Αν όλα τούτα τα βλέπαμε σε ταινία, θα μιλούσαμε εύκολα για τη «φαντασία των παραγωγών του Χόλιγουντ». Δυστυχώς, όμως, είναι πραγματικότητα ενός πλανήτη που ακροβατεί
Δημήτρης Σωτηρίου
Σε μια εποχή όπου η πληροφόρηση συνιστά κατεξοχήν πολιτική ισχύ, ο έλεγχος που ασκείται στα Συστημικά Μέσα και κατ’ επέκταση στην κοινή γνώμη από τις άρχουσες ελίτ και το διαπλεκόμενο βαθύ κράτος στη Δύση, έχει γίνει θέμα έντονου προβληματισμού στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και βεβαίως στον Παγκόσμιο Νότο.
Πριν την εμφάνιση του Ντόναλντ Τραμπ στο προσκήνιο της αμερικανικής πολιτικής σκηνής, οι παγκοσμιοποιητικές άρχουσες ελίτ, που ελέγχουν τα Μίντια, σε συνδυασμό με το διαπλεκόμενο αμερικανικό βαθύ κράτος και με τη σύμπραξη αστέρων του Χόλιγουντ, χειραγωγούσε αποτελεσματικά την κοινή γνώμη για να αναπαράγουν την εξουσία τους. Η κυριαρχία των ψηφιακών μέσων, όμως, διαβρώνει αυτόν τον έλεγχο του βαθέος κράτους στα συστημικά Μίντια και κατ’ επέκταση στην κοινή γνώμη. Η επιρροή τους μειώνεται καθώς οι πολίτες στρέφονται όλο και περισσότερο για την ενημέρωσή τους σε εξω-συστημικά μέσα ενημέρωσης.
Η άνοδος των ανεξάρτητων μέσων, οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η δημοσιογραφία των πολιτών έχουν εκδημοκρατίσει τη διάδοση πληροφοριών, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολο για τις άρχουσες ελίτ και το βαθύ κράτος να καθιστούν το εκάστοτε αφήγημά τους αναμφισβήτητα “αλήθεια”. Τα κάποτε πανίσχυρα παραδοσιακά Μίντια καταβάλουν τεράστιες προσπάθειες για να διεκδικήσουν την προσοχή και την εμπιστοσύνη του κοινού. Όμως, το κοινό αναζητά πλέον πολλαπλές πηγές, αντιμετωπίζοντας με επιφύλαξη πληροφορίες και ισχυρισμούς που προέρχονται από τα συστημικά Μίντια.
Αυτός είναι ο λόγος που προσπάθειες των αρχουσών ελίτ και του βαθέος κράτους να ελέγξει την κοινή γνώμη μέσω εκστρατειών προπαγάνδας και παραπληροφόρησης έχουν αντιμετωπιστεί με αυξανόμενο σκεπτικισμό και αμφισβήτηση. Το κοινό ολοένα και περισσότερο αντιλαμβάνεται ότι χειραγωγείται και απαιτεί διαφάνεια και λογοδοσία από αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία αλλά και από τους φορείς ενημέρωσης. Ας μην ξεχνάμε ότι η άνοδος των “λαϊκιστικών” κινημάτων σε όλο τον κόσμο τροφοδοτείται από την αυξανόμενη δυσπιστία των λαών για το παγκόσμιο κατεστημένο, γεγονός που αποτελεί απόδειξη της φθίνουσας επιρροής των παγκοσμιοποιητικών αρχουσών ελίτ.
Ο έλεγχος τους στην κοινή γνώμη διαβρώνεται περαιτέρω από την οικονομική κρίση, η οποία έχει πλήξει τις σταθερές του βίου πολλών εκατομμυρίων Δυτικών, μη εξαιρουμένων βέβαια και των Αμερικανών. Όσο περισσότεροι πολίτες συνειδητοποιούν τις δυνάμεις που κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο, τόσο στρέφονται προς άλλες κατευθύνσεις ενημέρωσης. Και δεν είναι καθόλου μικρής κλίμακας ο κόσμος αυτός, ειδικά αν λάβουμε υπόψιν ότι το Διαδίκτυο παράσχει μια τεράστια πλατφόρμα δεδομένων για πληροφοριοδότες, ερευνητές δημοσιογράφους αλλά και ενδιαφερόμενους πολίτες οι οποίο αποκαλύπτουν καθημερινά ειδήσεις και σκάνδαλα με πολιτικά πρόσωπα σε άμεση ή έμμεση διαπλοκή συμφερόντων.
Η άνοδος των ανεξάρτητων μέσων, οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η δημοσιογραφία των πολιτών έχουν εκδημοκρατίσει τη διάδοση πληροφοριών, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολο για τις άρχουσες ελίτ και το βαθύ κράτος να καθιστούν το εκάστοτε αφήγημά τους αναμφισβήτητα “αλήθεια”. Τα κάποτε πανίσχυρα παραδοσιακά Μίντια καταβάλουν τεράστιες προσπάθειες για να διεκδικήσουν την προσοχή και την εμπιστοσύνη του κοινού. Όμως, το κοινό αναζητά πλέον πολλαπλές πηγές, αντιμετωπίζοντας με επιφύλαξη πληροφορίες και ισχυρισμούς που προέρχονται από τα συστημικά Μίντια.
Αυτός είναι ο λόγος που προσπάθειες των αρχουσών ελίτ και του βαθέος κράτους να ελέγξει την κοινή γνώμη μέσω εκστρατειών προπαγάνδας και παραπληροφόρησης έχουν αντιμετωπιστεί με αυξανόμενο σκεπτικισμό και αμφισβήτηση. Το κοινό ολοένα και περισσότερο αντιλαμβάνεται ότι χειραγωγείται και απαιτεί διαφάνεια και λογοδοσία από αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία αλλά και από τους φορείς ενημέρωσης. Ας μην ξεχνάμε ότι η άνοδος των “λαϊκιστικών” κινημάτων σε όλο τον κόσμο τροφοδοτείται από την αυξανόμενη δυσπιστία των λαών για το παγκόσμιο κατεστημένο, γεγονός που αποτελεί απόδειξη της φθίνουσας επιρροής των παγκοσμιοποιητικών αρχουσών ελίτ.
Ο έλεγχος τους στην κοινή γνώμη διαβρώνεται περαιτέρω από την οικονομική κρίση, η οποία έχει πλήξει τις σταθερές του βίου πολλών εκατομμυρίων Δυτικών, μη εξαιρουμένων βέβαια και των Αμερικανών. Όσο περισσότεροι πολίτες συνειδητοποιούν τις δυνάμεις που κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο, τόσο στρέφονται προς άλλες κατευθύνσεις ενημέρωσης. Και δεν είναι καθόλου μικρής κλίμακας ο κόσμος αυτός, ειδικά αν λάβουμε υπόψιν ότι το Διαδίκτυο παράσχει μια τεράστια πλατφόρμα δεδομένων για πληροφοριοδότες, ερευνητές δημοσιογράφους αλλά και ενδιαφερόμενους πολίτες οι οποίο αποκαλύπτουν καθημερινά ειδήσεις και σκάνδαλα με πολιτικά πρόσωπα σε άμεση ή έμμεση διαπλοκή συμφερόντων.
Το βαθύ κράτος έχει αχίλλειο πτέρνα
Ένας ακόμη βασικός λόγος για την αποτυχία του βαθέος κράτους, να ελέγξει τα Μέσα τα τελευταία χρόνια, είναι η εμμονική εξάρτησή του από ξεπερασμένες αφηγήσεις. Για παράδειγμα, παρά την εντατική προσπάθεια, η δαιμονοποίηση του Τραμπ με το στίγμα του “κακού φασίστα” δεν λειτούργησε. Μάλλον μετατράπηκε σε μπούμεραγκ, συσπειρώνοντας όσους στη “βαθιά Αμερική” βλέπουν ότι έχουν μείνει εκτός του τρένου της παγκοσμιοποίησης.
Η αδυναμία των αρχουσών ελίτ και του αμερικανικού βαθέος κράτους να ενημερώσουν το ιδεολογικό τους εγχειρίδιο είναι από μόνο της γεγονός ενδεικτικό βαθιάς ιδεολογικής κρίσης. Οι “ψευδείς ειδήσεις”, που έχουν γίνει ως πρόβλημα πολύ της μόδας (κίνδυνος των fake news), δεν είναι νέο φαινόμενο. Η προπαγάνδα υπήρχε πάντα και μαζί με αυτή οι ψευδείς ειδήσεις. Η διαφορά σήμερα είναι ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί πράγματι να δημιουργήσει αληθοφανή ψεύδη, αλλά στο παρελθόν οι ψευδείς ειδήσεις είχαν το πλεονέκτημα ότι δεν μπορούσε κάποιος εύκολα να αποδείξει ότι είναι ψευδείς. Elon Muskστο X
Χαρακτηριστικό του πανικού που έχει καταβάλει τις νεοφιλελεύθερες άρχουσες ελίτ της παγκοσμιοποίησης είναι το πρόσφατο σκάνδαλο με την Κομισιόν. Ο Έλον Μάσκ την κατηγόρησε για ωμό εκβιασμό, ότι του ζήτησε να επιτρέψει στο ευρωπαϊκό ιερατείο να λογοκρίνει τους χρήστες στο Χ, αλλιώς θα του επιβάλλουν κυρώσεις! Σήμερα, η δύναμη του Διαδικτύου φαίνεται να ξεπερνά κατά πολύ την επιρροή των συστημικών Μίντια όπως αυτή διαμορφώθηκε με τον ερχομό της τηλεόρασης από τα μέσα του 20ου αιώνα.
Σήμερα, λοιπόν, ανοίγονται νέοι δρόμοι επικοινωνίας και ενημέρωσης. Αυτό δεν σημαίνει επουδενί ότι όλα σ’ αυτό το νέο σύμπαν είναι καλά και άγια. Όπως πάντα συμβαίνει σε τέτοιες κοσμογονίες τα προβλήματα είναι και πολλά και μεγάλα. Το ίδιο και οι κίνδυνοι. Στο νέο ψηφιακό περιβάλλον μαζί με τα λουλούδια θα φυτρώσουν και τοξικά αγριόχορτα. Ωστόσο, είναι πλέον δεδομένο ότι το μονοπώλιο των συστημικών Μίντια καταλύεται.
Ο πλανήτης σε μια κλωστή!
Η απόπειρα δολοφονίας εις βάρος του Ντόναλντ Τραμπ έχει σοκάρει όχι μόνο τις ΗΠΑ αλλά ολόκληρο τον πλανήτη. Ο πρώην πρόεδρος και νυν ισχυρό φαβορί για επανεκλογή γλίτωσε από θαύμα, όμως είναι προφανές ότι στην Αμερική η κατάσταση έχει ξεφύγει, τα ερωτήματα παραμένουν πολλά και βέβαια ό,τι έχει σχέση με την υπερδύναμη επηρεάζει σαν το πέταγμα της πεταλούδας όλη τη Γη. Πόσο μάλλον όταν είναι σε εξέλιξη ασταμάτητη η φωτιά, η καταστροφή, ο όλεθρος σε Ουκρανία και Γάζα.
Ο πλανήτης μοιάζει με μπαρουταποθήκη και όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ δείχνουν ότι τα πάντα κρίνονται σε μια κλωστή. Κι αυτό δεν αποτελεί πεσιμιστική εκτίμηση αλλά ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας.
Δεν πρέπει επίσης να λησμονούμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διολισθαίνει διαρκώς σε αξιοπιστία, οι λαοί οδηγούνται σε φτωχοποίηση, οι ηγέτες αποτελούν είδος προς εξαφάνιση, σταθερές δεν υφίστανται.
Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ, είναι απορίας άξιο πώς η κορυφαία υπερδύναμη θυμίζει κάποιες στιγμές όχι απλώς ανοχύρωτο κάστρο, αλλά «μπάτε, σκύλοι, αλέστε». Προσέξτε: Μιλάμε για τη χώρα η οποία πριν από δεκαετίες θρήνησε έναν από τους δημοφιλέστερους προέδρους όλων των εποχών. Η δολοφονία του Κένεντι στοιχειώνει ακόμη τους Αμερικανούς. Καθένας μπορεί να φανταστεί τι θα είχε συμβεί εάν ο Ντόναλντ Τραμπ δεν στεκόταν τόσο τυχερός.
Το ερώτημα είναι «τι ακριβώς έκαναν οι μυστικές υπηρεσίες;». Πώς, δηλαδή, τόσο απλά και εύκολα ένας 20χρονος, αποφασισμένος να σκοτώσει τον υποψήφιο πρόεδρο, βρήκε πρόσβαση για να εκτελέσει το σχέδιό του; Πώς λειτούργησε κάτω από τη μύτη του FBI, κάνοντάς τον απλό θεατή των γεγονότων; Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί μια τέτοια ανεπάρκεια και μάλιστα όχι απέναντι σε οργανωμένη επιχείρηση.
Όχι στις ΗΠΑ σε προεκλογική ομιλία υποψήφιου προέδρου, αλλά ούτε σε συγκέντρωση για τη δημαρχία κωμόπολης δεν υπάρχουν επιχειρήματα που να ευσταθούν για την απουσία εκείνων που δουλειά τους είναι η προστασία των προσώπων που κινούν τα νήματα στη Γη.
Όμως, υπάρχουν και τα «πριν» της απόπειρας εις βάρος του Τραμπ. Το προηγούμενο διάστημα, ειδικά μετά το debate, αυτό που μονοπωλούσε τη ζωή των Αμερικανών ήταν «η κατάσταση της υγείας του Τζο Μπάιντεν». Στα 81 του χρόνια ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ αμφισβητείται ευθέως όχι μόνο από τους Ρεπουμπλικάνους αλλά και από το ίδιο το κόμμα του. Ανοιχτά, δίχως κανένα δισταγμό, πολλοί Δημοκρατικοί τού ζητούν να αποχωρήσει από την κούρσα, κρίνοντας ότι δεν είναι, από πλευράς υγείας, ικανός να ανταποκριθεί σε τούτο το τεράστιο διακύβευμα. Ο ίδιος έχει στυλώσει τα πόδια σαν να πρόκειται για παιδάκι που αρνείται να δώσει το ποδήλατο το οποίο του έκαναν δώρο.
Όμως, εδώ μιλάμε για το παρόν και το μέλλον μιας υπερδύναμης και ταυτόχρονα το νήμα που την ενώνει με τον υπόλοιπο πλανήτη. Η εικόνα του Τζο Μπάιντεν όλο αυτό το διάστημα είναι σοκαριστική. Ένας άνθρωπος ο οποίος μοιάζει με μποξέρ που έχει δεχτεί άπειρα χτυπήματα και παραμένει τρεκλίζοντας στο ρινγκ μέχρι το τελικό νοκ άουτ.
Αν όλα τούτα τα βλέπαμε σε ταινία, θα μιλούσαμε εύκολα για τη «φαντασία των παραγωγών του Χόλιγουντ». Δυστυχώς, όμως, είναι πραγματικότητα ενός πλανήτη που ακροβατεί.
Η αναζωπύρωση της πολιτικής βίας
Η απόπειρα δολοφονίας του πρώην Ρεπουμπλικάνου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη δημόσια ζωή, που έχει να κάνει με την πολιτική βία.
Αρκετές δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με κύριο απαιτούμενο την ειρήνη και την ευημερία των λαών, οι δυτικές ηγεσίες είχαν καταφέρει να εξημερώσουν τους δαίμονές τους, να περιθωριοποιήσουν ακραία νεοφιλελεύθερα και καπιταλιστικά παράσιτα και να οικοδομήσουν σχεδόν οικονομικά ανεξάρτητες, καλλιεργημένες, ανεκτικές και ανθεκτικές στις δοκιμασίες κοινωνίες.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης όμως και της κυριαρχίας άπληστων -στα όρια της ψυχοπάθειας- ολιγαρχών το ζητούμενο δεν είναι πια η ειρήνη και η ευημερία των λαών, αλλά η αποστέωση των κοινωνιών μας, με τη μεταφορά του πλούτου, η διάλυση της κοινωνικής συνοχής, με το διαίρει και βασίλευε, η εξάλειψη κάθε κριτικής σκέψης και διαφορετικής άποψης που θα μπορούσαν να σταθούν εμπόδιο, με μοναδικό σκοπό τη δημιουργία του χάους, που θα εδραιώσει την παντοδυναμία τους.
Και βρισκόμαστε ακριβώς σ’ αυτό το σημείο: Σαστισμένες από την ταχύτητα των κοινωνικών και των τεχνολογικών αλλαγών, οι κοινωνίες μας τις τελευταίες δύο δεκαετίες τα έχουν δει όλα, αλλεπάλληλους πολέμους και εντάσεις σε απευθείας μετάδοση σχεδόν σε όλες τις ηπείρους, μια ατελείωτη παγκόσμια οικονομική κρίση, που χρησιμεύει ως δούρειος ίππος για την κατάρρευση των κρατών, των αστικών τάξεων αλλά και την άλωση του φυσικού πλούτου ολόκληρου του πλανήτη. Πιο πρόσφατα την πανδημία, που έπληξε ανεπανόρθωτα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, μετατρέποντάς μας σε λίγο πολύ εχθρούς ο ένας του άλλου και στις μέρες μας απόπειρες δολοφονιών πολιτικών, στους οποίους επιχειρούν να χρεώσουν πως θα φέρουν όλα τα παραπάνω, συν την αναζωπύρωση της πολιτικής βίας.
Σαφώς και η απόπειρα δολοφονίας δεν απαλλάσσει τον Ντόναλντ Τραμπ από την ευθύνη για την απότομη επιδείνωση του πολιτικού κλίματος στις Ηνωμένες Πολιτείες, κυρίως μετά την επίθεση των υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2021, ωστόσο δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε. Στη χειραγώγηση εντός κι εκτός πολιτικής εκείνοι που παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως θύμα ή θιγόμενο αποτελούν εξίσου απειλή για τη βαλλόμενη πανταχόθεν δημοκρατία μας, ίσως και μεγαλύτερη από εκείνον που κατηγορούν.
Όλα αυτά τα χρόνια οι υποτιθέμενοι θιγόμενοι, αξιοποιώντας αριστοτεχνικά τη δύναμη των ΜΜΕ και των κοινωνικών δικτύων, έχουν καταφέρει να επιβάλλουν έναν ολοκληρωτισμό. Μέσα σ’ αυτόν κυριαρχεί η απόλυτη μεροληψία. Είναι ανύπαρκτος ο αντιπολιτευόμενος λόγος, με αποτέλεσμα η ανυποψίαστη κοινή γνώμη να στρέφεται σε πολλές περιπτώσεις πρόσω ολοταχώς ενάντια στα συμφέροντά της, όπως είναι η κατάλυση του κράτους δικαίου. Οι χυδαιότητες, οι συκοφαντίες, οι κανιβαλισμοί, οι ειδήσεις βάσει σεναρίου, η εμπρηστική ρητορική, η αποδόμηση, η δαιμονοποίηση όσων αποκλίνουν ή αμφισβητούν το κυρίαρχο αφήγημα αποκαλούνται «σκληρή κριτική» και ελευθερία της έκφρασης!
Εξτρεμιστές, λοιπόν, υπάρχουν κι από τις δυο πλευρές και, κατά συνέπεια, η αναζωπύρωση της πολιτικής βίας δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Απλά τώρα εξυπηρετεί και την αφήνουν να γίνει ορατή, καθώς η ήττα του αντιπάλου, ο οποίος υπόσχεται να επαναφέρει μια τάξη η οποία δεν είναι επιθυμητή, είναι πιο σημαντική από τα συμφέροντα της χώρας και των πολιτών της και πρέπει να εξασφαλιστεί με κάθε κόστος.
Με λίγα λόγια, την πολιτική βία γέννησαν και διατηρούν κυρίως εκείνοι που ισχυρίζονται πως την καταπολεμούν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου