Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2025

Στοκχόλμη 1973: Η άλλη Ελλάδα του Πολυτεχνείου

17 ΝΟΕΜΒΡΗ 1973 στη Στοκχόλμη…

«ΈΧΕΙ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ, για να μη χάσετε το αεροπλάνο, θα σας πάω από κάτι στενά που ξέρω», είπε ο ταξιτζής και προλάβαμε τελευταία στιγμή την πτήση για Στοκχόλμη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού.
Η ΜΑΜΑ ΕΙΧΕ ΕΝΑΝ ΠΟΛΥ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΟ, μελάνωμα το λέγανε, και στο Μεταξά πιέζανε τον θείο μου να υπογράψει για να της κόψουν το πόδι, πριν προλάβει να κάνει μετάσταση στο κεφάλι. Δεν της δίνανε περισσότερο από έναν χρόνο ζωή.                          Σε λίγες μέρες θα έκλεινα τα δεκατρία.
ΜΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ, δούλευε τότε στο εργοστάσιο της Saab, η μαμά έπεσε κλαίγοντας στην αγκαλιά του, ήξερε -ξέραμε- πως θα πεθάνει και πήγαμε να ζήσουμε μαζί του και να πάμε σχολείο στην Σουηδία.
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΓΡΑΦΕ 17 ΝΟΕΜΒΡΗ 1973, μάς έβαλε να φάμε ό,τι είχε απομείνει ο μάγειρας «μέσ’ την υπόγεια την ταβέρνα, μέσ’ τους καπνούς και τις βρισιές», η σουηδική τηλεόραση είχε διακόψει το πρόγραμμά της και μετέδιδε όσα συνέβαιναν εκείνη την νύχτα στην οδό Πατησίων, «έχουν βγει στους δρόμους τα τανκς», «θα ρίξουν την πύλη», «σκοτώνουν τους φοιτητές», τόση ένταση, αγωνία, συγκίνηση, δεν έχω ξανανιώσει ποτέ.
Η «ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ» ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ, εκείνο το υπόγειο καπηλειό, είχε μετατραπεί σε κέντρο αντίστασης ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία, όλοι από ‘δω πέρναγαν, παιδάκι τους γνώρισα όλους, τον ΜΙΚΗ, που μου φέρθηκε τις πιο δύσκολες στιγμές σαν δεύτερος πατέρας, εδώ ζήτησα το πρώτο μου αυτόγραφο από τη ΜΕΛΙΝΑ, χάζευα τον ΑΝΔΡΕΑ με το ζιβάγκο να αναβοσβήνει ένα τσιμπούκι και μου έκανε δώρα η κυρία Αμπατιέλου.
ΑΛΛΑ, Ο,ΤΙ ΗΤΑΝΕ ΝΑ ΠΑΘΩ, το έπαθα όταν διάβασα το βιβλίο που μου αφιέρωσε εκείνος ο πανύψηλος ο 30άρης με τα μούσια και τα μακριά μαλλιά, που μίλαγε άπταιστα γαλλικά, όπως και σουηδικά και τον ακολουθούσε συνέχεια ένα συνεργείο της τηλεόρασης. «Οι ανθρωποφύλακες» του ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΟΡΟΒΕΣΗ.
ΤΑ ΕΦΕΡΕ ΕΤΣΙ ΠΕΡΙΕΡΓΑ Η ΖΩΗ και μετά από 15 χρόνια δουλεύαμε μαζί στην «Ελευθεροτυπία», αυτός με έμαθε στο ουίσκι και στο Prince το μαλακό.
ΤΟ ΑΛΛΟ ΠΡΩΙ Ο ΜΠΑΜΠΑΣ πήγε τη μαμά στο «Καρολίνσκα» για να ξεκινήσει τις χημειοθεραπείες και εμένα με τον αδελφό μου, μας πήρανε από το «Σοσιάλ Μπιρό» -έτσι λέγανε την κοινωνική πρόνοια- και μας αμόλησαν σ’ ένα τεράστιο πολυκατάστημα, όπου -δεν είχαμε ξαναδεί κάτι τέτοιο- μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Με την προτροπή του μεταφραστή από την Καλαμάτα: «Πάρτε ό,τι θέλετε, θα τα πληρώσουμε και θα σας τα κουβαλήσουμε εμείς».
ΝΤΡΑΠΗΚΑΜΕ. Πήραμε ζεστά μπουφάν, μποτάκια, σκούφους, κασκόλ, τι άλλο; «Πάρτε πατινάζ, θα σας μάθουμε, με αυτά πάνε τα παιδιά στο σχολείο και όλο τον εξοπλισμό για σκι, για τις λίγες μέρες, που δεν θα έχει παγώσει το χιόνι»…
ΌΧΙ ΜΟΝΟ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΑΝΕΡΓΙΑ, αλλά ζητούσαν εργατικά χέρια για τη βιομηχανία και διαπραγματεύονταν το ύψος του μισθού με τους μετανάστες.
ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΕΙΧΑΝ ΥΨΩΣΕΙ λευκές σημαίες, αφού έδειξαν και στον τελευταίο κρατούμενο τον δρόμο προς την ελευθερία.
ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΠΟΥ ΕΚΛΕΨΕ μια ασπρόμαυρη τηλεόραση, έναν… Έλληνα, αντί να τον μπουζουριάσουν στο τμήμα, τον πήγαν στο «Σοσιάλ Μπιρό».
«ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ, γιατί την πήρες χωρίς να την πληρώσεις;» τον ρώτησαν με απορία.
«ΉΘΕΛΑ ΝΑ ΤΗ ΣΤΕΙΛΩ ΣΤΗ ΜΑΝΑ ΜΟΥ στο χωριό, δεν έχουν ξαναδεί τηλεόραση εκεί και δεν είχα τόσα χρήματα για να την αγοράσω».
«Α, ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΟ, γιατί δεν μας τη ζήτησες; Μπορείς να την πάρεις και να τη στείλεις στην μητέρα σου».
ΑΥΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΟΥΤΟΠΙΚΟΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ στη Σουηδία του ΟΥΛΟΦ ΠΑΛΜΕ, που -κράτησε λίγα μόνο χρόνια- έζησα μικρός.
Η ΚΟΡΗ ΜΟΥ, Η ΝΕΦΕΛΗ, γίνεται στις 29 Νοέμβρη τεσσάρων χρονών. Στο προνήπιο που πάει κάνανε μια γιορτή για το Πολυτεχνείο και τους έμαθαν να φωνάζουν «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία».
«ΠΕΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ ΜΠΑΜΠΑ, ξέρεις μια ιστορία;». Της είπα αυτά που γράφω πιο πάνω.
«ΚΑΙ Η ΓΙΑΓΙΑ, Η ΓΙΑΓΙΑ ΠΕΘΑΝΕ»; Όχι, είναι καλή αυτή η ιστορία…
ΕΜΕΙΣ ΠΗΓΑΜΕ ΣΕ ΣΟΥΗΔΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, έπεσε η χούντα, ήρθε η μεταπολίτευση, η γιαγιά σου κλείστηκε πολλές μέρες σε ένα δωμάτιο κι όταν βγήκε, είπε: «Έχω καρκίνο, αλλά δεν θα πεθάνω, αυτοσυγκεντρώθηκα και μίλησα μαζί του, μού είπε ότι δεν θα μου κάνει κακό. Θέλω να γυρίσουμε τώρα στην Ελλάδα».
ΓΥΡΙΣΑΜΕ, Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΣΟΥ είπε πως η γιαγιά θέλει να πεθάνει στην πατρίδα και να σεβαστούμε την επιθυμία της και μόλις «φύγει», θα γυρίσουμε πίσω στη Στοκχόλμη.
ΌΜΩΣ, Η ΓΙΑΓΙΑ ΣΟΥ παρά τις μεταστάσεις και τις εγχειρήσεις, δεν πέθαινε. Έπαιρνε σύνταξη καρκινοπαθούς κοντά 40 χρόνια και κάνανε τον σταυρό τους οι γιατροί του ΙΚΑ, που την εξετάζανε κάθε τρία χρόνια.
ΟΥΤΕ ΣΤΟ «ΚΑΡΟΛΙΝΣΚΑ» ΞΑΝΑΠΗΓΕ, να την εξετάσουνε σαν φαινόμενο, παρόλο που της πληρώνανε όλα τα έξοδα.
ΕΦΥΓΕ ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ, μετά τα 80 της, αφού χόρεψε με την ψυχή της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου