της σχέδιο και όχι μόνο τον έσωσε από σίγουρο πρόωρο θάνατο αλλά διάψευσε πανηγυρικά και τον μπαμπά της, κάνοντας τον Όζι μπραντ νέιμ μεγαλύτερο ακόμα και από τους Μαυροσάββατους.
Ο Χόγκαν λοιπόν εκπροσωπούσε τον αθλητισμό και… την υγιεινή διατροφή, προωθούσε την εικόνα του σωστού Αμερικανού και άλλα τέτοια ωραία, ενώ ο Όζι ήταν ακριβώς στο άλλο άκρο, ο σκοτεινός τραγουδιστής που φοβίζει τις μαμάδες των εφήβων που τον άκουγαν. Προς το τέλος της καριέρας τους θα αντάλλασσαν θέσεις καλού και κακού σε έναν βαθμό.
Η σημασία του να είσαι σοβαρός
Ο Χόγκαν δεν έκανε απλώς καριέρα, ήταν πέραν πάσης αμφιβολίας ο σημαντικότερος «επαγγελματίας παλαιστής» της ιστορίας. ‘Ηταν δηλαδή ο σημαντικότερος πρωταγωνιστής αυτού του αδιανόητα ανεγκέφαλου τσίρκου το οποίο χρησιμοποιεί κάποια στοιχεία του πραγματικού αθλήματος της ελεύθερης πάλης και του κατς για να δημιουργήσει ένα θεατρικό θέαμα που ντύνει τις σκηνοθετημένες μάχες των παλαιστών με ένα αφήγημα. Οι παλαιστές δημιουργούν περσόνες, χαρακτήρες, οι οποίοι τσακώνονται, προκαλούν ο ένας τον άλλον, κατασκευάζοντας έτσι πίσω από κάθε χαρακτήρα και μια ιστορία και επιτρέποντας έτσι την ευκολότερη ταύτιση του κοινού με τον έναν ή τον άλλο χαρακτήρα. Ο Χόγκαν, που είχε το αναμφισβήτητο χάρισμα να μπορεί να ξεσηκώνει το ούγκανο κοινό της πάλης (και ήταν και κορμάρα), αποδείχτηκε ότι ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στη σωστή θέση την κατάλληλη στιγμή. Έφερε στο μαζικό κοινό μια μη αιματηρή μορφή της ρωμαϊκής αρένας, κάνοντάς την ένα θέαμα άφθονης στυλιζαρισμένης και αποστειρωμένης βίας, όπου δύο παιδοβούβαλα συνολικού βάρους 300 κιλών από χημικά μούσκουλα και κόκκαλα, προκαλούν το ένα το άλλο και κατόπιν παριστάνουν ότι συγκρούονται κάνοντας δύσκολες τούμπες στον αέρα. Παρά τη βία και την περίπλοκη χορογραφία, σχεδόν ποτέ δεν στάζει ούτε στάλα αίμα, εκτός αν συμβεί κάποιο ατύχημα δηλαδή. Ναι, είναι ένα θέαμα καθαρό, κατάλληλο για όλη την αμερικάνικη οικογένεια, όπου και τα παιδιά σας μπορούν να χορτάσουν βία -άλλωστε ο Χόγκαν έχει φτάσει στο νούμερο 12 του παιδικού τοπ, του Billboard Top Kid Audio με την μπάντα του έπαιζε μπάσο και τραγουδούσε. Το ίδιο το τραγούδι δεν είναι και τόσο μακριά από κάποια τραγούδια που είπε και ο Όζι…
Ο Χόγκαν έγινε ο θρύλος της επαγγελματικής πάλης (και χρυσωρυχείο για τον Μακ Μάον) επειδή το επαρχιακό πανηγυράκι επιπέδου Σουγκλάκου που περιόδευε την βαθιά Αμερική μετατράπηκε σε μια βιομηχανία δισεκατομμυρίων όταν χτίστηκε πάνω του. Στην πορεία αυτός έγινε ένα διαρκές και διεθνές σύμβολο της πιο αμερικάνικης από τις αμερικανιές. Ο Χόγκαν την δεκαετία ‘80 ήταν μια χιονοστιβάδα από κόκα που έφτιαχνε συστηματικά feuds (δηλαδή beefs όπως τα λένε στην πάλη) με τους «κακούς» του αθλήματος, όπως ο «σύντροφος» Νικολάι Βολκόφ με το σφυροδρέπανο και ο «σιδερένιος σεΐχης», ένας χαρακτήρας που ανέμιζε επιδεικτικά τη σημαία της ιρανικής επανάστασης. O Χόγκαν στις επικέςμάχες με αυτούς, αρχικά έπεφτε στο καναβάτσο σχεδόν ηττημένος, αλλά παίρνοντας μαγικά δύναμη από τις ιαχές του κοινού, σηκωνόταν και ξάφνου γινόταν άτρωτος στα θηριώδη χτυπήματά που λίγα λεπτά πριν τον είχαν ρίξει λιπόθυμο και κατατρόπωνε τους πάντες. Αργότερα, κοντά στη σύνταξη, έκανε μια υποδειγματική στροφή από «καλός» (face) σε «κακό» (heel), χωρίς να χάσει ούτε το κοινό του ούτε το ιδεολογικό περιεχόμενο της τέχνης του. Φριχτός ηθοποιός, απέκτησε ωστόσο τις δικές του ταινίες (πέρα από το Rocky III όπου είχε έναν ρόλο), τις δικές του τηλεοπτικές σειρές, τα δικά του καρτούν, είχε action figures, κλπ.
Βέβαια είχε κάποια σκοτεινά σημεία. Η περιβόητη ηχογράφηση -sex tape που είχε διαρρεύσει αποδείκνυε ότι ήταν ένα ρατσιστόμουτρο ολκής. Ήταν επίσης γνωστό το πόσο προσηλωμένος ήταν στην προώθηση του ονόματός του εις βάρος των άλλων, πόσο βρόμικες τεχνικές πάλης χρησιμοποιούσε (στους διαδρόμους, γιατί στο ρινγκ πολύ ειδικοί έλεγαν ότι δεν ήξερε τεχνικές πάλης) για να βελτιώσει την εικόνα του και άλλα. Είχε επίσης κατορθώσει το ακατόρθωτο, να ξαναστήσει το στήσιμο ενός ήδη στημένου ματς: είχε προσποιηθεί τραυματισμό ώστε να κατηγορήσει έναν συναθλητή (που δεν γούσταρε) για αντιαθλητική συμπεριφορά, ώστε να τον αποκλείσει.
Τέλος, αυτός ήταν που κάρφωσε στον ΜακΜάον την προσπάθεια κάποιων νεώτερων παλαιστών να συνδικαλιστούν -δεν υπάρχει ακόμα σήμερα κάποιο συνδικαλιστικό όργανο για αυτούς. Και έμεινε σε όλη την καριέρα του πιστό σκυλί του πιο δεξιού και φανατικού κεφαλαίου, κάτι που το τελευταίο το ξεπλήρωσε. Την επίμαχη sex tape που λέγαμε, τηνδημοσίευεσε το Gawker, ένα πολύ δημοφιλές αποκαλυπτικό και σκανδαλοθηρικό μπλογκ για τον χώρο του θεάματος και των διασημοτήτων. Ο Χόγκαν, που είχε παλιότερα ωφεληθεί τα μάλα από αυτό, το μήνυσε. Κανονικά, στο Αμέρικα, οι δικηγόροι πληρώνονται με ποσοστά από την επιδικαζόμενη αποζημίωση. Στην περίπτωση δυσφήμισης μέσω του Τύπου, λόγω του γενικά μικρού αναμενόμενου ποσού και της αμφίβολης έκβασης, οι δικηγόροι προσπαθούν να έρθουν σε εξωδικαστικό συμβιβασμό γιατί έτσι καταφέρουν το μέγιστο όφελος με την ελάχιστη προσπάθεια. Οι δικηγόροι του Χόγκαν ποτέ δεν ζήτησαν συμβιβασμό, προχώρησαν σε πλήρη δίκη παρά τα τεράστια έξοδα που κάτι τέτοιο σημαίνει. Το Gawker, που δεν μπορούσε να έχει την τεράστια νομική ομάδα του Χόγκαν, κατέληξε να καταδικαστεί σε ένα τόσο ψηλό ποσό αποζημίωσης που απλώς χρεοκόπησε. Ούτε ο Χόγκαν, ούτε οι δικηγόροι του πήραν τίποτε από την υπόθεση. Οι δικηγόροι όμως δεν ανησυχούσαν, επειδή το Gawker για χρόνια ήθελε να κλείσει ο Peter Thiel, ο γνωστός υπεραντιδραστικός δισεκατομμυριούχος. Αυτός πλήρωνε αδρά την τεράστια νομική ομάδα ώστε να κλείσει το μέσο το οποίο δεν χώνευε.
Ανέκαθεν ο Χόγκαν ήταν καραδεξιός. Αρχικά ήταν βέβαια απολιτίκ, αφού ήταν του θεάματος. Για ένα φεγγάρι μάλιστα, όταν προσπαθούσε να ξεπλύνει την κατηγορία του ρατσισμού, υποστήριξε και τον Ομπάμα (που στην Αμερική τον είχαν για «κεντροαριστερό»). Αλλά από την αρχή ήταν Ρεπουμπλικανός. Το μότο του, αυτό που πουλούσε για χρόνια στους άπειρους οπαδούς του, ήταν οι τρεις εντολές του: «Προπόνηση, προσευχή και βιταμίνες» [Βιταμίνες! Μπουαχαχα!] Αργότερα πρόσθεσε και μια τέταρτη «να πιστεύεις στο εαυτό σου», επειδή νεοφιλελεύθερισμός=αυτοβοήθεια. Επίσης, το 2007 είχε ομολογήσει ότι «πάντα στηριζόμουν στη θρησκεία μου. Σώθηκα στα 14. Δέχτηκα τον Ιησού ως σωτήρα μου. Δεν πήρα τον κακό δρόμο της αυτοκαταστροφής. Πήρα τον δύσκολο δρόμο». Δεδομένων των κουβάδων αναβολικών και των φορτηγών κόκας που είχε καταναλώσει, αναρωτιέται κανείς πού θα τον είχε οδηγήσει ο δρόμος της απώλειας που ευτυχώς δεν ακολούθησε.
Λογική κατάληξη όλων των παραπάνω ήταν η υποστήριξη του Trump στο συνένδριο των Ρεπουμπλικανών το 2024, με έναν σύντομο αλλά παθιασμένο λόγο στον οποίο φυσικά έσκισε το μπλουζάκι του, ένα εφέ που είχε επαναλάβει χιλιάδες φορές στην καριέρα του, πάντα προς ενθουσιασμό των οπαδών του.
Και η σημασία να είσαι ασόβαρος
Ο Όζι ήταν εντελώς διαφορετικός από τον Χόγκαν. Είχε εντελώς ακομπλεξάριστα πάρει από την αρχή τον δρόμο της απώλειας. Μετά, ποτέ δεν πούλησε προφίλ υγείας και προσευχής. Πούλησε το προφίλ του σατανικού πρίγκιπα, αλλά ήταν προφανές σε όλους (εκτός από τις αμερικάνες θείτσες και θείτσους που έψαχναν για σατανιστές) ότι όλα αυτά ήταν χαβαλές και ευκαιρία να παίξουμε γρήγορη και βαριά μουσική. Και στο κάτω κάτω, το διαρκές τσαλαβούτημα στα πιο βρώμικα νερά των μίντια έγινε ύστερα από επιμονή της Σάρον, στην οποία είπαμε ότι όφειλε τη ζωή και την καριέρα του. Εξάλλου είχε ασπαστεί την εβραϊκή θρησκεία για να την παντρευτεί και είχε υποστηρίξει το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, προφανώς εξαιτίας της. Δεν ξέρουμε αν του είχαν μείνει άκαυτα εγκεφαλικά κύτταρα, ξέρουμε όμως ότι είχε πάρει μια σωστή απόφαση ως προς την επιβίωσή του, να κάνει ό,τι του πει η Σάρον.
Με τη βοήθειά της η πορεία της σόλο καριέρας του ήταν πολύ επιτυχημένη, παρά το τεράστιο αρχικό χτύπημα του θανάτου σε δυστύχημα του πολύ προικισμένου κιθαριστή του, Ράντι Ρόουντς το 1982. Αν οι Μαυροσάββατοι ήταν μια από τις βασικότερες, αν όχι η βασικότερη, επιρροές πάνω στο χέβι μέταλ, ο Όζι και η μπάντα του ήταν βασικότατες επιρροές πάνω στο αμερικάνικο σκληρό ροκ όπως το ξέρουμε σήμερα. Ο Όζι έγινε σημαντικό σύμβολο της μουσικής αμερικανιάς, η οποία τη δεκαετία ‘90 συνδέθηκε με τη λευκή βαθιά Αμερική και την ακροδεξιά -για αυτό το τελευταίο δεν ευθύνεται ο Όζι.
Αυτό το είδος ροκ, ειδικά μετά τη μονοκρατορία του ραπ στα αμερικάνικα ραδιόφωνα, έγινε ο ήχος των λευκών εργατικών και μικροαστικών στρωμάτων που δεν μπορούσαν να ταυτιστούν με τον νέγρικο εμπορικό ήχο (την άλλη μεγάλη κατάρα που έριξε η μουσική βιομηχανία στα δύστυχα αυτιά μας). Η μουσική κληρονομιά του φαίνεται στη μουσική που παίζουν οι Ρεπουμπλικάνοι στις προεκλογικές τους εκστρατείες, ειδικά αν συγκριθούν με τους Δημοκρατικούς. Οι τελευταίοι παίζουν κομμάτια που κληρονομούν ένα πιο πολιτικό περιεχόμενο, φτάνοντας μέχρι τις παρυφές του πανκ (ακόμα και Clash χωράνε στις συγκεντρώσεις τους). Οι Ρεπουμπλικανοί προτιμούν είτε κάντρι επιτυχίες ή αμερικάνικο σκληρό ροκ (Kid Rock, Guns ‘n Roses, Survivor, ναι, το Eye of the Tiger). Ο Όζι ταιριάζει πολύ καλά με αυτό το είδος μουσικής, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιηθεί το κλασικό Crazy Train σε προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ. Τα ριφ του τραγουδιού, από τον Ρ. Ρόουντς, είναι από τα πιο αναγνωρίσιμα και πολυαντιγραμμένα ριφ του αμερικάνικου ροκ και, ακόμα κι αν ήταν ίσως κάπως «βαριά» το 1981 που εμφανίστηκε το τραγούδι, σήμερα είναι απόλυτα αποδεκτά από το μέσο αμερικάνικο λευκό αυτί. Ο Όζι (δηλαδή η Σάρον) απαγόρευσε στον Τραμπ τη χρήση του κομματιού, όχι επειδή το χρησιμοποίησε ο Τραμπ, όπως έχουν κάνει άλλοι καλλιτέχνες για τα δικά τους τραγούδια, αλλά επειδή δεν επιτρέπει τη χρήση των τραγουδιών για πολιτικούς σκοπούς. Με άλλα λόγια η Σάρον δεν πήρε θέση υπέρ ή κατά, είπε ότι θέλει τα τραγούδια να μείνουν απολιτίκ. Ο Όζι ο ίδιος είχε δηλώσει ότι δεν γουστάρει Τραμπ, αλλά όχι πολλά παραπάνω.
Ο Όζι λοιπόν μουσικά αμερικανοποιήθηκε πολύ γρήγορα. Αλλά όχι μόνο μουσικά, ήταν τόσο μέσα στο αμερικάνικο παιχνίδι του θεάματος (και αυτό είναι ένα στοιχείο που τον ένωνε με τον Τραμπ και τον Χόγκαν), που αφού εμφανίστηκε πολλές φορές σε διάφορα πανηγύρια της WWE (της εταιρίας του Μάκ Μάον, τον οποίον και γνώριζε προσωπικά), στο τέλος μπήκε και στο hall of fame του αθλήματος, το 2021. Δεν γνωρίζουμε αν είχε προσωπική γνωριμία με τον Χόγκαν πάντως. Ειδική μνεία θα πρέπει να κάνουμε στην εντυπωσιακή πρώτη του εμφάνιση στην wrestlemania του 1986 και στο σπέσιαλ ροζ κουστούμι που φορούσε. Ο Όζι εμφανίστηκε ως μάνατζερ ή ως προσκεκλημένη διασημότητα πολλές φορές. Αλλά στα διάφορα ιβέντ του αθλήματος έχουν κατά καιρούς εμφανιστεί και τραγουδήσει διάφορα άλλα μεγάλα αμερικάνικα νούμερα, όπως οι Limp Bizkit, o Kid Rock -αλλά και ο Snoop Dogg για να καλύψουμε όλα τα αντιδραστικά γούστα. Καταλαβαίνετε γιατί πράγμα μιλάμε.
Το άλλο σημείο που ενώνει τους τρεις ήρωές μας είναι τα ριάλιτι. Ο Όζι ήταν ιδιαίτερα πετυχημένος σε αυτόν τον ρόλο ως ο λίγο χαζούλης, καλούλης τύπος που έχει κατά λάθος τη θέση του πατριάρχη μιας τρελής τρελής οικογένειας με σκυλιά. Με τη βοήθεια των ριάλιτι, το όνομά του έπαψε να φοβίζει τις αμερικάνες θείτσες που ταυτίστηκαν με τον κυριούλη που μπερδεύεται όταν πάει να χρησιμοποιήσει το τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης και φωνάζει τη γυναίκα του να τον βοηθήσει.
Η σημασία να σε θεωρούν σημαντικό
[Προειδοποίηση στη μία και μόνη, πολύτιμη αναγνώστριά μας: Αν είσαι σε παραλία, σταμάτα εδώ να διαβάζεις, και πήγαινε κάνε μια βουτιά. Εδώ αρχίζει η βαριά θεωρία και δεν σου συστήνουμε να προχωρήσεις. Μην πεις ότι δεν σε προειδοποιήσαμε. Εκ της διευθύνσεως]
Στις μέρες μας δεν υπάρχει πια λαϊκή κουλτούρα με την παραδοσιακή έννοια της αυθόρμητης ανάδυσης πολιτισμικών πρακτικών που παράγονται από τις κατώτερες τάξεις. Η λαϊκή κουλτούρα έχει αντικατασταθεί από τη (ή ενσωματωθεί στην) μαζική κουλτούρα -η διαφορά έγκειται στο ότι η τελευταία υπάγεται άμεσα στον έλεγχο των ΜΜΕ και των συμφερόντων πίσω τους. Σκεφτείτε για παράδειγμα τον τρόπο που τα μιμίδια που ξεπηδούν από τα σόσιαλ μας επηρεάζουν, τα μοιραζόμαστε, τα αναπαράγουμε στον λόγο μας κλπ. Προσέξτε ότι αυτά προκύπτουν από ένα μέσο που είναι εξ αρχής λογοκριμένο και στο οποίο η πληροφορία που δεχόμαστε καθορίζεται από αυτό που το λέμε «αλγόριθμο». (Αυτό δεν σημαίνει ότι αν το μέσο ήταν μη λογοκριμένο τα πράγματα θα ήταν καλά, αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση.)
Οι πολιτισμικές μας πρακτικές στο σύνολό τους προκύπτουν ή διαμεσολαβούνται από το ίντερνετ, την τηλεόραση, το σινεμά, τους εκδοτικούς οίκους, την μουσική βιομηχανία, τον επαγγελματικό αθλητισμό κλπ και μόνο δευτερευόντως από την ζωντανή αλληλεπίδραση ανθρώπων μεταξύ τους.
Με αυτήν την έννοια, μια πλειάδα πολιτισμικών πρακτικών δεν είναι «δική μας» ιδιοκτησία, ιδιοκτησία ενός αφηρημένου «λαού». Ανήκουν σε αυτόν που κατέχει το μέσο στο οποίο αυτές κυκλοφορούν, στο μέσο που τις ξεδιαλέγει, τις φιλτράρει και τις αναπαράγει επιλεκτικά. Είναι διαδικασία αντίστοιχη με την οικονομία «διαμοιρασμού», τις πλατφόρμες: το διαμέρισμά σας που το νοικιάζετε μέσω airbnb, μπορεί τυπικά να είναι δικό σας, αλλά η ουσιαστική ιδιοκτησία είναι της πλατφόρμας αφού αυτή (και τα αστεράκια κριτικής που δέχεστε μέσω αυτής) καθορίζει τελικά ποιος, πότε και για τι ποσό θα μείνει σε αυτό. Εσείς μπορείτε να κάνετε κάποιες μικροπαρεμβάσεις αλλά μόνο αν συμφωνεί η πλατφόρμα. Αν για παράδειγμα προσθέσετε έναν όρο που δεν συνάδει με τις διαθέσεις της πλατφόρμας, λχ πείτε «δεν δέχομαι Ισραηλινούς πελάτες», τότε είστε αυτόματα έξω από το παιχνίδι.
Η τελευταία φορά στον δυτικό κόσμο που παίχτηκε κάτι σημαντικό στο επίπεδο της ηγεμονίας πάνω στην λαϊκή, ποπ, ή μαζική κουλτούρα ήταν τις δεκαετίες του ‘70 και ‘80. Ήταν η εποχή της ριζικής ανόδου του νεοφιλελευθερισμού είτε στην καθαρή του μορφή, της Θάτσερ, ή στην μορφή του Ρόναλντ Ρέιγκαν. Ο νεοφιλελευθερισμός δημιούργησε τη σύγχρονη μορφή μαζικής κουλτούρας αντιδρώντας και παλεύοντας απέναντι στα τελευταία υπολείμματα της προηγούμενης εποχής που χαρακτηριζόταν σε έναν βαθμό από μια κάπως πιο ανεξάρτητη παραγωγή. Για παράδειγμα, στο σινεμά τότε προέκυψε η μορφή του καλοκαιρινού μπλοκμπάστερ με τις τεράστιες περιπέτειες και μετά τους υπερήρωες, ένα σινεμά που αντικατάστησε και το κλασικό Χολιγουντιανό φιλμ και το ευρωπαϊκό, πολιτικοποιημένο σινεμά.
Στη μουσική είχαμε τη μονοκρατορία των μουσικών πολυεθνικών, την εισαγωγή των γηπεδικών μεγα-συναυλιών στο τέλος της δεκαετίας του ‘60 και τελικά τη σημερινή ομοιομορφία και στασιμότητα των μουσικών μορφών που βασικά έμειναν καθηλωμένες στη δεκαετία του ‘80. Από τότε που υπάρχει ποπ κουλτούρα, δηλαδή από τις αρχές του 20ου αιώνα ποτέ ξανά δεν είχε υπάρξει τόσο μακρά περίοδος στασιμότητας, επειδή ποτέ πριν δεν είχαν οι πολυεθνικές του χώρου τόσο απόλυτο έλεγχο πάνω στο τελικό προϊόν.
Το μεταμοντέρνο δεν είναι μια φιλοσοφική σχολή, ένα καλλιτεχνικό κίνημα ή στιλ. Το μεταμοντέρνο, λέει ο Φρέντρικ Τζέιμσον, είναι νέτα σκέτα η πολιτισμική λογική του ύστερου, πολυεθνικού καπιταλισμού, ο οποίος χαρακτηρίζεται από μια διεθνοποιημένη χρηματοοικονομική οικονομία. Η μεταμοντέρνα κουλτούρα εμφανίζει μια «κρίση της ιστορικότητας» (historicity) και μια «εξασθένιση του συναισθήματος», όπου χάνεται η βαθιά ιστορική κατανόηση και η συναισθηματική δέσμευση. Αυτές αντικαθίστανται από το παστίς, την μείξη και μίμηση στυλ χωρίς βάθος και το (ψευτο)ειρωνικό ύφος.
Και οι τρεις ήρωές μας είναι μεταμοντέρνοι, πολιτισμικά (και πολιτικά) είδωλα που ζουν σε ένα κόσμο όπου ο πολιτισμός έχει χάσει την προηγούμενη σχετική αυτονομία του. Και οι τρείς είναι τμήμα αυτής της πολιτιστικής «έκρηξης» που αγκάλιασε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, καθιστώντας τον πολιτισμό πανταχού παρόντα και τα πάντα πληρόντα, αναπόσπαστο μέρος της οικονομίας, της πολιτικής και των κοινωνικών σχέσεων. Ο εμπορευματοποιημένος μεταμοντέρνος πολιτισμός την ίδια στιγμή που προσφέρει μια (ψευδο)εξήγηση του κόσμου, ταυτόχρονα αποκρύπτει την πραγματική ουσία του, κρυμμένος πίσω από την αυτοαναφορική ειρωνεία του.
Ο Τραμπ δεν μιλάει σαν μέλος της αστικής τάξης, αλλά έχει έναν απλοποιημένο λόγο απομίμηση λαϊκού Αμερικανού. Μιλάει για τα πάντα, εξηγεί τα πάντα, χωρίς να λέει τίποτα. Δείτε επίσης ότι η βία του ρινγκ με τον Χόγκαν να κερδίζει τον σιδερένιο σεΐχη είναι μια εξήγηση της πραγματικότητας -αλλά δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε πόσο βαθιά ή έγκυρη είναι αυτή.
Πριν μια δυο γενιές, τη δεκαετία του ‘80 και οι τρεις τους θεωρούνταν πολιτισμικά σκουπίδια από τουςκλειδοκράτορες του πολιτισμού της εποχής, ήταν κάτι αντίστοιχο με το σκυλάδικο την ίδια εποχή στα καθ’ ημάς, καλοί μόνο για τα κατώτερα απαίδευτα στρώματα που τους κατανάλωναν και όχι για τις φωτισμένες ελίτ. Ακόμα και ο Όζι (ο οποίος ήταν τελικά ο πιο σοβαρός διανοητικά από τους τρεις), συγκέντρωνε τότε την μήνι μεγάλου τμήματος των μεταλάδων της εποχής επειδή αμαύρωνε τη βαριά κληρονομιά των Μαυροσάββατων. Αυτά όλα έχουν πλέον τελειώσει. Ο «σοβαρός» New Yorker είχε έναν συγκινητικό επιτάφιο για τον Όζι στον οποία τον εμφάνιζε περίπου σαν παρεξηγημένο βάρδο ολόκληρων γενιών. Υπάρχουν άρθρα σε σοβαρά σάιτ που χωρίς ίχνος ειρωνείας παρουσιάζουν τον Χόγκαν ως μια επιδραστική φιγούρα για τους ‘Hulkamaniacs’. Και δεν χρειάζεται να αναλύσουμε πόσο σοβαρά παίρνουμε όλοι τον πιο ηλίθιο της παρέας. Και μόνο οι χιλιάδες λέξεις αναλύσεων που τους αφιερώνει το σάιτ που αυτή τη στιγμή διαβάζεις, αγαπητή αναγνώστρια, ένα πανθομολογουμένως από τα σοβαρότερα σάιτ του γαλαξία, θα έπρεπε να σε πείσει για την ακρίβεια του επιχειρήματος.
Και αν ο Όζι και το ροκ (όλο το ροκ, αλλά ειδικά το αμερικανικό) έμεινε στατικά κολλημένο στις ίδιες ακριβώς μορφές για πάνω από 40 πλέον χρόνια επειδή είναι εδώ και καιρό μια νοσταλγική μπουμεριά, δεν ισχύει το ίδιο για τις υπόλοιπες πολιτισμικές δραστηριότητες των ηρώων μας. Η διαρκής επανάληψη των ίδιων και των ίδιων feuds στην πάλη, τα απολύτως κενά νοήματος ριάλιτι, όλα αυτά είναι η αυτοαναφορική επανάληψη πολιτισμικών πρακτικών που έχουν πια χάσει τα νοήματά που κάποτε τις συνόδευαν μέσα στην «κρίση της ιστορικότητας».
Και οι τρεις τους, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και ίσως, στην περίπτωση του Όζι, άθελά τους κιόλας, ήταν όργανα αυτής της πολιτισμικής λογικής, μιας νοηματικής σούπας που χωράει τα πάντα, ακόμα και τον Τραμπ επαναστάτη, τον Όζι «πρίγκιπα του σκότους» που έχει θέση στο ρινγκ ή τον Χόγκαν μαχητή της ελευθερίας που ροκάρει σε παιδικά πάρτι και υποστηρίζει Τραμπ. Τίποτα από όσα λένε δεν είναι πραγματικό, όλα τα προσλαμβάνουμε ειρωνικά. Το πραγματικό περιεχόμενο των περσόνων τους είναι η κυριαρχία του προφανούς, η κυριαρχία του καπιταλισμού.
Αυτό το είδος πολιτισμικής πρακτικής κοντεύει πια να τελειώσει, έχει εξαντλήσει τα καύσιμά του. Η σταδιακή παρακμή της υπερδύναμης είναι μάρτυρας σε αυτήν την κατεύθυνση. Θα ξεπηδήσει επιτέλους κάτι νέο από αυτήν την κρίση διαρκείας; Όπως λέει και η αρχαία παροιμία, η αυτοψία θα δείξει.







Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου