Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

Λογιστικές «τρίπλες» η μείωση του ελληνικού χρέους: Πώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη «παραπλάνησε» τον οίκο Fitch

by Newsroom

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρουσιάζει τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας ως επιτυχία, επικαλούμενη μείωση του δημόσιου χρέους κατά 60 μονάδες του ΑΕΠ, σύμφωνα με πρόσφατη αξιολόγηση του οίκου Fitch.
Ωστόσο, η εικόνα που προκύπτει από τα πραγματικά στοιχεία των κρατικών προϋπολογισμών για την πενταετία 2020-2024 αφήνει σοβαρά ερωτήματα για τη μέθοδο υπολογισμού και την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων. Στην πενταετία αυτή, το σωρευτικό έλλειμμα των κρατικών προϋπολογισμών ανήλθε σε 51,693 δισ. ευρώ, γεγονός που, σε συνδυασμό με τη μείωση του χρέους που διαπιστώνεται, προκαλεί έντονη αίσθηση αντίφασης.
Η πρώτη «λογιστική τρίπλα» είχε ήδη αναδειχθεί στις 5 Νοεμβρίου 2025 και σχετιζόταν με την αναθεώρηση του ΑΕΠ για τη δωδεκαετία 2012-2023. Με την αναθεώρηση αυτή, ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ βελτιώθηκε, παρά το γεγονός ότι η EUROSTAT είχε εντοπίσει την υποχρέωση εγγραφής των δεδουλευμένων, απλήρωτων τόκων των δανείων διάσωσης από τον ΕΜΧΣ. Πρόκειται για ποσά που είχαν «ξεχαστεί» στα επίσημα στοιχεία και τα οποία έπρεπε να αυξήσουν το δημόσιο χρέος.
Η δεύτερη «τρίπλα» αφορά τη διαχείριση των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Παρά την πανδημία και τη σχετική πίεση για δανεισμό, η Ελλάδα κατάφερε να προπληρώσει 1,1 δισ. ευρώ από τα δάνεια διάσωσης, γεγονός που είχε άμεσο δημοσιονομικό αντίκτυπο. Ταυτόχρονα, η Τράπεζα της Ελλάδος και άλλοι φορείς του Ευρωσυστήματος αγόρασαν μαζικά ομόλογα του Δημοσίου, δημιουργώντας συνθήκες ανεπάρκειας τίτλων για τη δευτερογενή αγορά.
Σύμφωνα με το Ετήσιο Δελτίο Δημόσιου Χρέους 2022, η Τράπεζα της Ελλάδος διακρατούσε μέχρι τις 31/12/2024 περίπου 39 δισ. ευρώ ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, επιβαρύνοντας τη διαπραγματευτική ρευστότητα της αγοράς. Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην Φθινοπωρινή Έκθεση του Δεκεμβρίου 2024 συνέστησε «συχνότερη έκδοση νέων τίτλων προκειμένου να διασφαλίζεται η επάρκειά τους για διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά».
Παρά την ανεπάρκεια τίτλων, το υπουργείο Οικονομικών προχώρησε σε επτά αναιτιολόγητες ακυρώσεις προγραμματισμένων δημοπρασιών ομολόγων μεταξύ 15 Ιανουαρίου και 19 Νοεμβρίου 2025. Οι ακυρώσεις αυτές περιλάμβαναν τις ημερομηνίες 15/1, 19/3, 21/5, 18/6, 16/7, 15/10 και 19/11, με τον ΟΔΔΗΧ να ανακοινώνει ότι οι εκδόσεις ομολόγων του Δημοσίου για το 2025 έχουν ολοκληρωθεί. Το γεγονός αυτό εγείρει ερωτήματα: πρόκειται για ανεπάρκεια σχεδιασμού ή για σκόπιμη διαχείριση της αγοράς ομολόγων; Πώς διαμορφώνονται οι τιμές και οι αποδόσεις των ομολόγων όταν η αγορά στερείται διαθέσιμων τίτλων για διαπραγμάτευση;
Τα στοιχεία για τον δανεισμό από φορείς εκτός Γενικής Κυβέρνησης δείχνουν αύξηση κατά 25,7 δισ. ευρώ στην πενταετία 2020-2024, ενώ η συνολική αύξηση του δανεισμού μέσω πώλησης ομολόγων ανήλθε σε 42,3 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, μεγάλο μέρος των ομολόγων αγοράστηκε και διακρατήθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος, με αποτέλεσμα να μην διατίθενται για πραγματική διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά. Οι ακυρώσεις δημοπρασιών σε συνδυασμό με τη διακράτηση τίτλων από την κεντρική τράπεζα υποδηλώνουν ότι η «αγορά» των ομολόγων ελέγχεται με τρόπο που μπορεί να επηρεάζει τη διαμόρφωση των επιτοκίων και τις αποδόσεις, δημιουργώντας εντυπώσεις χαμηλού δανεισμού.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η εξέλιξη των μακροπρόθεσμων δανείων του Δημοσίου από φορείς εκτός Γενικής Κυβέρνησης, τα οποία εμφανίζονται μειωμένα κατά 11,9 δισ. ευρώ στην πενταετία. Η μείωση αυτή οφείλεται εν μέρει στην πρόωρη εξόφληση δανείων διάσωσης, αλλά τα δεδουλευμένα των τόκων των δανείων του ΕΜΧΣ που δεν πληρώθηκαν την ίδια περίοδο ανέρχονται σε 5,8 δισ. ευρώ. Επιπλέον, τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) της ΕΕ θα έπρεπε να ενισχύσουν το χρέος, σύμφωνα με οδηγίες της EUROSTAT, καθώς είναι χρέος των κρατών προς την ΕΕ και καταγράφονται στο δημόσιο χρέος κατά την εκταμίευσή τους.
Με αυτά τα δεδομένα, η εμφανής μείωση του δημόσιου χρέους κατά 60 μονάδες του ΑΕΠ φαίνεται περισσότερο λογιστική παρά πραγματική. Η κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη την πρόωρη εξόφληση δανείων, τη μαζική αγορά ομολόγων από την Τράπεζα της Ελλάδος και τη χειραγώγηση της δευτερογενούς αγοράς, καταφέρνει να παρουσιάσει βελτίωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, ενώ το σωρευτικό έλλειμμα φτάνει σχεδόν τα 52 δισ. ευρώ στην ίδια περίοδο.
Η φαινομενική επιτυχία στην «μείωση του χρέους» ενισχύει τη θετική αξιολόγηση του οίκου Fitch, αλλά οι αναλυτές προειδοποιούν για την επικείμενη «φούσκα» στα δημοσιονομικά. Η κρατική δανειοδότηση μέσω repos από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και η έλλειψη διαπραγματεύσιμων τίτλων στη δευτερογενή αγορά δημιουργούν συνθήκες αδιαφάνειας.
Ταυτόχρονα, οι όποιες νέες εκδόσεις ομολόγων ενδέχεται να χρησιμοποιούνται για λογιστικές εγγραφές, προκειμένου να μειώνεται το εμφανιζόμενο χρέος προς τους ξένους επενδυτές και αξιολογικούς οίκους, ενώ στην πραγματικότητα το Δημόσιο συνεχίζει να συσσωρεύει υποχρεώσεις.
Συνοψίζοντας, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζει τα δημόσια οικονομικά της ως επιτυχία, με «μείωση του χρέους» και επιβράβευση από τον Fitch. Ωστόσο, η πενταετία 2020-2024 δείχνει σωρευτικά ελλείμματα σχεδόν 52 δισ. ευρώ, μαζική διακράτηση ομολόγων από την Τράπεζα της Ελλάδος, ακυρώσεις δημοπρασιών και λογιστικές εγγραφές που μειώνουν τον ονομαστικό λόγο χρέους προς ΑΕΠ.
Η πρακτική αυτή δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα της στρατηγικής και εγείρει ερωτήματα για το πώς διαμορφώνονται οι τιμές και οι αποδόσεις των ελληνικών τίτλων στη δευτερογενή αγορά.
Η φαινομενική δημοσιονομική επιτυχία βασίζεται σε λογιστικά «τρικ» και χειρισμούς της αγοράς, ενώ η πραγματική οικονομική εικόνα παραμένει επιβαρυμένη από σωρευτικά ελλείμματα, περιορισμένη διαπραγματευσιμότητα των τίτλων και χρέη προς φορείς εκτός Γενικής Κυβέρνησης. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα ενδέχεται να αντιμετωπίσει στο άμεσο μέλλον τις συνέπειες της «λογιστικής μείωσης χρέους», καθώς η πραγματική δημοσιονομική πίεση παραμένει αμετάβλητη.
Η λογιστική «ομορφιά» των αριθμών εντυπωσιάζει τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, αλλά η ελληνική κοινωνία και οι αγορές παρακολουθούν με σκεπτικισμό, γνωρίζοντας ότι η εικόνα μπορεί να αποδειχθεί φούσκα που θα σκάσει. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η κυβέρνηση μπορεί να διατηρήσει αυτή την ισορροπία, ή αν η πραγματική οικονομική κατάσταση τελικά θα αποκαλύψει τα όρια της «δημοσιονομικής μαγείας».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου