Μ’ένα κοινοβουλευτικό πραξικόπημα οργανωμένο από το μέγαρο Μαξίμου έκλεισε μια περίοδος γεμάτη αθλιότητες, με ευθύνη του κόμματος που υποδύεται τον ιδιοκτήτη της χώρας και κάνει ό,τι γουστάρει με τη βοήθεια μερίδας της δικαστικής εξουσίας και τη συνδρομή των φιλικών του μέσων ενημέρωσης που έχουν αναλάβει εργολαβικά να κάνουν το μαύρο άσπρο και την τριχιά τρίχα. Είμαστε πλειοψηφία, λένε ο πρωθυπουργός και οι πιο θρασείς από τους υφισταμένους του κάθε φορά που τους κατηγορούν, και αποφασίζουμε καταπώς μας βολεύει αδιαφορώντας για το Σύνταγμα, τους νόμους και τον Κανονισμό της Βουλής. Το σύστημα Μητσοτάκη ακολουθεί τη συγκεκριμένη τακτική με υποδειγματική συνέπεια.
■ Στο σκάνδαλο των υποκλοπών ο πολιτικός προϊστάμενος της ΚΥΠ και πρωθυπουργός της χώρας δήλωσε άσχετος. Παρακολουθούσε η υπηρεσία που αυτός καθοδηγούσε υπουργούς (που δεν έβγαλαν κιχ), στρατιωτικούς (που έκαναν την πάπια), δικαστικούς λειτουργούς σε κομβικές θέσεις (που παραδόξως δεν διαμαρτυρήθηκαν), πολιτικούς αντιπάλους (που εξεγέρθηκαν), δημοσιογράφους (που βγήκαν στα κεραμίδια), επιχειρηματίες (που ακόμη ψάχνονται). Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα η κυβέρνηση θα είχε παραιτηθεί και η Δικαιοσύνη θα είχε αναλάβει να διαλευκάνει την υπόθεση. Εδώ όμως είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε-γέλασε. Η κυβέρνηση έμεινε στη θέση της, χρέωσε το σκάνδαλο σε μια νοσηρή ομάδα της ΚΥΠ που υποτίθεται πως αυτονομήθηκε, έδιωξε τον εκλεκτό της από την υπηρεσία, ο πρωθυπουργός απομάκρυνε τον ανιψιό του από το πόστο του, η ηγεσία της ανεξάρτητης δικαστικής εξουσίας έκρινε ότι δεν υπάρχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα και έβαλε τη βρόμικη ιστορία στο αρχείο.
■ Στο έγκλημα των Τεμπών ο πρωθυπουργός σε ρόλο εμπειρογνώμονα λίγες ώρες μετά την τραγωδία αποφάνθηκε ότι φταίει ο ανθρώπινος παράγοντας. Οι υφιστάμενοί του μπάζωσαν την περιοχή με εκπληκτική ταχύτητα -πρωτοφανές για το συνήθως αργοκίνητο κράτος-, διακίνησαν με επιμονή τη θεωρία περί διαχρονικών ευθυνών, πήγαν πίσω στη δεκαετία του ’80 και στο 2015-2019 για να μπλέξουν το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, έστησαν μια εξεταστική που, όπως είπε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, δεν ήταν από τις καλύτερες στιγμές του ελληνικού Κοινοβουλίου και για να σκορπίσουν τις εντυπώσεις ότι συγκαλύπτουν οργάνωσαν δύο προανακριτικές της συμφοράς και με συνοπτικές διαδικασίες παρέπεμψαν δύο πρώην υπουργούς με το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος, υποστηρίζοντας όμως ότι και οι δύο είναι αθώοι.
■ Τα περί κακοδαιμονιών τα ακούσαμε και στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Το πρόβλημα το κληρονομήσαμε, είπε ο αρχηγός της Δεξιάς. Είναι διαχρονικό και πολυκομματικό. Θα κάνουμε όμως τα πάντα προκειμένου να πέσει άπλετο φως στην υπόθεση και γι’ αυτό προτείνουμε εξεταστική επιτροπή που τούτη τη φορά θα πετύχει εκεί που απέτυχαν όλες οι προηγούμενες. Ξεκινάμε λοιπόν να ψάχνουμε από το 1998 και καλούμε τα κόμματα της αντιπολίτευσης να βοηθήσουν. Δεν θα μπούμε, λένε, σε εύκολες καταγγελίες, απορρίπτουμε τον τοξικό λόγο, δεν θα συναινέσουμε σε πρακτικές που έχουν στόχο να δηλητηριάσουν το πολιτικό κλίμα, να απειλήσουν την πολιτική σταθερότητα (μόνο η κυβέρνηση μπορεί να την εγγυηθεί) και να αποπροσανατολίσουν τους πολίτες. Καταψήφισαν τις προτάσεις για προανακριτική επιτροπή με διαδικασίες που μετέτρεψαν τη Βουλή σε επιθεώρηση κακής ποιότητας.
Προκύπτουν με βάση τα παραπάνω και με πολλά άλλα αυτής της κατηγορίας, δύο βασικά ερωτήματα με τα οποία οφείλει να αναμετρηθεί η αντιπολίτευση.
Εχουμε και λέμε:
1) Κατήγγειλε την κυβέρνηση ότι με την εξεταστική επιτροπή θέλει να ξεπλύνει τις ευθύνες της για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Για εξεταστική-πλυντήριο μιλάει. Θα πάρει μέρος στις εργασίες της; Αν δεχτεί, παρά τις ηχηρές διαφωνίες της, με το σκεπτικό ότι δεν πρέπει να αφήσει την κυβέρνηση να παίζει μόνη της και χωρίς ισχυρό αντίλογο, δεν θα είναι σαν να νομιμοποιεί την επιλογή της κυβέρνησης; Καταγγελία σε υψηλούς τόνους και συμμετοχή δεν ταιριάζουν. Διατρέχει τον κίνδυνο να κατηγορηθεί για αντιπολίτευση χωρίς αρχές, για φανφαρόνικο κοινοβουλευτικό ακτιβισμό, χωρίς στόχο, χωρίς νόημα ή, για να το πούμε αλλιώς, για τζάμπα μαγκιές.
2) Ολα τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης χρησιμοποιούν πολύ σκληρούς χαρακτηρισμούς για να περιγράψουν την κυβέρνηση και γενικότερα το σύστημα Μητσοτάκη: γαλάζια συμμορία, γαλάζια μαφία, εγκληματική οργάνωση, Καμόρα, παρακράτος, χούντα, φασίστες. Απλώς επιθετική ρητορική; Εχθροπάθεια; Τα πιστεύουν; Αν η κυβέρνηση είναι όλα αυτά, γιατί τα κόμματα της αντιπολίτευσης συζητούν μαζί της, συμμετέχουν στις εθνικές επετείους και στη γιορτή της Δημοκρατίας, γιατί ψηφίζουν κάποια εκ των νομοσχεδίων της, γιατί παρίστανται στη Βουλή; Αν το καθεστώς Μητσοτάκη συνιστά απειλή για την κοινοβουλευτική δημοκρατία (με όσα του καταλογίζουν αυτό ισχυρίζονται), η μόνη απάντηση είναι η βροντώδης αποχή από τους θεσμούς και οι εκκωφαντικές διαμαρτυρίες στους δρόμους και τις πλατείες. Το επιχείρημα «τέτοια έχουν ειπωθεί και σε άλλες περιόδους» είναι επιπόλαιο, ανόητη φλυαρία. Το «λέμε καμιά κουβέντα παραπάνω για να συσπειρώσουμε τους οπαδούς μας» δεν αποδίδει πια. Δεν ακούνε τον μακρόσυρτο βόμβο δυσφορίας της κοινωνίας; Δεν βλέπουν τα σκιρτήματα αγανάκτησης; Πλήθος. Αν ρίξουν μια ματιά στις έρευνες, θα διαπιστώσουν ότι οι πολίτες δεν εμπιστεύονται κυβερνήσεις, κόμματα, Βουλή, Δικαιοσύνη, μέσα ενημέρωσης. Το «κόμμα της αποχής» θα είναι ξανά μακράν πρώτο και… αυτοδύναμο.
Ανάγωγα
Οταν μια επιχείρηση έχει χρέη 500 εκατομμυρίων ευρώ και δεν υπάρχει περίπτωση να τα ξεπληρώσει ούτε σε 100 χρόνια, τι γίνεται; Βάζει λουκέτο. Το αόρατο χέρι της αγοράς είναι αμείλικτο. Οταν σ’ αυτή τη θέση βρίσκεται ένα κόμμα εξουσίας, τι γίνεται; Τίποτα. Συνεχίζει να λειτουργεί κανονικά και μπορεί να υπόσχεται, χωρίς να σηκωθούν και οι πέτρες, ότι θα νοικοκυρέψει τον τόπο. Χειροπέδες στο αόρατο χέρι της αγοράς γιατί το συγκεκριμένο κόμμα υποδύεται τον ιδιοκτήτη της χώρας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου